Στη διεξοδική ενημέρωση που έκανε για το θέμα των πλειστηριασμών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απευθυνόμενος αφενός σε δημοσιογραφικό συγκρότημα που παραπληροφορεί, όπως υποστήριξε, στο συγκεκριμένο ζήτημα, αφετέρου στην ΝΔ, δήλωσε ότι «με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο προστατεύεται πλήρως η πρώτη κατοικία των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών για οφειλές μέχρι 200.000 και για αξίες ακινήτου μέχρι 280.000. Από αυτή τη ρύθμιση καλύπτεται κάτι παραπάνω από το 70% του συνόλου των ακινήτων πρώτης κατοικίας ενώ την ίδια στιγμή δίνεται και η δυνατότητα ρύθμισης των σχετικών οφειλών. Επίσης για τους εμπόρους έχει ήδη νομοθετηθεί και υλοποιείται στην πράξη ο εξωδικαστικός συμβιβασμός για επιχειρήσεις με οφειλές άνω των 20.000».
Η εισαγωγική τοποθέτηση του υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών
Εγκρίθηκε χθες στη συνεδρίαση του Eurogroup η τεχνική συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των θεσμών και έτσι περνάμε στην τελική φάση για την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης εντός Ιανουαρίου.
Η έγκαιρη ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας και μάλιστα χωρίς πρόσθετα μέτρα αποτελεί αναμφισβήτητα μια επιτυχία για την ελληνική κυβέρνηση. Το γεγονός εξάλλου ότι για πρώτη φορά μετά από μια εφταετία δεν χρειάζεται η νομοθέτηση νέων δημοσιονομικών μέτρων σημαίνει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή που προέβλεπε η συμφωνία του 2015 έχει ολοκληρωθεί και επομένως η Ελλάδα βαδίζει με ασφάλεια στην έξοδο από το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018.
Αυτό συνομολογούν εξάλλου και όλοι οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι που εμπλέκονται στο ελληνικό πρόγραμμα.
Την ίδια στιγμή η ελληνική οικονομία σημειώνει αναπτυξιακούς ρυθμούς για τρία συνεχή τρίμηνα το 2017, κάτι που έχει να συμβεί από το 2006 ενώ έχουν μέχρι στιγμής ολοκληρωθεί δύο επιτυχείς έξοδοι στις αγορές από τον Ιούλιο του 2017. Όλα αυτά σηματοδοτούν ότι έχουμε πλέον γυρίσει οριστικά σελίδα και αφήνουμε πίσω μας τη φάση της ύφεσης.
Και αυτό δεν αποτελεί απλώς έναν ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης αλλά επισημαίνεται από το σύνολο του διεθνούς Τύπου που αναγνωρίζει πλέον ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει με επιτυχία το τρίτο πρόγραμμα και θα ανακτήσει την οικονομική και πολιτική της κυριαρχία βγαίνοντας από το πλαίσιο της μνημονιακής επιτροπείας το ερχόμενο καλοκαίρι.
Είναι όμως ακριβώς αυτή η εξέλιξη που έχει προκαλέσει αναταραχή ίσως και πανικό σε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς και εκδοτικούς κύκλους που καθοδηγούν πλέον και την αξιωματική αντιπολίτευση και καθορίζουν την αντί πολιτική τακτική της.
Τις τελευταίες ειδικά μέρες με αφορμή τόσο το ζήτημα των πλειστηριασμών όσο και την τεχνική συμφωνία με τους θεσμούς έχει εξαπολυθεί μια ακόμα γιγάντια επιχείρηση διαστρέβλωσης, ψευδών ειδήσεων και παραπληροφόρησης.
Πρωταγωνιστής σε αυτή τη διαδικασία δεν είναι άλλος από το εκδοτικό συγκρότημα του υποδίκου που επιμένει να παραπληροφορεί με αιχμή του δόρατος τους πλειστηριασμούς. Και τούτο παρά τις συνεχείς και εμπεριστατωμένες διαψεύσεις των ισχυρισμών και των σχετικών ρεπορτάζ από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Το δυστύχημα βεβαίως είναι ότι και η Νέα Δημοκρατία ακολουθεί τα ψευδή δημοσιεύματα και επιλέγει να πολιτεύεται για άλλη μια φορά χωρίς αρχές κάτι που βεβαίως είναι κατανοητό με δεδομένη την πλήρη κατάρρευση των κινδυνολογικών και καταστροφολογικών σεναρίων που διακινούσε επί δύο συνεχή χρόνια.
Να υπενθυμίσουμε λοιπόν τόσο στο συγκρότημα όσο και στη Νέα Δημοκρατία για άλλη μια φορά ότι με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο προστατεύεται πλήρως η πρώτη κατοικία των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών για οφειλές μέχρι 200.000 ευρώ και για αξίες ακινήτου μέχρι 280.000 ευρώ. Από αυτή τη ρύθμιση καλύπτεται κάτι παραπάνω από το 70% του συνόλου των ακινήτων πρώτης κατοικίας ενώ την ίδια στιγμή δίνεται και η δυνατότητα ρύθμισης των σχετικών οφειλών.
Επίσης για τους εμπόρους έχει ήδη νομοθετηθεί και υλοποιείται στην πράξη ο εξωδικαστικός συμβιβασμός για επιχειρήσεις με οφειλές άνω των 20.000 ευρώ.
Η δέσμευση της κυβέρνησης είναι σαφής και συγκεκριμένη. Καμία λαϊκή κατοικία δεν πρόκειται να εκπληστειριαστεί. Κανένα υπερχρεωμένο νοικοκυριό δεν κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του. Αυτοί που κινδυνεύουν είναι οι μεγαλοοφειλέτες που έπαιρναν αφειδώς δάνεια τα οποία δεν είχαν την δυνατότητα ή ίσως δεν ήθελαν να αποπληρώσουν καθώς προτιμούσαν να φυγαδεύουν τα χρήματα τους στο εξωτερικό.
Η ελληνική κυβέρνηση λοιπόν δεν είναι διατεθειμένη σε καμία περίπτωση να ανεχτεί τη συνέχιση αυτής της κατάστασης και όχι μόνο δεν πρόκειται να προστατεύσει τους συγκεκριμένους μεγαλοοφειλέτες αλλά θα επισπεύσει και τις διαδικασίες για την αποπληρωμή των χρεών τους. Οι καιροί που οι φορολογούμενοι πολίτες φορτώνονταν τα βάρη της κακομαθημένης επιχειρηματικής ελίτ έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και αυτό πρέπει να το βάλουν όλοι πάρα πολύ καλά στο μυαλό τους.
Επιτρέψτε μου τώρα μια σχετικά αναλυτική παρουσίαση της συμφωνίας με τους θεσμούς γιατί και σε αυτά τα ζητήματα έχει υπάρξει ρεσιτάλ παραπληροφόρησης και προπαγάνδας.
Σε ό,τι αφορά το Υπουργείο Εργασίας.
Διασφαλίστηκαν οι συντάξεις χηρείας, με κατώτατο πλαφόν στο ύψος της εθνικής σύνταξης, δηλαδή τα 384 ευρώ.
Συμφωνήθηκε να θεσμοθετηθεί προνόμιο υπέρ εργατικών απαιτήσεων, οι οποίες θα ικανοποιούνται πριν από οποιονδήποτε άλλο πιστωτή κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ή πτώχευσης της επιχείρησης. Το προνόμιο θα αφορά σε οφειλόμενους μισθούς έως έξι μηνών και το ανώτατο ποσό ικανοποίησης για κάθε μήνα οφειλόμενου μισθού θα είναι 2,75 φορές επί τον κατώτατο μισθό.
Επίσης, από τη συμφωνία προκύπτει η αύξηση του προϋπολογισμού για τα οικογενειακά επιδόματα κατά 260.000.000 ευρώ, αυξάνοντας το συνολικό ποσό από τα σημερινά 650.000.000 ευρώ σε 910.000.000 ευρώ, δηλαδή μια αύξηση του κοινωνικού προϋπολογισμού του ύψους του 40%.
Και παράλληλα, διευρύνονται οι εισοδηματικές κλίμακες για τα πλέον αδύναμα στρώματα, πράγμα που σημαίνει ότι οι οικογένειες με 1 και 2 παιδιά, δηλαδή 682.000 οικογένειες σε σύνολο περίπου 804.000, θα λάβουν οικογενειακά επιδόματα αυξημένα από 57% έως και 110%.
Ενώ τέλος, επιπλέον 40 εκατομμύρια θα διατεθούν για την παροχή σχολικών γευμάτων ενώ ακόμα 15 εκατομμύρια θα κατευθυνθούν για την επέκταση των βρεφονηπιακών σταθμών.
Δεύτερον, στα ζητήματα που αφορούν το Υπουργείο Παιδείας.
Προβλέπεται ότι δεν θα υπάρξει καμία αύξηση διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών και θα συνεχίσει να εφαρμόζεται κανονικά, ο νόμος 1566 του 1985.
Παράλληλα, διαφυλάχθηκε ότι δεν θα υπάρξει καμία αύξηση του εργασιακού χρόνου των εκπαιδευτικών.
Τρίτον, στα θέματα του Υπουργείου Υγείας.
Επιτεύχθηκε μια προωθητική συμφωνία αναφορικά με τον συμψηφισμό χρεών του ΕΟΠΥΥ με αντίστοιχα χρέη των παρόχων προς αυτόν για την περίοδο 2012-2015.
Ενώ το ίδιο συνέβη και για το πρόγραμμα συμψηφισμού που αφορά την είσπραξη του clawback από το 2017 και μετά με τρόπο θετικό τόσο για τον ΕΟΠΥΥ όσο και για τους παρόχους. Συνεπεία των παραπάνω, ο ΕΟΠΥΥ θα μπει στο 2018 με σχεδόν μηδενικά ληξιπρόθεσμα.
Επίσης, συμφωνήθηκε η επαναρύθμιση του ωραρίου λειτουργίας των φαρμακείων, που είχε προκαλέσει προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στο φάρμακο.
Θεσπίζονται, μεταξύ άλλων, το υποχρεωτικό ελάχιστο ωράριο λειτουργίας φαρμακείου καθώς και η υποχρεωτική συμμετοχή όλων των φαρμακείων σε διημερεύσεις και διανυκτερεύσεις.
Τέταρτον, στα θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Από τα κυριότερα που συμφωνήθηκαν, είναι η ρητή εξαίρεση από την εφαρμογή του κανόνα προσλήψεων-αποχωρήσεων, το λεγόμενο 1 προς 4, για την ενίσχυση δύο πολύ σημαντικών κλάδων.
Ο ένας αφορά τους συμβασιούχους στην καθαριότητα, όπως άλλωστε είχε δεσμευτεί η κυβέρνηση ήδη από το προηγούμενο καλοκαίρι.
Ενώ ό άλλος κλάδος είναι αυτός των Πυροσβεστών Πενταετούς Θητείας, περίπου 2.000 εργαζόμενοι, για τους οποίους θα λάβει τέλος το άδικο καθεστώς της εργασιακής ανασφάλειας.
Πέμπτον, σε ό,τι αφορά τα του Υπουργείου Ενέργειας και ειδικότερα, στο θέμα της ΔΕΗ.
Η ΔΕΗ διατηρεί τον αδιαμφισβήτητο δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα της, παραμένει ο βασικός πυλώνας της αγοράς ενέργειας υπό το νέο θεσμικό περιβάλλον, και που είναι πλήρως εναρμονισμένο με το κοινοτικό δίκαιο.
Σε αντίθεση με τους σχεδιασμούς της προηγούμενης κυβέρνησης για τη «μικρή ΔΕΗ», συμφωνήθηκε μια παρέμβαση πλήρως συμβατή τόσο με την απόφαση του Ευρωδικαστηρίου, όσο και με τον στρατηγικό σχεδιασμό της Επιχείρησης.
Η παραγωγική βάση της ΔΕΗ μένει ανέπαφη, με μοναδική εξαίρεση ένα τμήμα των λιγνιτικών μονάδων, στο οποίο, έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει σταδιακά να υπάρξει αποεπένδυση, στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδίου της Επιχείρησης για στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Και φυσικά, η παρούσα συμφωνία δεν αφορά πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων, αλλά ούτε και μονάδων φυσικού αερίου.
Πλέον, η ΔΕΗ έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει το στρατηγικό της σχεδιασμό, εκμεταλλευόμενη τη φθηνή ενέργεια που προσφέρουν παλαιότερες επενδύσεις σε υδροηλεκτρικά και παράλληλα επενδύοντας σε ΑΠΕ.