Το σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας για την ενεργειακή πολιτική παρουσίασε σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε σχετική εκδήλωση στην Πειραιώς, το οποίο βασίζεται σε τέσσερις βασικές προτεραιότητες:
– Προτεραιότητα πρώτη, η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας και τροφοδοσίας της χώρας.
– Προτεραιότητα δεύτερη, η μείωση του κόστους της ενέργειας, ώστε να είναι προσιτό για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και ανταγωνιστικό σε σχέση με άλλα γειτονικά κράτη.
– Προτεραιότητα τρίτη η προστασία του περιβάλλοντος, με εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας.
– Και προτεραιότητα τέταρτη, η προσέλκυση επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα. Για να αναπτυχθεί η αγορά ενέργειας, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να τονωθεί η ανάπτυξη.
Για τη ΔΕΗ σημείωσε: «Η ΔΕΗ σήμερα είναι πραγματικά σε πολύ άσχημη κατάσταση. Οι οφειλές ανεβαίνουν, η μετοχή κατρακυλάει, τα προβλήματα ρευστότητας είναι τεράστια. Και οι χειρισμοί της κυβέρνησης στο θέμα της ΔΕΗ ζημιώνουν τους πολίτες και βλάπτουν τα συμφέροντα της χώρας. Είναι τραγικοί. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση πολέμησε και ως κυβέρνηση εγκατέλειψε το μοντέλο της “μικρής ΔΕΗ”, που είχε δρομολογήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Στη συνέχεια, όμως, συμφώνησε με την τρόικα να περιοριστεί η παρουσία της ΔΕΗ από το 95%, περίπου, της αγοράς, στο 50%, μέσα σε τρία-τέσσερα χρόνια. Αυτό έγινε με μηδενικό αντάλλαγμα για την Επιχείρηση και χωρίς καμία περαιτέρω παρέμβαση στις δομές της εταιρείας. Και τα συμπεράσματα είναι πρόδηλα. Η κυβέρνηση συμφώνησε να χαρίσει το πελατολόγιο της μισής ΔΕΗ, χωρίς να αλλάξει ουσιαστικά τη δομή της. Και τώρα να ψάχνει η κυβέρνηση να βρει τι θα πουλήσει, διότι ξέρει ότι, χωρίς ιδιωτικοποίηση τμήματος της ΔΕΗ, η εταιρεία θα καταρρεύσει».
Ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε επείγουσα προτεραιότητα την εξυγίανση της ΔΕΗ και τόνισε ότι μπορεί να γίνει με τέσσερα σταθερά βήματα:
– «Πρώτον, άμεσα μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος ρευστότητας της εταιρείας. Ένα από αυτά είναι η επανεξέταση της εκπτωτικής πολιτικής και η αυστηρή διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
– Δεύτερον, να συναφθεί σύμβαση παραχώρησης ή πώλησης με διεθνή διαγωνισμό ορισμένων λιγνιτικών μονάδων και υδροηλεκτρικών εργοστασίων της ΔΕΗ, μέσα από τη δημιουργία μίας ή και περισσότερων καθετοποιημένων θυγατρικών. Και αυτό αποτελεί μια αναγκαστική κίνηση, λόγω των δεσμεύσεων της κυβέρνησης για βίαιη μείωση του μεριδίου αγοράς της.
– Τρίτον, κεφάλαιο της ΔΕΗ είναι οι άνθρωποί της. Δεν αξιοποιούνται όπως πρέπει. Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Και θα αλλάξει μέσα από μια νέα διοικητική δομή και με αποδέσμευση της επιχείρησης από τις σφικτές απαιτήσεις που διέπουν τις δημόσιες επιχειρήσεις.
– Και τέταρτον, η ΔΕΗ πρέπει να συμμαχήσει με στρατηγικό επενδυτή, που θα τη βοηθήσει να ξεπεράσει μια δύσκολη καμπή, να δυναμώσει και να αναπτυχθεί».
Και συνέχισε: «Χρειαζόμαστε ιδιωτικές επενδύσεις, θέλουμε αξιόπιστες υποδομές, θέλουμε μείωση του ενεργειακού κόστους, ώστε να σωθεί η ΔΕΗ και να μην χαθούν άλλες θέσεις εργασίας. Θα ιδιωτικοποιήσουμε τον ΑΔΜΗΕ σε ποσοστό 66%. Και έτσι θα βρεθεί ένα τμήμα των αναγκαίων κεφαλαίων για την αποκατάσταση της ρευστότητας της ΔΕΗ, αλλά και για να γίνουν επενδύσεις, που απαιτεί το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας».
Ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να εκτοξεύσει τα βέλη του προς την κυβέρνηση:
«Δυστυχώς, η χώρα μας δεν έχει καμία κατεύθυνση, ούτε στα θέματα ενέργειας. Και δεν έχει κατεύθυνση, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε το μηδενισμό ως αντιπολίτευση και έχει μηδενική πολιτική στα ενεργειακά ως κυβέρνηση. Για την ακρίβεια, απειλεί να κάνει τεράστια ζημιά στον τομέα της ενέργειας, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει -όπως καλά γνωρίζετε- πολύ μεγάλες δυσκολίες. Δυσκολίες που τις υποδηλώνει, με τον πιο τρανταχτό τρόπο, το αδιέξοδο στο οποίο πάει να παγιδευτεί η ΔΕΗ. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δυστυχώς, διαλύει τη ΔΕΗ, αδρανοποιεί τον εθνικό σχεδιασμό στην ενέργεια και καθηλώνει τη χώρα, κάτι που βάζει όλη την Ελλάδα σε κίνδυνο. Εμείς ερχόμαστε να ελευθερώσουμε τη δυναμική του κλάδου της ενέργειας. Είναι μεγάλη και -το γνωρίζετε καλά- παραμένει αναξιοποίητη. Η ενέργεια μπορεί και πρέπει να γίνει καταλύτης για την αναπτυξιακή της χώρας. Μπορούμε να το πετύχουμε. Έχουμε δικό μας σχέδιο. Έχουμε με το μέρος μας -είναι σήμερα μαζί μας- τους ανθρώπους που γνωρίζουν πως θα το υλοποιήσουν. Ξέρουμε τι θέλουμε, ξέρουμε πώς μπορεί να γίνει. Γιατί η Ελλάδα μπορεί και αξίζει καλύτερα. Γιατί η αισιοδοξία μπορεί και πρέπει να φωτίσει την προοπτική της χώρας».