Έχει ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο και συνεχίζεται μόνο σε πολιτικό επίπεδο, υπογραμμίζει το Μέγαρο Μαξίμου σε non paper που απέστειλε, στο οποίο τονίζει ότι η αποχώρηση του ΔΝΤ από τις συνομιλίες στα τεχνικά κλιμάκια αποτελεί μόνο πίεση προς όλες τις πλευρές, με την πίεση να κατευθύνεται περισσότερο προς το Βερολίνο, προκειμένου να διασφαλίσει τα χρήματά του.
Την Παρασκευή το μεσημέρι πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου έκτακτη σύσκεψη υπό τον Πρωθυπουργό με τη συμμετοχή του Υπουργού Άμυνας και Προέδρου των ΑΝΕΛ Πάνου Καμμένου, του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, του Υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, του Υπουργού Οικονομίας Γιώργου Σταθάκη, του Υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά, του Αναπληρωτή Υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ευκλείδη Τσακαλώτου και του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτη Λαφαζάνη. Στη σύσκεψη συμμετείχε για κάποια ώρα και ο Υπουργός Εργασίας Πάνος Σκουρλέτης.
Σχολιάζοντας τα περί αποχώρησης των κλιμακίων του Ταμείου από τη διαπραγμάτευση λόγω του ότι, όπως ανακοινώθηκε από την Ουάσινγκτον, το non paper του Μεγάρου Μαξίμου σημειώνει ότι η δήλωση του εκπροσώπου του Ταμείου σημαίνει αναγνώριση της ελληνικής θέσης και αποτυπώνει τη διαφωνία μεταξύ των θεσμών. Συμπλήρωναν δε ότι η δήλωση αποχώρησης του ΔΝΤ αποτελεί και έναν μοχλό πίεσης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ΕΚΤ «να επανέλθουν στο ‘σωστό δρόμο’ της τεχνικής διαπραγμάτευσης».
Οι ίδιες πηγές εκτιμούσαν δε ότι η δήλωση Γιούνκερ περί επανέναρξης συζητήσεων ξανά σε τεχνικό επίπεδο ως μια προσπάθεια να «ηρεμήσει» το Ταμείο. «Η μη συμμετοχή του ΔΝΤ στην πολιτική διαπραγμάτευση δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από πίεση προς όλους -Κομισιόν, ΕΚΤ και Ελλάδα. Όπως, μάλιστα, διευκρίνισε και ο κ. Τζέρι Ράις, ‘το ΔΝΤ ποτέ δεν φεύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων’ και αν χρειαστεί θα επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις. Ίσως το ΔΝΤ να πιστεύει ότι η καλύτερη λύση θα ήταν να εισέπραττε τα χρήματα που έχει δώσει έως σήμερα και να έφευγε από το πρόγραμμα της Ελλάδας. Πιέζει, λοιπόν, προς όλες τις κατευθύνσεις -κυρίως προς το Βερολίνο- με στόχο να εφαρμοστούν σκληρές πολιτικές στην Ελλάδα προκειμένου να εξασφαλίσει τα χρήματά του».
Με βάση πάντα την ανεπίσημη ενημέρωση από το Μαξίμου, στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επίτευξη ενιαίας συμφωνίας που θα περιλαμβάνει ενιαία προαπαιτούμενα (conditionality) και έχει καταθέσει την πρότασή της. Κατά τους κύκλους αυτούς οι βασικοί άξονες της ελληνικής θέσης παραμένουν: τα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, κυρίως φέτος και το 2016, ώστε να διασπαστεί ο μηχανισμός αναπαραγωγής της λιτότητας, η μη περικοπή σε μισθούς και συντάξεις, σε μέτρα δηλαδή που θα εντείνουν την κοινωνική ανισότητα και θα ξαναφέρουν την οικονομία στο σπιράλ της ύφεσης, η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, και η υιοθέτηση ενός ισχυρού προγράμματος επενδύσεων, ενός δηλαδή αναπτυξιακού πακέτου.
Παράλληλα, η ελληνική πλευρά δηλώνει έτοιμη να εντατικοποιήσει τις διαβουλεύσεις, -όπως έχει συμφωνηθεί στις επαφές με Μέρκελ, Ολάντ και Γιούνκερ- με στόχο να ολοκληρωθεί σύντομα η συμφωνία. «Γι’ αυτό τον λόγο θα συνεχίσει να εργάζεται πάνω στα εναπομείναντα θέματα, όπως το δημοσιονομικό και η βιωσιμότητα του χρέους» σημειώνεται.
Παράλληλα, οι ίδιες πηγές παραθέτουν στοιχεία απαντώντας στις χθεσινές δηλώσεις του Τζέρι Ράις: για το ύψος των συντάξεων σημειώνεται πως «η μέση σύνταξη στην Ελλάδα, ανά κατηγορία σύνταξης, είναι για την κύρια 664,69 ευρώ και για την επικουρική 168,40 ευρώ. Το 44,8%, μάλιστα, των συνταξιούχων (1.189.396 από τους 2.654.784 συνολικά) παίρνουν μηνιαία σύνταξη κάτω από το σταθερό όριο της σχετικής φτώχειας, που είναι 665 ευρώ. Σημειώνεται επίσης, ότι ο μέσος όρος των μηνιαίων συντάξεων σε Ελλάδα και Γερμανία είναι περίπου ο ίδιος.
Για την κάλυψη του ελλείμματος των συντάξεων αναφέρεται ότι στην Ελλάδα ο κρατικός προϋπολογισμός δίνει 9% του ΑΕΠ (ο Τζέρι Ράις είπε 10%) ενώ στην Γερμανία το 3% του ΑΕΠ. Η διαφορά, όμως, είναι μόλις 1,5 ποσοστιαία μονάδα καθώς από το 9% του ΑΕΠ το 4,55% αποτελεί μέρος της τριμερούς χρηματοδότησης και μόνο το υπόλοιπο 4,45% αποτελεί κρατική επιχορήγηση για την κάλυψη των ελλειμμάτων του συνταξιοδοτικού συστήματος (στοιχεία από Ageing Report 2012).
Όσο για τον μέσο όρο συνταξιοδότησης τονίζεται ότι είναι σχεδόν ίδιος σε Ελλάδα και Γερμανία (Ελλάδα: 63 ετών για άνδρες, 59 για γυναίκες – Γερμανία: 63 ετών για άνδρες, 62 για γυναίκες, σύμφωνα με στοιχεία OECD, Pension at Glance 2011), ενώ όπως λέει το Μαξίμου ο κ. Ράις χθες ισχυρίστηκε πως ο μέσος όρος συνταξιοδότησης στην Γερμανία είναι έξι χρόνια μεγαλύτερος από την Ελλάδα.