«Το νέο τηλεοπτικό τοπίο, με κανόνες και με νόμιμες-πληρωμένες άδειες, θέτει τέλος στο καθεστώς της ασυδοσίας, που διήρκεσε τελικώς 25 χρόνια», δηλώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Νίκος Φίλης, αναφορικά με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης των καναλιών και τονίζει ότι «απομένουν δύο βήματα για τη διασφάλιση του δικαιώματος των πολιτών στην ενημέρωση», η συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) και η περαιτέρω αναβάθμιση της ΕΡΤ.
Εξάλλου, ο κ. Φίλης εμφανίζεται σίγουρος ότι θα κερδηθεί το στοίχημα του ανοίγματος των σχολείων με βιβλία και εκπαιδευτικούς στην τάξη, χωρίς κενά και επισημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των προσλήψεων των αναπληρωτών θα πραγματοποιηθεί πριν τις 12 Σεπτεμβρίου, παρά τα εμπόδια που προκύπτουν και αναφέρει ότι «αυτό συμβαίνει πάντα όταν προσπαθείς να αντιμετωπίσεις παθογένειες δεκαετιών, που στο χώρο της εκπαίδευσης αναπαράγονταν από το δικομματικό πελατειακό κράτος και στηρίζονται σε μικροκομματικές αντιπαραθέσεις και παρασυνδικαλιστικές πρακτικές».
Όσο για τις επόμενες αλλαγές στην Παιδεία, που αφορούν στην αναμόρφωση του λυκείου και την αλλαγή του τρόπου πρόσβασης στην τριτοβάθμια, ο κ. Φίλης τονίζει ότι «το σύστημα 4 χρόνια Γυμνάσιο και 2 χρόνια Λύκειο δεν είναι εφικτό να εφαρμοσθεί αυτή την στιγμή», αλλά θα αποτελέσει βάση διαλόγου.
Ακόμη, με αφορμή την πρόσφατη συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή του νομοσχεδίου για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, ο Υπουργός Παιδείας ασκεί κριτική στη στάση της Νέας Δημοκρατίας, να το καταψηφίσει, λέγοντας ότι επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι «η ΝΔ έχει πρόβλημα ταυτότητας». Παράλληλα, κατηγορεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι συζητά την πρόταση σχολαρχών να δίνει το κράτος κουπόνι, voucher, ώστε οι γονείς να επιλέγουν όποιο σχολείο, ιδιωτικό ή δημόσιο θέλουν και δηλώνει ότι «πρόκειται για περίεργη αντίληψη ιδιωτικοποίησης δημόσιων πόρων, που η ιστορία μας διδάσκει ότι συνοδεύεται από φαινόμενα εκτεταμένης διαφθοράς».
Τέλος, αναφορικά με την κριτική που ασκείται για τις αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών, τονίζει ότι «η αναμόρφωση του μαθήματος «αποτελεί προϋπόθεση για να παραμείνει υποχρεωτική η διδασκαλία του σε όλους τους μαθητές». Για το μάθημα της Ιστορίας, επισημαίνει ότι «είναι ώρα να προχωρήσουμε σε αλλαγές και στα προγράμματα σπουδών της Ιστορίας». Ωστόσο, τονίζει ότι δεν υπάρχει ανάλογη επεξεργασία που να έχει φτάσει σε πόρισμα και προσθέτει ότι «πιστεύω ότι η διδασκαλία της περιόδου του εμφυλίου πόλεμου μπορεί να ενισχύσει τη θετική σχέση των πολιτών με την ιστορική αλήθεια καθώς και την εθνική αυτογνωσία και συμφιλίωση. Προφανώς είναι ευαίσθητο θέμα και χρειάζεται ψυχραιμία και σεβασμό στα γεγονότα, τον πόνο και τις μνήμες όλων των Ελλήνων».