Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, αν μη τι άλλο, ανάρτηση στην ιστοσελίδα του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel, στην οποία υπό τον τίτλο «ελληνικές απαιτήσεις για επανορθώσεις: η ληστεία τράπεζας από τους Ναζί» παρουσιάζεται το ζήτημα του κατοχικού δανείου.
Η ανάρτηση έχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς έρχεται σε μια στιγμή που τα βλέμματα όλων έχουν επικεντρωθεί στην νέα ελληνική κυβέρνηση και στην προσπάθειά της να επαναθέσει, ως ένα βαθμό, τα όρια της διαπραγμάτευσης με τους πιστωτές. Στο πλαίσιο των συζητήσεων αυτών το θέμα του χρέους έχει αναχθεί σε κομβικό και είναι κρίσιμης σημασίας για την επιτυχία της οποιασδήποτε προσπάθειας επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας, όπως υποστηρίζουν οι νέοι Έλληνες επιτελείς.
Σε αυτό το πλαίσο το Der Spiegel θυμάται τις συζητήσεις που έχουν γίνει στην Αθήνα και ιδιαίτερα από τα κόμματα που συμμετέχουν στην σημερινή κυβέρνηση για να κατατεθεί αίτημα επιστροφής των γερμανικών χρεών από το 1942.
Το άρθρο παραδέχεται ότι «όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού στην Ευρώποι οικονομικοί εμπειρογνώμονες των Ναζί λεηλάτησαν χώρες υπό κατοχή με ανέντιμες μεθόδους». Περιγράφει, επίσης, τους τρόπους με τους οποίους οι Ναζί εκμεταλλεύτηκαν και οικονομικά τις χώρες που κατέκτησαν, υπογραμμίζει την εκτίμηση του γνωστού Γερμανού ιστορικού Άλμπρεχτ Ριτσλ ότι η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος οφειλέτης χρεών του 20ου αιώνα.
Αναφέρει ότι το «δάνειο» που οι Ναζί πήραν, ως κατακτητές, από την τότε Τράπεζα της Ελλάδας είναι ύψους 476 εκατομμυρίων κατοχικών μάρκων και ουδέποτε αποπληρώθηκε. Και συμπληρώνει ότι ιδιαίτερα από τότε που ανέλαβε η νέα Κυβέρνηση στην Αθήνα, η ιδέα του να τεθεί και αυτό το θέμα στο τραπέζι αρχίζει να συζητάται ολοένα περισσότερο, καθώς εκτιμάται ότι θα μπορούσε να είναι μια κίνηση που θα πετύχει ταυτόχρονα δύο στόχους: να καλύψει κάποιο μέρος των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας και ταυτόχρονα να φέρει σε δύσκολη θέση τους Γερμανούς, οι οποίοι με σκληρότητα επιμένουν στο δρόμο της λιτότητας.
Όπως σημειώνεται η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής είχε υπολογίσει το 2012 την αξία του δανείου με τους τόκους στα 8,25 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ γνωμόδοτηση της ελληνικής κυβέρνησης το ανεβάζει στα 11 δισεκατομμύρια δολάρια. Είναι ένα ποσό που δίνει στους νέους ενοίκους του Μαξίμου την «ανάσα» που επιζητούν και επαγγέλονται, ενώ ταυτόχρονα αναμφίβολα «κλέβει» τις εντυπώσεις θέτοντας σε δύσκολη θέση το Βερολίνο, το οποίο αποφεύγει επισταμένα τη συγκεκριμένη συζήτηση και επιμένει ότι τα σχετικά ζητήματα με τις πολεμικές αποζημιώσεις έχουν λήξει είτε επειδή έχουν αποπληρωθεί είτε επειδή έχουν εκπνεύσει, το αργότερο με τη «Συμφωνία 2+» του 1990.
Το Spiegel, όμως, αναφέρει ότι παρά τις κατηγορηματικές δηλώσεις του Βερολίνου από νομικής άποψης το θέμα δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο κατηγορηματικά λήξαν και μπορεί ν’ ανακινηθεί. Απλώς, με δεδομένη την άρνηση της γερμανικής ηγεσίας να συνεργαστεί, θα πρόκειται για μια χρονοβόρα διαδικασία η οποία δεν πρόκειται να διευκολύνει άμεσα την νέα ελληνική Κυβέρνηση.