“Greece’s new government spent its first week in office irritating its European partners and spooking markets. Its second begins with a charm offensive.” Έτσι περιγράφει ο Economist το ξεκίνημα της δεύτερης εβδομάδας της νέας ελληνικής κυβέρνησης στην εξουσία, η οποία (μετά τηνεπεισοδιακή επίσκεψη Dijsselbloem και τις ακατάσχετες υπουργικές εξαγγελίες), μοιάζει να θέλει να δοκιμάσει μια διαφορετική τακτική.
Έτσι, με πιο κάπως πιο συναινετική γλώσσα και διάθεση, ο Γιάνης Βαρουφάκης βρέθηκε στο Παρίσι, όπου σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Γάλλο ομόλογό του, Michel Sapin, εξήγησε πως η ελληνική κυβέρνηση ζητά μια “ανάσα” έως το τέλος του μήνα για να καταλήξει στις προτάσεις της αναλυτικά, όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, την ανθρωπιστική κρίση και το χρέος. Μετά την ανάσα αυτή, συνέχισε ο κύριος Βαρουφάκης, για ένα εξάμηνο κυβέρνηση σκοπεύει να έρθει σε επαφές και συζητήσεις για τη δημιουργία ενός νέου “κοινωνικού συμβολαίου”.
Επιτρέψτε μου πάντως να επισημάνω ότι η ουσία είναι το περιεχόμενο αυτού, και όχι το αν θα το λέμε κοινωνικό συμβόλαιο, πρόγραμμα ή μνημόνιο. Η περιοδεία του υπουργού Οικονομικών τον βρίσκει σήμερα στο Λονδίνο, όπου συναντιέται με τον Βρετανό ομόλογό του, George Osborne, ενώ αύριο θα συναντήσει τον Ιταλό υπουργό Οικονομικών, Pier Carlo Padoan. Ο πρωθυπουργός τώρα, πραγματοποιεί κι αυτός με τη σειρά του διπλωματικές επισκέψεις, με πρώτο ταξίδι του εκτός Ελλάδος, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, το σημερινό στη Λευκωσία, και επόμενους σταθμούς τη Ρώμη, τις Βρυξέλλες και το Παρίσι.Καταλυτικής σημασίας συνάντηση αναμένεται να είναι αυτή του Αλέξη Τσίπρα με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Jean-Claude Juncker, την Τετάρτη. Ας ελπίσουμε οι επαφές αυτές να αναστρέψουν το κλίμα που έμοιαζε να δημιουργείται και εμφάνιζε την Ελλάδα άκαμπτη στις θέσεις της, χωρίς όμως σοβαρή διαπραγματευτική δύναμη.
Η λογική πάντως λέει πως μόνο συναινετικά μπορεί να βγούμε κερδισμένοι τη δύσκολη αυτή στιγμή. Αντίθετα, οι τσαμπουκάδες δεν οδηγούν πουθενά, ενώ είναι λάθος να ξεχνάμε πως η ρευστότητα που μας παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως δεδομένη.