Την αποχώρησή τους από όλα τα συλλογικά όργανα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ μετά την απόφαση για αυτόνομη κάθοδο στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου ανακοίνωσαν οι οργανώσεις ΑΡΑΝ και ΑΡΑΣ, οι οποίες έχουν τοποθετηθεί υπέρ της εκλογικής συνεργασίας με την Λαϊκή Ενότητα του Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Το Πανελλαδικό Συντονιστικό Όργανο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποφάσισε, την Κυριακή, κατά πλειοψηφία (65-15) ότι δεν υπάρχει έδαφος για εκλογική συνεργασία του μετώπου με τη Λαϊκή Ενότητα. Με την απόφαση αυτή διαφώνησαν και καταψήφισαν οι δύο συνιστώσες που αποχώρησαν.
Η Δέσποινα Κουτσούμπα, εκ των στελεχών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έγραψε για το ναυάγιο της συνεργασίας με τη Λαϊκή Ενότητα: «Οι πρώτες διαψεύσεις ήρθαν από τη στάση της ηγεσίας της ΛΑΕ εδώ και πολλές μέρες: καμία δημοκρατία, μισόλογα και διγλωσσία, ένας «αρχηγός» που κάνει συναντήσεις με περσόνες (μέχρι και με τον Καλφαγιάννη!), αλληλοφάγωμα για τις βουλευτικές έδρες, και μια αίσθηση συνέχειας του ΣΥΡΙΖΑ του 2013 (όμως έχουν περάσει πολλοί μήνες από τότε, κι αυτό το «σχέδιο» ναυάγησε και απέδειξε στον κόσμο πού οδηγεί! Όπως το είπε κι ένας απογοητευμένος ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ: κρύα σούπα), καμία αυτοκριτική για το τι έκαναν τόσον καιρό στην κυβέρνηση. Όλα αυτά τα έκανα στη μπάντα, γιατί με τον κόσμο που μίλαγα που έφευγε από τον ΣΥΡΙΖΑ και πήγαινε στη ΛΑΕ, έβλεπα ότι δεν σκεφτόταν έτσι. Χτες το πρωί, όταν η απάντηση της ΛΑΕ στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όμως, ήταν περίπου το «εμείς είμαστε το μέτωπο, όποιος θέλει μπαίνει σε μας», συνειδητοποίησα ότι δεν υπήρχε καμιά ανοιχτή διαδικασία της ΛΑΕ που να μπορώ να πάω και να ρωτήσω τους συντρόφους που συγκροτούν τη ΛΑΕ στη βάση αν συμφωνούν ή όχι με μια τέτοια στάση».
Η πορεία προς τη διάσπαση
Η Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως αναφέρει το in.gr, είχε ήδη από τις προηγούμενες ημέρες εισηγηθεί προς τις συνελεύσεις και το Πανελλαδικό Συντονιστικό Όργανο του κόμματος ότι δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για εκλογική συνεργασία με τη Λαϊκή Συνεργασία (ΛΑΕ) του Παναγιώτη Λαφαζάνη. Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μετά τις συναντήσεις που έγιναν με τη Λαϊκή Ενότητας ελήφθησαν οι παρακάτω απαντήσεις:
α) Το πρόγραμμα της εκλογικής συνεργασίας έχει ολοκληρωθεί για τη ΛΑ.Ε και είναι αυτό που έχει αποσταλεί στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν υπάρχει δυνατότητα ουσιαστικών αλλαγών στην φάση αυτή, ούτε θα υπάρξει «άλλο πρόγραμμα της εκλογικής συνεργασίας». Είναι, κατά τη γνώμη τους, επαρκές πρόγραμμα για μια «αντιμνημονιακή – δημοκρατική – πατριωτική συνεργασία».
β) Σ’ αυτή τη βάση, η θέση και οι διατυπώσεις για την ΕΕ δεν μπορούν να αλλάξουν, παραμένει η θέση «ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές και πολιτικές της ΕΕ».
γ) Θα μπορούσαν να υπάρχουν κάποιες επιπλέον αναφορές στο ρόλο του οργανωμένου λαού και των κινημάτων στην υλοποίηση του προγράμματος.
δ) Στο ερώτημα για τη στάση της ΛΑΕ σε περίπτωση έλλειψης αυτοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ, απάντησε ότι δεν θα υπάρξει σε καμία περίπτωση συνεργασία με μνημονιακή κυβέρνηση. ε) Στις εκλογές θα κατέβει η ΛΑΕ, η οποία είναι μετωπικό σχήμα και όχι κόμμα. Δεν υπάρχει περίπτωση εκλογικής συνεργασίας που θα περιλαμβάνει το όνομα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή άλλης συλλογικότητας στον τίτλο.
«Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ τοποθετήθηκε κριτικά πάνω στο προγραμματικό πλαίσιο που προτάθηκε από την ΛΑ.Ε. Σε γενικές γραμμές το πλαίσιο της ΛΑ.Ε κινείται σε κατεύθυνση προοδευτικής, ριζοσπαστικής, διαχείρισης και διακυβέρνησης, παρά τις όποιες θετικές ή αρνητικές διατυπώσεις -που κι αυτές έχουν την σημασία τους. Ο χαρακτήρας του μετώπου που προτείνεται ορίζεται ως αντιμημονιακό, δημοκρατικό, πατριωτικό, πράγμα που δεν εκφράζει τον ριζοσπαστισμό, την ταξικότητα και το πολιτικό βάθος του “όχι”» σχολιάζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και παρατηρεί: «Η συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου αν δεν έχει δημοκρατική οργάνωση κινδυνεύει να διαμορφώσει χαρακτηριστικά συγκεντρωτισμού, αρχηγισμού, επιστροφής στις χειρότερες παραδόσεις της αριστεράς που πρέπει να ξεπεραστούν».
Στο βαθμό που υπήρχε συμφωνία, η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αφορούσε μια ισότιμη εκλογική συνεργασία δύο μετώπων και όχι προσχώρηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο μέτωπο της ΛΑΕ, που θα αποτυπωνόταν στο όνομα (ΛΑΕ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ) και θα έβρισκε εφαρμογή στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων και την εκλογή αντιπροσώπων μέσα από ανοιχτές δημοκρατικές διαδικασίες συγκρότησης.