Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, είναι ένα από τα δεσπόζοντα θέματα στην πολιτική σκακιέρα των επόμενων μηνών, καθώς αρχές του 2020 λήγει η θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου.
Τα σενάρια για τις επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης είναι δύο, σύμφωνα με την Καθημερινή, «Κλειδί» των εξελίξεων φυσικά είναι το πρόσωπο που θα προταθεί για το ανώτατο αξίωμα της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει τοποθετηθεί οριστικά για το ενδεχόμενο να υποστηριχθεί από τη Ν.Δ. η επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, κάτι που θα εξασφάλιζε την υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, αφού ο Αλέξης Τσίπρας έχει ήδη ταχθεί υπέρ της ανανέωσης της θητείας του νυν Προέδρου της Δημοκρατίας. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός ήταν ο μοναδικός βουλευτής της Ν.Δ. που απείχε και δεν ψήφισε τον κ. Παυλόπουλο το 2015, άρα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αλλάξει στάση και να τον υποστηρίξει σήμερα, αν και πιστώνεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το ότι χειρίστηκε με σύνεση και αποφασιστικότητα το ευαίσθητο θεσμικό ζήτημα της επιλογής των επικεφαλής της Δικαιοσύνης, που η προηγούμενη κυβέρνηση επιχείρησε να «κλείσει» κατά την τελευταία εβδομάδα της θητείας της.
Αναθεωρήσεις
Η εκλογή Προέδρου πέρασε σε μια νέα θεσμική εποχή τον Φεβρουάριο του 2019. Τότε, έπειτα από εισήγηση του νυν προέδρου της Βουλής, Κώστα Τασούλα, η Ν.Δ. υπερψήφισε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να αναθεωρηθεί από την επόμενη Βουλή (δηλαδή τη σημερινή) το άρθρο 32 του Συντάγματος, που ρυθμίζει την εκλογή Προέδρου. Ετσι, αρκούν 151 βουλευτές ώστε το άρθρο 32 να αναθεωρηθεί στη διαδικασία που θα εξελιχθεί μέσα στον Νοέμβριο. Με την αναθεώρηση του άρθρου 32 θα μειωθεί σε 151 ο ελάχιστος αριθμός βουλευτών για την εκλογή Προέδρου και θα αποσυνδεθεί η διαδικασία από τη διάλυση της Βουλής. Η Ν.Δ., που διαθέτει 158 βουλευτές, θα μπορέσει να εκλέξει μόνη της Πρόεδρο στις αρχές του 2020. Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, η επιδίωξη συναίνεσης μεταξύ της Ν.Δ. και του ΚΙΝΑΛ για μια συμφωνία «πακέτο» για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και την αλλαγή του εκλογικού νόμου έχει εγκαταλειφθεί προς το παρόν και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, καθώς τίποτα δεν είναι απόλυτο μέχρι την ώρα των τελικών αποφάσεων, το σενάριο της συναίνεσης παραμένει, έστω κι αν σήμερα το επικρατέστερο ενδεχόμενο είναι η Ν.Δ. να προχωρήσει μόνη της στην εκλογή Προέδρου και στην αλλαγή του εκλογικού νόμου.
«Τριπλή συναίνεση»
Ο μόνος λόγος που θα έπειθε τον κ. Μητσοτάκη να συμφωνήσει με το ΚΙΝΑΛ είναι αν το Κίνημα Αλλαγής τού εξασφάλιζε το «κάψιμο» της απλής αναλογικής. Βάσει του άρθρου 54 του Συντάγματος, οποιοσδήποτε νέος εκλογικός νόμος εφαρμόζεται στις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν ψηφιστεί από 200 βουλευτές. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να εφαρμοστεί στις προσεχείς εκλογές. Ομως, το άρθρο 54 πρόκειται επίσης να αναθεωρηθεί, αλλά (προσοχή!) η αναθεώρησή του απαιτεί 180 βουλευτές (και όχι 151). Συνεπώς, αν 180 βουλευτές (όσους διαθέτουν από κοινού Ν.Δ. και ΚΙΝΑΛ) αναθεωρήσουν το άρθρο 54 και μειώσουν τον αριθμό βουλευτών που απαιτείται για την άμεση εφαρμογή ενός νέου εκλογικού νόμου (π.χ. σε 180 από 200), τότε στις επόμενες εκλογές δεν θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική, αλλά ο νέος νόμος. Σε μια τέτοια περίπτωση, η συναίνεση «πακέτο» θα περιλαμβάνει (1) την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, (2) την αναθεώρηση του άρθρου 54 και (3) την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου.
Τότε θα μπορούσε να επιλεγεί για την Προεδρία ένα εκ των ονομάτων από τους χώρους της Κεντροαριστεράς που έχουν συζητηθεί, δηλαδή των πρώην επιτρόπων της Ε.Ε. Αννας Διαμαντοπούλου και Μαρίας Δαμανάκη, της ιστορικού Μαρίας Ευθυμίου, των καθηγητών Συνταγματικού Δικαίου Ευάγγελου Βενιζέλου και Νίκου Αλιβιζάτου ή του πρώην υπουργού Αλέκου Παπαδόπουλου. Ιδιαίτερη προτίμηση μπορεί να υπάρξει στις γυναίκες, καθώς ο πρωθυπουργός, που έχει δεχθεί κριτική για τη χαμηλή συμμετοχή γυναικών στην κυβέρνηση, ίσως θα ήθελε να κερδίσει τις εντυπώσεις οδηγώντας μια γυναίκα στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ελάχιστες πιθανότητες
Ωστόσο, αυτό το σενάριο φαίνεται πως έχει ελάχιστες πιθανότητες να πραγματοποιηθεί, γιατί αφενός η κ. Γεννηματά δεν θα ήθελε να εμφανιστεί ότι «τα δίνει όλα στη Ν.Δ.» –και μάλιστα ότι δεσμεύεται από σήμερα σε μια μελλοντική κυβερνητική συνεργασία με τον κ. Μητσοτάκη–, αφετέρου βουλευτές του ΚΙΝΑΛ, όπως ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Χάρης Καστανίδης, φέρονται να υποστηρίζουν τη διατήρηση της απλής αναλογικής προσβλέποντας σε μελλοντική συνεργασία του ΚΙΝΑΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο σενάριο
Το δεύτερο σενάριο –που είναι το επικρατέστερο αυτή τη στιγμή– θέλει τη Ν.Δ. να κινείται μόνη της στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και στην αλλαγή του εκλογικού νόμου. Με βάση αυτό το σενάριο έχουν συζητηθεί τα ονόματα του πρώην πρωθυπουργού και νυν αντιπροέδρου της κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένου, του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, που πιστεύει ότι θα έχει ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση στο εσωτερικό του κόμματος, του Σταύρου Δήμα, που ήταν ο υποψήφιος που υποστήριξε η Ν.Δ. πριν από τις εκλογές του 2015, αλλά και του Δημήτρη Αβραμόπουλου, που λέγεται πως είχε δεχτεί πρόταση από τον κ. Τσίπρα το 2015, η οποία αποσύρθηκε.
Τέλος, συζητείται από κάποιους στην Κ.Ο. της Ν.Δ. το ενδεχόμενο ο επόμενος πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι ο κ. Καραμανλής. Ορισμένοι αναφέρουν με νόημα την προεκλογική συνάντηση Μητσοτάκη – Καραμανλή, το περιεχόμενο της οποίας δεν δημοσιοποιήθηκε. Ωστόσο, συνομιλητές του πρώην πρωθυπουργού λένε ότι η συνάντηση αυτή αφορούσε μόνον τις εκλογές και προσθέτουν ότι ο ίδιος έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να μεταβεί στην Προεδρία της Δημοκρατίας, γιατί πιστεύει σε έναν Πρόεδρο με αρμοδιότητες.
Η «νάρκη»
Εάν η Ν.Δ. εκλέξει μόνη της Πρόεδρο Δημοκρατίας, το ερώτημα πολλών είναι αν η πρωτοβουλία αυτή θα συνδυαστεί με πρόωρες «διπλές εκλογές» στις αρχές του 2020 για να «καεί» η απλή αναλογική (να γίνουν, δηλαδή, εκλογές με απλή αναλογική, να μην σχηματιστεί κυβέρνηση και να οδηγηθούμε σε νέες εκλογές με τον εκλογικό νόμο που στο μεταξύ θα έχει ψηφίσει η Ν.Δ.). Στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός απέκλεισε πρόωρες εκλογές, αλλά δήλωσε ευθέως ότι αν δεν απενεργοποιηθεί η απλή αναλογική, τότε οι εκλογές του 2023 θα είναι «διπλές».
Από εκείνη την ημέρα, ανώτατα πολιτικά στελέχη στις ιδιωτικές συζητήσεις τους θέτουν το ερώτημα: Πότε είναι καλύτερο για τον κ. Μητσοτάκη να «κάψει» την απλή αναλογική με «διπλές εκλογές»; Στην αρχή της τετραετίας, όταν είναι αδιαφιλονίκητος πρωθυπουργός, ή στο τέλος, όταν θα έχει υποστεί λελογισμένη και αναπόφευκτη φθορά;