Μετά την El Pais που έκανε πρώτη χρήση του ελληνικού όρου «kolotoumba» για το δημοψήφισμα της Καταλονίας, σειρά έχουν τώρα για να τον επαναφέρουν οι Financial Times οι οποίοι εξετάζουν το σενάριο να μείνει η Βρετανία στην ΕΕ, παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος!
Σε άρθρο τους με τίτλο «Ελληνικά μαθήματα για τους οπαδούς του Brexit» (Greek Lessons for Brexiters), γίνεται αναφορά στον Αλέξη Τσίπρα για το πως έκανε “κωλοτούμπα” με το δημοψήφισμα του 2015 που αγνόησε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
“Η «κωλοτούμπα» έγινε της μόδας το 2015, ως αντίδραση στην τακτική του Αλέξη Τσίπρα, του κάποτε ριζοσπάστη αριστερού πρωθυπουργού της Ελλάδας. Αφότου επέμεινε για μήνες πως δεν θα υποχωρήσει μπροστά στους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας, ο κ. Τσίπρας «έκανε τούμπα» και αποδέχθηκε μια έκτακτη οικονομική διάσωση, της οποίας οι όροι ήταν πιο αυστηροί από εκείνους που είχαν προσφερθεί αρχικά”, σημειώνει το δημοσίευμα.
Επίσης το άρθρο στη συνέχεια κάνει αναφορά στο ελληνοβρετανικό συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Ναύπλιο, όπου οι συμμετέχοντες κατέληξαν να αντιπαρατίθενται στο αν μια “κωλοτούμπα” είναι πιθανή στην περίπτωση του Brexit. Θα ήταν εύλογο, παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του Ιουνίου του 2016, η Βρετανία να μη φύγει από την ΕΕ;
“Πολλοί συμμετέχοντες υπερασπίστηκαν ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αλλά ελάχιστοι το θεώρησαν πιθανό. Ένας αντίθετος στη συμμετοχή της Βρετανίας στην ΕΕ, τοποθέτησε τις πιθανότητες μιας κωλοτούμπας στο 0,1%. Αντιθέτως, ένας υποστηρικτής έκανε λόγο για ένα εύρος 10 με 30%”, γράφει.
“Αρκετοί συμμετέχοντες παρατήρησαν πως ο χρόνος κυλά ανελέητα προς τον Μάρτιο του 2019, την ημερομηνία κατά την οποία έχει προγραμματιστεί η αποχώρηση της Βρετανίας. Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit υποτίθεται πως θα πρέπει να έχουν τελειώσει γύρω στον Οκτώβριο του 2018. Αν πραγματοποιούνταν κωλοτούμπα, τότε η βρετανική κοινή γνώμη θα χρειαζόταν να μετατοπιστεί σθεναρά κατά του Brexit στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών”, αναφέρεται στο άρθρο.
Το δημοσίευμα προσθέτει πως μια κωλοτούμπα θα απαιτούσε από πολλούς πολιτικούς στο Ουεστμίνστερ να αναλάβουν το ρίσκο να αρνηθούν να αποδεχθούν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ως τελευταία λέξη του βρετανικού λαού επάνω στην έξοδο από το ευρώ. Ένα τέτοιο βήμα μπορεί να πλήξει κάπως το Εργατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης. Αλλά σίγουρα θα πυροδοτήσει το χάος στους Συντηρητικούς.
Μερικά στοιχεία από δημοσκόπηση του YouGov αυτό τον μήνα, για λογαριασμό των Times του Λονδίνου, δείχνουν πως η διάθεση του κοινού αρχίζει να αλλάζει.
Είναι πολύ νωρίς για να το ονομάσουμε αυτό «τάση», και μπορεί να μην κρατήσει, προειδοποιεί ο Peter Kellner, Βρετανός δημοσκόπος, σε μπλογκ στο περιοδικό Prospect.
Η έρευνα του YouGov έδειξε (αφότου αφαίρεσε τα «δεν ξέρω») ότι το 53% των συμμετεχόντων πιστεύει πως η ψήφος υπέρ του Brexit είναι λάθος και 47% πως είναι σωστή. Αυτό το προβάδισμα έξι μονάδων του «λάθος» είναι το μεγαλύτερο μεταξύ 41 δημοσκοπήσεων που έχει πραγματοποιήσει το YouGov μετά το δημοψήφισμα. Τον Ιούνιο του 2016, η ψήφος υπέρ της αποχώρησης ήταν στο 52%, έναντι 48%.
Ο κ. Kellner εντοπίζει δύο παράγοντες πίσω από την αλλαγή. Πρώτον, κάποιοι ψηφοφόροι από την εργατική τάξη αλλάζουν γνώμη. Στις αρχές Αυγούστου, το YouGov ανακάλυψε πλειοψηφία 63%, έναντι 37%, που στήριζε το Brexit μεταξύ αυτής της κοινωνικής ομάδας. Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, το προβάδισμα είχε συρρικνωθεί σε 56% έναντι 44%.
Ο μειούμενος ενθουσιασμός για το Brexit μπορεί να αντανακλά την πίεση στο βιοτικό επίπεδο μετά το δημοψήφισμα, καθώς και μια ανησυχία για τις οικονομικές προοπτικές της Βρετανίας μετά την έξοδο από το ευρώ.
Δεύτερον, όλο και περισσότεροι Βρετανοί αποδοκιμάζουν τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται η κυβέρνηση Μέι τις διαπραγματεύσεις Brexit. Τον Απρίλιο, όταν η πρωθυπουργός κάλεσε στις φετινές κοινοβουλευτικές εκλογές, το 40% πίστευε πως η κυβέρνησή της χειριζόταν καλά τις συζητήσεις και 35% άσχημα. Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, το 64% επέλεξε το «άσχημα» και μόνο το 21% το «καλά».
Αυτές οι αλλαγές στην κοινή γνώμη αντανακλούν, κατά ένα μέρος, τη γνώση του κοινού επάνω στους πικρούς εσωτερικούς διχασμούς της κυβέρνησης στο θέμα της αποχώρησης. Όσο περισσότερο παραμένει η διχογνωμία, τόσο δυσκολότερο γίνεται το έργο των Συντηρητικών να κρατήσουν την πλειοψηφία του λαού υπέρ του Brexit.