Την ανάγκη για μια ισχυρή ενοποιημένη Ευρώπη, με θεσμική και πολιτική συνοχή του όλου ευρωπαϊκού οικοδομήματος, υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος μιλώντας στο 4ο Τριετές Συνέδριο της Αθήνας -που διεξάγεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών- με κεντρικό θέμα «Αλλάζει αυτός ο κόσμος;».
Υποστήριξε ότι η μορφή, την οποία θα πάρει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μετά το πέρας της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι μια ομοσπονδιακή σύνδεση των κρατών-μελών, που εδράζεται στην, αρχή της αλληλεγγύης, με μια διακυβέρνηση, η οποία στηρίζεται στο σεβασμό της δημοκρατικής αρχής μέσω των θεσμικών αντηρίδων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση η ΕΕ, είπε ο κ. Παυλόπουλος, θα πρέπει να ενισχύσει το θεσμικό πλαίσιο για τη λήψη αποφάσεων τόσο στην ενιαία εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας, όσο και στην οικονομική διακυβέρνηση με τη θεσμική κατοχύρωση του Eurogroup, με την ενίσχυση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ και με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.
Ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε πως ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερβαίνει τους λαούς της και είναι, κυριολεκτικώς, πλανητικός με την έννοια ότι ο ρόλος αυτός είναι υπαρξιακός για την πορεία της ανθρωπότητας στο σύνολό της, αναφορικά με την εκπλήρωση του προορισμού της.
Εξήγησε ότι ο ρόλος της δεν είναι αμιγώς οικονομικός, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δημιουργήθηκε για να κατακτήσει, με κάθε κόστος, την παγκόσμια οικονομική κορυφή. Ακόμη περισσότερο, και πάλι με βάση τους όρους δημιουργίας της, η Ευρωπαϊκή Ένωση -βεβαίως πάντοτε υπερασπιζόμενη τα σύνορα, την εδαφική ακεραιότητα και την εθνική κυριαρχία των κρατών-μελών, που είναι και δικά της σύνορα, δική της εδαφική ακεραιότητα και δική της κυριαρχία- δεν είναι προορισμένη να καταστεί η ισχυρότερη, παγκοσμίως, στρατιωτική δύναμη.
Ο πλανητικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνέχισε, συνίσταται στο ότι -με βάση την Ιστορία της, τον Πολιτισμό της και τις συνθήκες γέννησης του οράματος που οδηγεί τα βήματα της ολοκλήρωσής της- οφείλει να εξελιχθεί στη δύναμη εκείνη που θα υπερασπισθεί υπαρξιακές, για την ανθρωπότητα, αρχές και αξίες: τις αξίες της Ειρήνης, της Δημοκρατίας -ειδικότερα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας- και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου -κυρίως δε των Δικαιωμάτων που συνδέονται αρρήκτως με την έννοια της Δικαιοσύνης, ιδίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Ο Προκόπης Παυλόπουλος υπογράμμισε ότι το όλο εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, πρέπει να συνδυασθεί και με τη δημιουργία και αποτελεσματική λειτουργία αξόνων δράσης, στους τομείς της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας και, δεύτερον, της Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής.
Επισημαίνοντας το αρνητικό γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν παρενέβη ενεργώς όσο θα έπρεπε στα τεκταινόμενα λόγω του πολέμου στη Μέση Ανατολή και, κατά συνέπεια, και στη χάραξη αποτελεσματικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του ISIS, σημείωσε ότι η κατάσταση αυτή έφερε στο φως και το σημαντικό θεσμικό και πολιτικό κενό που προκύπτει εκ του ότι ο άξονας της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, των άρθρων 23 επ. της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣυνθΕΕ), ήταν και παραμένει σχεδόν «ατροφικός».
Κατά συνέπεια, συνέχισε παρίσταται, έστω και τώρα, άμεση ανάγκη ολοκληρωμένης ενεργοποίησης και εφαρμογής των θεσμών της ΚΕΠΠΑ, στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 23 επ. της ΣυνθΕΕ. Τούτο συνεπάγεται, περαιτέρω, και:
α) Τον πλήρη σεβασμό της αρχής της Συνεννόησης και, ιδίως, της Αλληλεγγύης κατά τη χάραξη και εφαρμογή της ΚΕΠΠΑ, όπως ρητώς ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 1 εδ. α΄ της ΣυνθΕΕ.
β) Καθώς και τον πλήρη σεβασμό της αρχής της Αλληλεγγύης στους τομείς του Ασύλου και της Μετανάστευσης, δηλαδή τον πλήρη σεβασμό των διατάξεων των άρθρων 77 επ. της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και κατ’ εξοχήν του άρθρου 80 που ρητώς αναφέρεται στην ως άνω αρχή της Αλληλεγγύης. Αυτό καθίσταται τόσο περισσότερο αναγκαίο, όσο κατά την κρίση στην Μέση Ανατολή παρατηρείται, όπως ήδη επισημάνθηκε αναλυτικώς, εκ μέρους ορισμένων κρατών-μελών, μια προκλητική παραβίαση της αρχής της Αλληλεγγύης ως προς την αντιμετώπιση των προσφύγων υπό όρους ανθρωπισμού και δικαιοσύνης, ήτοι υπό όρους πλήρους σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Παραβίαση, η οποία συνοδεύεται και από μιαν εξίσου προκλητική άγνοια της έννοιας των θαλασσίων συνόρων των κρατών-μελών, επέκεινα δε της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του τρόπου φύλαξής τους υπό όρους πλήρους σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.
Εκτεταμένη αναφορά έκανε και στην οικονομική και νομισματική πολιτική σημειώνοντας ότι οι θεσμοί, μέσω των οποίων λειτουργεί ο άξονας της Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάζουν σημαντικά κενά και, άρα, εξίσου σημαντικές ατέλειες, οι οποίες μπορεί να υπονομεύσουν κυρίως την αναπτυξιακή προοπτική της ευρωζώνης και την αντίστοιχη προοπτική του κοινού νομίσματος, του ευρώ. Για ν’ αντιμετωπισθεί το ενδεχόμενο αυτό και, επέκεινα, να ευοδωθεί ουσιαστικώς το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, κρίνονται αναγκαίες οι εξής τομές ως προς συγκεκριμένους θεσμούς της Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Πρώτον, απαιτείται η ολοκλήρωση των θεσμικών μεταβολών, μέσω των οποίων θα προσδιορισθεί επακριβώς -υπό όρους Ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου- η όλη οργάνωση και λειτουργία του Eurogroup. Έτσι ώστε να πάψει να υφίσταται η κατά τη νομολογία του ΔΕΕ -όπως αναλύθηκε προηγουμένως- θεσμική «αφάνεια» του Eurogroup. «Αφάνεια», η οποία δεν είναι συμβατή με τον καθοριστικό ρόλο, τον οποίο διαδραματίζει στην πράξη το Eurogroup για την Ευρωζώνη στο σύνολό της. Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, δεν είναι συμβατή με τις θεμελιώδεις αρχές του ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου και της εξ αυτού απορρέουσας αρχής της νομιμότητας.
Δεύτερον, απαιτείται ο άμεσος εφοδιασμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με όλα εκείνα τα θεσμικά μέσα, με τα οποία μπορεί να φέρει σε πέρας την, κατά τον προορισμό της, αποστολή της.
Εξήγησε δε ότι η ανάγκη διασφάλισης στην ΕΚΤ των κατάλληλων μέσων για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη γίνεται ακόμη πιο επιτακτική, λόγω του ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται μπροστά σε μια τεραστίων διαστάσεων κρίση χρέους, η οποία φέρνει στην επικαιρότητα τη θεωρία της «Στιγμής Μίνσκι» ή της «Στιγμής του Τσακαλιού» («Minsky Moment», «coyote Moment»).
Σ’ αυτό το πλαίσιο η ΕΚΤ πρέπει να εφοδιασθεί ιδίως με τα μέσα που της επιτρέπουν:
– Ν’ ασκήσει αποτελεσματικά τον εποπτικό της ρόλο στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος που υπάγεται σ’ αυτήν.
– Ν’ αντιμετωπίσει την άκρως επικίνδυνη κρίση χρέους, που εκδηλώνεται απειλητικά στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να επισημανθεί ότι, δίχως την θεσμοθέτηση ενός είδους κατάλληλου «ευρωομόλογου», η ΕΚΤ δεν θα μπορέσει ν’ ανταποκριθεί στην αποστολή της για την αντιμετώπιση της προαναφερόμενης κρίσης χρέους και, συνακόλουθα, στην αποστολή της για την δημιουργία προϋποθέσεων πραγματικής και βιώσιμης ανάπτυξης κυρίως εντός Ευρωζώνης.
Απαιτείται, είπε ακόμη, η πλήρης μετατροπή, το ταχύτερο δυνατόν, του ESM σε πραγματικό Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Η εξέλιξη αυτή από την μια πλευρά θ’ αποτρέψει στο μέλλον την επανάληψη του φαινομένου της ανάμιξης στα interna corporis της Ευρωζώνης οργανισμών δίχως την ανάλογη εμπειρία. Και, από την άλλη πλευρά, θα βοηθήσει ουσιωδώς την ΕΚΤ στην ευόδωση της, κατά τ’ ανωτέρω, αποστολής της.
Κλείνοντας ο κ. Παυλόπουλος αναφέρθηκε στο Brexit, λέγοντας ότι πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλους εκείνους που πιστεύουμε στο ευρωπαϊκό όραμα. Πέραν τούτου, και το κυριότερο: Μόνον η ρεαλιστική προοπτική μιας ισχυρής Ενωμένης Ευρώπης μπορεί να εξουδετερώσει τα μορφώματα του λαϊκισμού ή και του νεοναζισμού τα οποία, όπως προκύπτει από όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις στα κράτη-μέλη μέσα στο 2017, αναφύονται και επιβουλεύονται, απροκάλυπτα, τη συνοχή και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΑΠΕ-ΜΠΕ