Με κατηγορηματικό τρόπο η κυβέρνηση δια στόματος του κυβερνητικού εκπροσώπου Δ. Τζανακόπουλου ξεκαθάρισε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι δεν πρόκειται να δεχθεί σε καμία περίπτωση νέα μέτρα μετά την λήξη του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018. «Δηλώνουμε κατηγορηματικά» τόνισε ότι «το ΔΝΤ οφείλει να κατανοήσει ότι δεν πρόκειται να αποδεχθούμε σε καμία περίπτωση την απαίτηση για μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος […]. Εμμένουμε σταθερά στη θέση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποτελεί την εξαίρεση στην ευρωπαϊκή κανονικότητα σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις».
Προανήγγειλε ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός θα αναλάβουν πρωτοβουλίες για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση χωρίς νέα μέτρα και με αποκατάσταση του εργασιακού μοντέλου και κατέστησε σαφές ότι «η μπάλα είναι στο ΔΝΤ».
«Περιμένουμε από ΔΝΤ και τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ να συμβάλλουν στην προσπάθεια που κάνουμε. Και στο εσωτερικό της χώρας πρέπει να κατανοήσουν την κρισιμότητα της κατάστασης» ανέφερε ο κ. Τζανακόπουλος και κάλεσε στο εσωτερικό της χώρας να κατανοήσουν όλοι την κρισιμότητα των στιγμών κατηγορώντας την αξιωματική αντιπολίτευση ότι έχει επιλέξει μια μίζερη στάση η οποία είναι «σταθερά προσηλωμένη στη στρατηγική του 4ου μνημονίου».
Ο κ. Τζανακόπουλος χαρακτήρισε την απόφαση του Eurogroup για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα «σημαντική επιτυχία και αποφασιστικό βήμα για τη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης» και έκανε ειδική αναφορά στη σημασία του μέτρου της μετατροπής των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά, ύψους 1,5%, και στο γεγονός ότι απέκρουσε υπερβολικές απαιτήσεις.
«Το ΔΝΤ δεν μπορεί να πιέζει την ελληνική κυβέρνηση για νέα μέτρα και όχι τους Ευρωπαίους εταίρους για μείωση των πλεονασμάτων» τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος και πρόσθεσε ότι «ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στο χθεσινό Eurogroup αντί να πιέσει για μείωση των υψηλών πλεονασμάτων φάνηκε να τα αποδέχεται».
Σχετικά με το θέμα της μείωσης των πλεονασμάτων ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει τη συζήτηση για την ανάγκη συγκεκριμενοποίησης μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, που φυσικά περιλαμβάνει και τη συζήτηση για τη μείωση των πλεονασμάτων μετά τη λήξη του προγράμματος και τόνισε ότι η θέση της κυβέρνησης είναι πως τα πρωτογενή πλεονάσματα οφείλουν να μειωθούν, ώστε «να αποκτήσουμε δημοσιονομικό χώρο τόσο για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας όσο και την ελάφρυνση των πλέον αδύναμων συμπολιτών μας».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να απευθυνθεί στον λαό, ο κ. Τζανακόπουλος έκλεισε κάθε ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες λέγοντας πως η κυβέρνηση δεν έχει τίποτε άλλο στο μυαλό της από τη διαρκή προσπάθεια να κλείσει η αξιολόγηση ει δυνατόν έως το τέλος του χρόνου και κωδικοποίησε τους στόχους λέγοντας ότι είναι να κλείσει η β’ αξιολόγηση χωρίς νέα μέτρα μετά τη λήξη και μετά θα δούμε πώς θα καταλήξει η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, συζήτηση που είναι άμεσα συνυφασμένη με το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Επανέλαβε πως η θέση της ελληνικής πλευράς είναι η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην οικονομία να αναπνεύσει και σημείωσε ότι εκτός της επικείμενης Συνόδου Κορυφής, ο πρωθυπουργός θα αναλάβει πρωτοβουλίες για επικοινωνίες και συζητήσεις με Ευρωπαίους αξιωματούχους, προκειμένου να καταστήσει σαφείς και να εξηγήσει τις θέσεις της ελληνικής πλευράς στα ανοικτά θέματα της διαπραγμάτευσης.
Ερωτηθείς εάν υπάρχουν επαφές σε διπλωματικό επίπεδο με την τουρκική πλευρά ώστε να υπάρξει μια διμερής συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο πριν την πολυμερή στις 12 Ιανουαρίου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι «η πρόσκληση για την ύπαρξη διμερούς συνάντησης είναι ανοικτή από μέρους της ελληνικής πλευράς» και πρόσθεσε ότι «έχουμε επανειλημμένως δηλώσει βεβαίως ότι αυτή η διμερής συνάντηση έτσι ώστε να υπάρξει σύγκλιση και συνεννόηση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα των εγγυήσεων και της ασφάλειας είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση για να έχουμε μια επιτυχή πολυμερή συνάντηση μεταξύ όλων όσοι εμπλέκονται στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Χωρίς αυτή τη διμερή συνάντηση δεν θα είναι δυνατό να προχωρήσουμε με επιτυχία στο χρονοδιάγραμμα το οποίο έχει ήδη καθοριστεί».