Δεν αποκλείει το σενάριο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών/ Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) Μίχαελ Φουξ σε συνέντευξή του στη Γερμανική Ραδιοφωνία (Deutschlandfunk) τονίζοντας χαρακτηριστικά «ένα από τα σενάρια είναι σίγουρα να εγκαταλείψει η Ελλάδα την ευρωζώνη. Δεν θέλουμε και δεν μπορούμε να αποβάλουμε την Ελλάδα από την ευρωζώνη- δεν είναι και νομικά επιτρεπτό. Αυτό θα πρέπει να το αποφασίσει μόνη της. Θα μπορούσε να βγει, να υιοθετήσει ένα νέο νόμισμα, μία νέα δραχμή ή οτιδήποτε άλλο και να προβεί σε μαζική υποτίμησή του. Αυτό είναι ένα πιθανό σενάριο, ώστε να μην χρεοκοπήσει».
Σύμφωνα με τον κ. Φουξ, το σενάριο ενός «Grexit» καθίσταται άκρως πιθανό αν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και επιχειρήσει να ανατρέψει τις συμφωνίες με τους δανειστές και να αντιστρέψει το μεταρρυθμιστικό έργο των τελευταίων ετών.
Ο κ. Φουξ παραδέχθηκε ότι ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη δεν αποκλείεται να πλήξει εκτός από την ίδια την Ελλάδα και τους δανειστές της χώρας. Ως εκ τούτου ενδέχεται να υποστούν απώλειες μεταξύ άλλων και οι γερμανοί φορολογούμενοι. Ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των Χριστιανοδημοκρατών / Χριστιανοκοινωνιστών δεν συμμερίζεται όμως την άποψη ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ θα έθετε σε κίνδυνο το κοινό νόμισμα, τονίζοντας την ύπαρξη δικλίδων ασφαλείας, όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης Τραπεζών. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι “η κατάσταση έχει αλλάξει εντελώς. Πριν από τρία-τεσσερα χρόνια ήταν σαφώς κρισιμότερη. Ως εκ τούτου, το ευρώ δεν κινδυνεύει, κατά τη γνώμη μου, από την Ελλάδα. Η Ελλάδα συνεισφέρει κάτι παραπάνω από το 1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης και αυτό καταδεικνύει ότι δεν συνιστά τεράστιο κίνδυνο. Αυτό μπορεί κανείς να το εξετάσει ψύχραιμα. Κυρίως αυτοί που προμηνύουν την κατάρρευση του ευρώ έχουν διαφορετικά συμφέροντα από αυτά που θα έπρεπε να έχουν”.
Ο κ. Φουξ άσκησε κριτική στα σχέδια της ΕΚΤ και του κ. Ντράγκι για μαζική αγορά ομολόγων χωρών της ευρωζώνης από τη δευτερογενή αγορά με σκοπό να αυξήσει τη ρευστότητα ώστε να δοθεί αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία. Παράλληλα θεωρεί ότι η δραστική μείωση του βασικού επιτοκίου στο ιστορικό χαμηλό του 0,05% στο πλαίσιο της νομισματικής χαλάρωσης μειώνει τον μεταρρυθμιστικό ζήλο των κυβερνήσεων.
Καταλήγοντας υποστήριξε ότι «εξαιτίας του εξαιρετικά φθηνού χρήματος, πολλές χώρες-από τη Γαλλία μέχρι την Ιταλία κτλ- δεν δέχονται την πίεση που είχαν παλαιότερα, όταν τα επιτόκια ήταν υψηλότερα. Αυτό ισχύει μάλιστα και για εμάς. Το 2015 δεν θα χρειαστεί να αναλάβουμε νέα χρέη, αλλά αν τα επιτόκια ήταν αισθητά υψηλότερα, θα είχαμε δυσκολίες να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο. Επομένως, αυτό δείχνει ότι η πίεση, η οποία χάθηκε εξαιτίας των χαμηλών επιτοκίων, θα μπορούσε να αυξηθεί εκ νέου- αυτό είναι κάτι που σαφώς θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς».
Πηγή: Deutsche Welle