Μαξίμου: Οριστικά τέσσερις οι δημοπρατούμενες τηλεοπτικές άδειες

Οριστικά τέσσερις θα είναι οι δημοπρατούμενες άδειες, όπως ξεκαθαρίζει η κυβέρνηση εν όψει της διαδικασίας δημοπράτησης την προσεχή Τρίτη 30 Αυγούστου στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας.

Όπως αναφέρει το Μαξίμου σε σημείωμά του με τίτλο «16 αλήθειες για την αδειοδότηση των ιδιωτικών καναλιών» οι δημοπρατούμενες άδειες είναι οριστικά τέσσερις, καθώς «τόσες ‘σηκώνει’ η αγορά, δεδομένου ότι η σχετική διαφημιστική δαπάνη στην Ελλάδα έχει καταρρεύσει κατά τα μνημονιακά χρόνια από 600 στα 180 εκατ. ευρώ». «Καμία συζήτηση για επιπλέον άδειες, με βάση τα σημερινά δεδομένα», ξεκαθαρίζουν κυβερνητικοί παράγοντες, σύμφωνα με τους οποίους «σήμερα λειτουργούν τηλεοπτικοί σταθμοί ζημιογόνοι, που επιβίωναν χάρη στο τρίγωνο της διαπλοκής ‘κανάλια – τράπεζες – πολιτικοί’, ανταλλάσσοντας την πολιτική στήριξη σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ με θαλασσοδάνεια».

Αύριο, Πέμπτη 25 Αυγούστου, στα γραφεία της ΓΓΕΕ θα διεξαχθεί προσομοίωση της δημοπρασίας και για τον λόγο αυτό έχουν κληθεί οι εκπρόσωποι των υποψηφίων, ώστε να «εκπαιδευτούν» πλήρως και να μην αντιμετωπίσουν κανένα πρόβλημα την ερχόμενη Τρίτη.

«Η κυβέρνηση βάζει τέλος σε 27 χρόνια ανομίας» επισημαίνουν κυβερνητικοί κύκλοι τονίζοντας ότι «Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ δεν έκαναν ποτέ διαγωνισμό για τα κανάλια, αλλά έδωσαν 15 παρατάσεις ‘προσωρινά νόμιμης λειτουργίας’». Όπως σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι «η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που διαθέτει το ντροπιαστικό ‘προνόμιο’ να μην έχει ποτέ διενεργήσει διαγωνισμό για την αδειοδότηση των καναλιών».

Οι κύκλοι του Μαξίμου επαναλαμβάνουν ότι στόχος της δημοπρασίας η μεγιστοποίηση του τιμήματος για το ελληνικό Δημόσιο και διευκρινίζουν ότι «πρώτα μιλά η Επιτροπή και μετά οι υποψήφιοι». Όπως εξηγούν: «Η δημοπράτηση της κάθε μίας άδειας ξεχωριστά διεξάγεται σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, η 5μελής Επιτροπή Διενέργειας του διαγωνισμού (που απαρτίζεται από καθηγητές πανεπιστημίου, διδάκτορες και ανώτερα στελέχη της δημόσιας διοίκησης), αρχίζοντας από την τιμή εκκίνησης των 3 εκατ. ευρώ, αυξάνει το τίμημα κατά 500.000 ευρώ. Οι συμμετέχοντες έχουν τη δυνατότητα είτε να αποδεχθούν τη νέα τιμή, είτε να παραμείνουν αδρανείς (αποσυρόμενοι από τη διεκδίκηση της συγκεκριμένης άδειας και διατηρώντας την ευχέρεια να διεκδικήσουν την επόμενη). Στη συνέχεια, η επιτροπή αυξάνει το τίμημα κατά ‘βήματα’ (κατά την κρίση της και με ανώτατο όριο τις 500.000 ευρώ) και η διαδικασία αποδοχής/αδράνειας επαναλαμβάνεται. Όταν έχουν αποχωρήσει οι υπόλοιποι συμμετέχοντες και έχουν απομείνει μόνο δύο, η δημοπράτηση της άδειας περνά στη δεύτερη φάση. Τώρα, πλέον, μιλούν οι δύο υποψήφιοι, που καλούνται να καταθέσουν την τελική τους προσφορά σε κλειστό φάκελο. Σε περίπτωση ισόποσων προσφορών, επαναλαμβάνεται η διαδικασία των κλειστών φακέλων. Η άδεια απονέμεται στον πλειοδότη».

Το Μαξίμου υπογραμμίζει ακόμη ότι οι προσφορές είναι δεσμευτικές, κάτι που λειτουργεί «υπέρ της μεγιστοποίησης του τιμήματος που θα εισπράξει το ελληνικό Δημόσιο».

Τονίζει επιπλέον ότι η διαδικασία δεν έχει «καμία σύγκριση με το διαγωνισμό-σκάνδαλο της DIGEA» και διαβεβαιώνει ότι από τη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας (ΓΓΕΕ) έχουν ληφθεί όλες οι απαραίτητες προβλέψεις ώστε να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο διαρροής εμπιστευτικών πληροφοριών, κακόβουλης χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος υποβολής προσφορών ή τυχόν επικοινωνίας μεταξύ των συμμετεχόντων, με στόχο το συντονισμό των προσφορών (δημιουργία καρτέλ) και τη νόθευση του ανταγωνισμού.

 

Μέγαρο ΜαξίμουΤηλεοπτικές άδειες