“Ακατανόητη” χαρακτήρισε τη στάση των θεσμών στο ζήτημα των συντάξεων ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, σε δηλώσεις του μετά τη συνάντησή του με τον Καγκελάριο της Αυστρίας Βέρνερ Φάιμαν.
Ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι πλέον απαιτούνται πολιτικές αποφάσεις και σημείωσε ότι η κυβέρνηση έχει κάνει κάθε προσπάθεια για να καταστεί εφικτή μια συμφωνία.
“Με την πρόταση μας καλύπτονται οι απαιτήσεις των θεσμών για τους δημοσιονομικούς στόχους και τις μεταρρυθμίσεις”, δήλωσε ο Πρωθυπουργός.
Ειδική αναφορά έκανε στη σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων από το 2016. Υποστήριξε ότι οι αλλαγές από το 2016 έως το 2022 θα επιφέρουν εξοικονόμηση 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 2016 όμως δεν μπορεί η εξοικονόμηση είναι 1, 8 δισεκατομμύρια ευρώ αλλά 300 εκατομμύρια χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι σημαντική μεταρρύθμιση.
Η επιμονή των θεσμών ότι τα χρήματα θα βρεθούν από περικοπές στις συντάξεις είναι ακατανόητη και γι αυτό απαιτείται να λάβουμε πολιτικές αποφάσεις. Αν η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης επιμείνει τότε θα πρέπει να πάρει το κόστος των αποφάσεων, σημείωσε.
“Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει κάθε προσπάθεια για να καταστεί εφικτή η συμφωνία και τις ώρες που απομένουν θα συνεχίσει” κατέληξε ο Πρωθυπουργός.
Το πλήρες κείμενο των δηλώσεων του Αλ. Τσίπρα:
«Είχα την ευκαιρία σήμερα να υποδεχθώ έναν ειλικρινή φίλο της Ελλάδας, τον κύριο Φάιμαν, αλλά, ταυτόχρονα, έναν πολιτικό με συγκροτημένη άποψη για το πώς μπορεί η Ευρώπη να προχωρήσει και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της συγκυρίας, πώς μπορεί η Ευρώπη να προχωρήσει διεκδικώντας ένα μέλλον με προοπτική για τους λαούς της.
Ο Καγκελάριος Φάιμαν πιστεύει στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, αλλά, ταυτόχρονα, κατανοεί ότι χωρίς κοινωνική συνοχή και ανάπτυξη, παρά μόνο με σκληρή λιτότητα, η Ευρώπη δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση.
Είχα την ευκαιρία να τον ευχαριστήσω για τη διαρκή υποστήριξή του στις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης για έναν έντιμο συμβιβασμό και για μια οικονομικά βιώσιμη συμφωνία, που θα δώσει τη δυνατότητα τόσο στην Ελλάδα να βγει από αυτόν τον φαύλο κύκλο της ύφεσης και της λιτότητας όσο, όμως, και στην υπόλοιπη Ευρώπη να σταματήσει να συζητά διαρκώς για το ελληνικό πρόβλημα.
Και είχα την ευκαιρία να τον ενημερώσω για τις τελευταίες εξελίξεις στη διαπραγμάτευση. Να τον ενημερώσω και να του καταστήσω σαφές ότι η ανταπόκριση της Ελλάδας στις απαιτήσεις των θεσμών για την κάλυψη του εκτιμώμενου από την πλευρά τους δημοσιονομικού κενού είναι πλήρης.
Οι προτάσεις μας διασφαλίζουν πλήρως τους δημοσιονομικούς στόχους που οι θεσμοί έθεσαν για το 2015 και το 2016. Ειδικότερα, τον ενημέρωσα ότι έχουμε καταθέσει πλήρη πρόταση, με την οποία καλύπτονται οι απαιτήσεις των θεσμών ως προς τους συνολικούς στόχους, τις επιμέρους κατηγορίες δημοσιονομικών μέτρων και τις μεταρρυθμίσεις. Στον ΦΠΑ οι προτάσεις μας, χωρίς τις ακρότητες των υπερβολικών αυξήσεων στον ηλεκτρισμό και τα φάρμακα, δίνουν σημαντική αύξηση των εσόδων και αν ληφθούν υπόψη και οι ελαστικότητες οδηγούν σε απόδοση κοντά στο 1% του ΑΕΠ.
Επίσης, η σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων από το 2016 θα αποφέρει την περίοδο 2016-2022 συνολικά εξοικονόμηση 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, με προοδευτική αύξηση για το 2016. Προφανώς, όμως, το 2016 η εξοικονόμηση δεν μπορεί να είναι 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ, θα είναι 300 εκατομμύρια ευρώ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή δεν είναι μια εξαιρετικά σημαντική μεταρρύθμιση.
Εδώ πρέπει να τονίσω ότι κατά την περίοδο 2010-2014, κατά την περίοδο των μνημονίων στην Ελλάδα, με σειρά σκληρών μέτρων λιτότητας, υφεσιακών μέτρων, αφαιρέθηκαν από το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας 13 δισεκατομμύρια ευρώ, με αντίστοιχη μείωση των παροχών σε ποσοστό περίπου 50%. Κι αν κανείς συνυπολογίσει ότι και από το PSI, το κούρεμα των ασφαλιστικών ταμείων, τα ασφαλιστικά ταμεία έχασαν 25 δισεκατομμύρια ευρώ, συνειδητοποιεί κάποιος ότι έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια περαιτέρω μειώσεων, χωρίς να θιγεί ο πυρήνας της λειτουργίας του συστήματος.
Με δυο λόγια, εξήγησα στον Καγκελάριο ότι οι προτάσεις μας καλύπτουν πλήρως τις απαιτήσεις ως προς το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που μας ζητείται, αλλά η Ελλάδα είναι ένα κυρίαρχο κράτος και έχει μια κυβέρνηση που έχει πρόσφατη λαϊκή εντολή και η κυβέρνηση αυτή είναι υπεύθυνη για το πώς θα κατανείμει τους φόρους, από πού θα βρει αυτά τα χρήματα. Η επιμονή γι’ αυτά τα χρήματα να προέλθουν, σώνει και καλά, από νέες περικοπές στις συντάξεις, αποτελεί για εμάς μια ακατανόητη επιμονή και οφείλουμε πια όχι σε συνεννόηση με τους τεχνοκράτες που επιμένουν, αλλά με τις πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης να πάρουμε πολιτικές αποφάσεις.
Εάν η Ευρώπη επιμένει σ’ αυτήν την ακατανόητη επιμονή, η πολιτική ηγεσία επιμένει, πρέπει να αναλάβει και το κόστος μιας εξέλιξης που δεν θα είναι επωφελής για κανέναν στην Ευρώπη. Η ελληνική κυβέρνηση δεν το επιθυμεί. Η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί έναν έντιμο συμβιβασμό και μια οικονομικά βιώσιμη συμφωνία. Αυτό εξήγησα στον Καγκελάριο και είμαι βέβαιος ότι, όπως μέχρι σήμερα, έχει κάνει κάθε προσπάθεια προκειμένου να καταστεί δυνατή αυτή η συμφωνία, έτσι και τις ημέρες και τις ώρες που απομένουν θα είναι εξίσου δημιουργικός ώστε να έχουμε μπροστά μας ευχάριστες εξελίξεις και όχι δύσκολες εξελίξεις για την Ευρώπη.
Η Ελλάδα και η Αυστρία είναι δύο χώρες που παραδοσιακά έχουν στενές σχέσεις. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε αυτήν την παράδοση και να ενισχύσουμε αυτές τις στενές σχέσεις συνεργασίας και φιλίας. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που υποδέχεται κάθε χρόνο εκατομμύρια αυστριακούς τουρίστες, που αγαπάνε τη χώρα μας και που συνηθίζουν να έρχονται κάθε χρόνο, ακριβώς διότι αγαπάνε όχι μόνον το περιβάλλον, αλλά και τον πολιτισμό μας, την κουλτούρα μας, αλλά και εμείς σεβόμαστε τον πολιτισμό και την κουλτούρα που έχει γεννηθεί στην Αυστρία, τους μεγάλους συνθέτες, τους μεγάλους διανοούμενους.
Είμαστε δύο λαοί που βρισκόμαστε μακριά, έχουμε διαφορετικό, αν θέλετε, mentalite, αλλά είμαστε κοντά. Και θα συνεχίσουμε, τόσο εγώ όσο και ο Καγκελάριος Φάιμαν, να δουλεύουμε για την ενίσχυση των σχέσεων των χωρών μας, τη φιλία μεταξύ των λαών μας, αλλά και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και για μια πορεία της Ευρώπης προς την ευημερία των λαών της, με κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη».