Δεν υφίσταται θέμα αλλαγών στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει περιπτώσεις «αυτοάμυνας» ενός πολίτη που δέχεται απειλή από εισβολέα εντός της οικίας του. Αυτό προκύπτει από την τοποθέτηση, απόψε στη Βουλή, του υπουργού Δικαιοσύνης, σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή (ΔΗΣΥ) Δημ. Κρεμαστινού.
Είναι ένα «πάρα πολύ σοβαρό ζήτημα» σημείωσε ο κ. Στ. Κοντονής και ανέφερε πως υπάρχουν σαφείς και ρητές προβλέψεις στον Ποινικό Κώδικα.
«Η άμυνα αποτελεί δικαίωμα κάθε πολίτη», τόνισε για να συνεχίσει:
«Είναι απολύτως επαρκές το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο. Ο νόμος δίνει το δικαίωμα, αλλά συγχρόνως θέτει και τα όρια».
Αναφερόμενος ειδικότερα στα όρια αυτά, ο υπουργός Δικαιοσύνης επισήμανε πως ο νομοθέτης προνοεί την ατιμωρησία του πολίτη «αν ενήργησε εξαιτίας φόβου ή ταραχής που προκάλεσε η επίθεση».
Συμπλήρωσε δε ότι ούτε και στις προτάσεις νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής που μελετώνται από Υπουργείο Δικαιοσύνης, δεν υπάρχει κάτι που να διαφοροποιεί τις υφιστάμενες διατάξεις του Π.Κ.
«Δεν είναι και στις δικές μου προθέσεις να αλλάξει κάτι», πρόσθεσε.
Πάντως, ο κ. Κοντονής εμφανίστηκε επικριτικός τόσο έναντι εκείνων των εισαγγελικών λειτουργών οι οποίοι – όπως είπε – «δείχνουν μια ιδιαίτερη ευθυνοφοβία», χειριζόμενοι υποθέσεις οι οποίες οδηγούνται μεν στο ακροατήριο αλλά εκεί, βάσει του νόμου, απαλλάσσονται οι πολίτες, όσο και κατά αστυνομικών, όταν κατά τη σύλληψη ατόμων που εμφανώς έχουν δυσκολία κινήσεων, όπως τα υπέργηρα άτομα, ακολουθούν διαδικασία αποτροπής πιθανής απόδρασης, ενώ τέτοιο ενδεχόμενο σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει.
Πάντως, ο υπουργός Δικαιοσύνης απέφυγε να σχολιάσει την επισήμανση του ερωτώντος βουλευτή ότι οι πολίτες σήμερα νοιώθουν ανασφαλείς έναντι των περιστατικών βίας και πως είναι ανάγκη «κάτι να γίνει» ώστε αυτή η ανασφάλεια να εκλείψει.
Με πληροφορίες από την Καθημερινή