Την ανάγκη δημιουργίας ενός σταθερού και ενιαίου πλαισίου προστασίας των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος στην Ευρώπη υπογράμμισε ο Κώστας Χρυσόγονος. Ο Έλληνας ευρωβουλευτής σε ομιλία του στις 07.09.2017, στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την επεξεργασία πρότασης ψηφίσματος για τη θέσπιση μέτρων προστασίας των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος, στην οποία είναι σκιώδης εισηγητής, τόνισε πως η κατάλληλη προστασία αυτών προωθεί μια δημοκρατική νοοτροπία λογοδοσίας. Συγχρόνως, ενθαρρύνει την αναφορά απάτης και διαφθοράς και ενισχύει τις δυνατότητες πρόληψης ή αντιμετώπισης παράνομων πράξεων ή παραλείψεων που έχουν αντίκτυπο στο δημόσιο συμφέρον. Παράλληλα επισήμανε ότι η εως τώρα απουσία νομοθετικής σαφήνειας στα εν λόγω ζητήματα αποτρέπει τους πιθανούς πληροφοριοδότες από το να αποκαλύψουν τις πληροφορίες που διαθέτουν, προκειμένου να ωφελήσουν το δημόσιο συμφέρον. Υπογράμμισε έτσι την ανάγκη θέσπισης ενός σαφούς νομικού πλαισίου, που θα παρέχει για πρώτη φορά ολοκληρωμένη, αποτελεσματική προστασία σε αυτά τα πρόσωπα, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας:
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Καταρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω την κ. Rozière για την εξαιρετική συμβολή της σε αυτό το φάκελο. Η προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος είναι η τελική γραμμή άμυνας για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Η αποτελεσματική προστασία τους βοηθά σημαντικά τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να προλαμβάνουν και να αντιμετωπίζουν παραβιάσεις των αρχών της ακεραιότητας και της κατάχρησης εξουσίας, που απειλούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αυξάνουν την ανεργία, περιορίζουν ή στρεβλώνουν τον δίκαιο ανταγωνισμό και υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών σε δημοκρατικούς θεσμούς και τις διαδικασίες στο δίκαιο της ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο.
Η κατάλληλη προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος, καθώς και των ατόμων που βοηθούν στην αποκάλυψη σχετικών πληροφοριών, προωθεί μια δημοκρατική νοοτροπία λογοδοσίας σε δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα. Ενθαρρύνει την αναφορά περιπτώσεων κακώς κειμένων, απάτης, διαφθοράς, ενώ ενισχύει τη δυνατότητα επέμβασης για την αντιμετώπιση παράνομων πράξεων ή παραλείψεων που θίγουν το δημόσιο συμφέρον. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη προκειμένου να αναπτυχθεί στέρεο έδαφος που θα ευνοεί μια ανοιχτή κοινωνία και μια ακέραιη εξουσία, και το οποίο θα επιτρέπει την αποτελεσματική προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος. Και τούτο διότι πολλά κράτη μέλη δεν έχουν θεσπίσει ως τώρα αποτελεσματικά και σαφή μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο μερικά κράτη μέλη έχουν εισαγάγει επαρκώς προηγμένα συστήματα προστασίας πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος. Υπό αυτές τις συνθήκες, η απουσία νομοθετικής σαφήνειας αποτρέπει τους πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος να γνωστοποιήσουν στις αρμόδιες αρχές τις πληροφορίες που διαθέτουν .
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλά νομικά πλαίσια των κρατών μελών της ΕΕ, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα, οι υπάλληλοι υπόκεινται σε υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας όσον αφορά ορισμένες πληροφορίες, με πιθανή συνέπεια οι εκάστοτε πληροφοριοδότες να αντιμετωπίζουν πειθαρχικές κυρώσεις για την υποβολή σχετικών αναφορών εκτός της εργασίας τους. Σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ, πάνω από το ένα τρίτο των οργανισμών, που διαθέτουν μηχανισμούς υποβολής εκθέσεων, δεν έχουν διαμορφώσει ρυθμίσεις για την άσκηση πολιτικής με στόχο την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος από το ενδεχόμενο αντιποίνων.
Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας να θεσπιστεί ένα περιεκτικό και συγκεκριμένο ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο θα εγγυάται υψηλό επίπεδο προστασίας των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς και στα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Επιπλέον, πρέπει να καθιερωθεί σαφής διαδικασία για την ορθή διαχείριση των αποκαλύψεων που παρέχουν οι πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος. Το πλαίσιο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένους ορισμούς, αποτελεσματικά μέτρα προστασίας έναντι οιασδήποτε μορφής αντιποίνων, καθώς και απαλλαγές αυτών από ποινικές και αστικές διαδικασίες, υπό ορισμένως προϋποθέσεις. Επίσης, θα πρέπει να υποχρεωθούν οι επιχειρήσεις να δημιουργήσουν ασφαλή εσωτερικά συστήματα προστασίας πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος.
Κατά την άποψή μου, ο όρος «πληροφοριοδότης δημοσίου συμφέροντος» (“whistle-blower”) πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως. Θα πρέπει να περιλαμβάνει τα πρόσωπα που έχουν εύλογη απόδειξη για παράνομη ή επιβλαβή πράξη που υπονομεύει ή θέτει σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον, ακόμα κι αν ο ίδιος δεν είναι αυτόπτης μάρτυρας. Ειδικά οι πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι υπηρετούν σε κρίσιμους τομείς για τα δημόσια συμφέροντα (π.χ. στρατός, αστυνομία, μυστικές υπηρεσίες, προσωπικό των τραπεζών) πρέπει να απολαμβάνουν προσήκουσα προστασία. Όταν κάποιος αναγνωριστεί ως πληροφοριοδότης δημοσίου συμφέροντος, τα μέτρα που λαμβάνονται εναντίον του θα πρέπει να τερματιστούν. Αυτός θα πρέπει μάλιστα να λαμβάνει πλήρη αποζημίωση για τις οικονομικές, κοινωνικές, ηθικές και ψυχολογικές βλάβες, όπως απώλεια αποδοχών και θέσης, καθώς και για την ψυχική οδύνη που υπέστη.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να συσταθούν ανεξάρτητες εθνικές και ενωσιακές αρχές για την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος και την επαλήθευση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που συλλέγονται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να αναπτύξουν αρχείο σχετικών δεδομένων, σημεία αναφοράς καταγγελιών και συγκεκριμένους δείκτες για την αποτελεσματική πολιτική προστασίας των πληροφοριοδοτών στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Πρέπει επίσης να δημιουργηθούν εύκολα προσβάσιμες ιστοσελίδες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, παρέχοντας συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος. Θα πρέπει να καταστεί δυνατή η εμπιστευτική υποβολή των καταγγελιών σε αυτές. Επιπλέον, θα πρέπει να συσταθεί ειδική μονάδα με γραμμή αναφοράς καθώς και σχετικές ανοικτές γραμμές επικοινωνίας, δικτυακοί τόποι και ασφαλή σημεία επαφής εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εντός κάθε εθνικού κοινοβουλίου των κρατών μελών για τη λήψη σχετικών πληροφοριών από τους πληροφοριοδότες. Οι ειδικές αυτές μονάδες πρέπει επίσης να παρέχουν συμβουλές και βοήθεια για την προστασία τους από τυχόν αντίποινα.
Κοντολογίς, ο ρόλος των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος στην αποκάλυψη παρανομιών που υπονομεύουν ή θέτουν σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω με όλα τα δυνατά μέσα, υπό την προϋπόθεση του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αυτός είναι τελικά και ο κεντρικός στόχος των τροπολογιών που έχω ήδη καταθέσει.