Τις «κόκκινες γραμμές» του Βερολίνου έναντι του ελληνικού ζητήματος επιχειρεί να «ανιχνεύσει σχετικό ρεπορτάζ της DW.
Όπως αναφέρει η ελληνική υπηρεσία του γερμανικού πρακτορείου, «σε περίπτωση που δοθεί το Σαββατοκύριακο από τους ευρωπαίους ηγέτες το πράσινο φως για την έναρξη των διαπραγματεύσεων, τότε θα πρέπει να συγκληθεί εκτάκτως η γερμανική βουλή προκειμένου να δώσει στην κυβέρνηση της Α. Μέρκελ την εντολή να διαπραγματευτεί».
«Πώς θα εξελιχθεί αυτή η ψηφοφορία είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς. Πολλοί γερμανοί βουλευτές υπενθυμίζουν εμφατικά ότι υπάρχουν δυο βασικές προϋποθέσεις για να δοθεί βοήθεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ESM: αφενός πρέπει να απορρέει από την Ελλάδα κίνδυνος για τη σταθερότητα του συνόλου της ευρωζώνης και αφετέρου η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους πρέπει να συμπεραίνει ότι η χώρα είναι σε θέση να εξυπηρετήσει το χρέος.
Προφανώς, όπως λένε στο Βερολίνο, αμφότερες οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται και συνεπώς δεν θα πρέπει να εγκριθεί η έναρξη των διαπραγματεύσεων. Παρόλα αυτά όμως οι περισσότεροι βουλευτές, σύμφωνα με την Süddeutsche Zeitung, εκτιμούν ότι σε περίπτωση έκτακτης συνεδρίασης της γερμανικής βουλής, η πλειοψηφία θα ακολουθήσει τη γραμμή Μέρκελ. Και αυτό διότι θεωρείται βέβαιο ότι η καγκελάριος -η οποία γνωρίζει πόσο βαρύ είναι το κλίμα στην κοινοβουλευτική της ομάδα- θα φροντίσει ώστε να μην περάσει μια συμφωνία στις Βρυξέλλες που δεν θα λαμβάνει υπόψη τις επιφυλάξεις και ενστάσεις των βουλευτών της.
Εφόσον λοιπόν εγκριθεί το ελληνικό αίτημα περί υπαγωγής στον ESM -είτε σε επίπεδο Eurogroup είτε στη Σύνοδο Κορυφής της Κυριακής- και δώσει το πράσινο φως και η Bundestag, η γερμανική κυβέρνηση αναμένεται να κατέβει στο «στίβο» της νέας διαπραγμάτευσης με μια σειρά κόκκινων γραμμών που θεωρούνται αδιαπραγμάτευτες.
Όπως σημειώνει η Welt, καμία συμβιβαστική διάθεση δεν επιδεικνύει η καγκελάριος Μέρκελ και ο υπ. Οικονομικών Σόιμπλε στο θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο νέο πακέτο βοήθειας. Για το Βερολίνο η «συμμετοχή» αυτή δεν έχει μόνον συμβουλευτικό χαρακτήρα, αλλά αφορά και το οικονομικό σκέλος.
Κατηγορηματική είναι η γερμανική πλευρά και όσον αφορά το ενδεχόμενο ενός νέου κουρέματος, το οποίο απορρίπτεται αναφανδόν. Πρόκειται για μια κόκκινη γραμμή την οποία δεν μπορεί να παραβιάσει η καγκελάριος, δεδομένου ότι έχει διαβεβαιώσει πολλάκις τους Γερμανούς ότι δεν πρόκειται να χάσουν ούτε σεντ από τη βοήθεια που δίνεται στην Ελλάδα. Τυχόν συναίνεση σε αυτό το αίτημα θα έπληττε σε μεγάλο βαθμό την αξιοπιστία της καγκελαρίου. Εντούτοις, στο πλαίσιο ενός τρίτου προγράμματος στήριξης που θα περιλαμβάνει ένα νέο, ουσιαστικό, κοστολογημένο και κυρίως ρεαλιστικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, η Α. Μέρκελ θα ήταν προφανώς σε θέση να «πουλήσει» μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Αυτή θα μπορούσε να έχει τη μορφή νέας παράτασης του χρόνου αποπληρωμής των υφιστάμενων δανείων ή και περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων.
Όσον αφορά το νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων η γερμανική πλευρά τονίζει εμφατικά ότι θα πρέπει να είναι μια -σε ρεαλιστική βάση- ουσιαστική και κοστολογημένη δέσμη μέτρων. Σε αυτό όμως, όπως εκτιμάται, η Α. Μέρκελ έχει ευχέρεια κινήσεων και ως εκ τούτου αναμένεται να επιδείξει ευελιξία και συμβιβαστική διάθεση. Το ίδιο ισχύει και για τις λεγόμενες προαπαιτούμενες δράσεις όπου εκτιμάται ότι υπάρχουν ορισμένα περιθώρια ερμηνείας για το τι θεωρείται επαρκή «προαπαιτούμενη δράση» και τι όχι. Και εδώ λοιπόν οι κόκκινες γραμμές είναι αρκετά πιο ευέλικτες».