Η νέα κυβέρνηση νομοθετεί και διαπραγματεύεται σε ένα περιβάλλον πρωτοφανώς δυσμενές, «σε ναρκοθετημένο έδαφος που με επιμελώς προετοίμασε η απελθούσα κυβέρνηση των υποστηρικτών του μνημονίου» τόνισε ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του, την Παρασκευή, στο συνέδριο του Εconomist. Ο Αλέξης Τσίπρας ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας ότι «στην Ευρώπη πάμε καλά», αναφερόμενος στην πρόκριση του Ολυμπιακού στον τελικό του φάιναλ 4 του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος μπάσκετ.
Διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για μισθούς και συντάξεις, τόνισε ότι η συμφωνία με τους δανειστές πρέπει να κλείσει και ότι η προϋπόθεση είναι να είναι έντιμη και αμοιβαία επωφελής. «Δεν μπορεί κάποιοι να έχουν στο μυαλό ότι θα δοκιμάζονται οι αντοχές της Ελλάδας και θα ξεθωριάζουν οι κόκκινες γραμμές» τόνισε ο Πρωθυπουργός και απαρίθμησε τα πεπραγμένα της κυβέρνησης τις πρώτες 100 ημέρες σε απάντηση όσων ασκούν κριτική ότι «έχουμε ξεχάσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις», όπως είπε.
Ο Αλέξης Τσίπρας υποστήριξε ότι το μνημόνιο ήταν η συνειδητή επιλογή να φορτωθούν τα βάρη της κρίσης στις πλάτες της μισθωτής εργασίας, των συνταξιούχων και της μεσαίας τάξης, καθώς και ένα μέσο «πρωτοφανούς εκκαθάρισης δικαιωμάτων». Στα χρόνια του μνημονίου, σημείωσε, οι ανισότητες εκτινάχθηκαν, ενώ το κοινωνικό κράτος σχεδόν κατέρρευσε. Οι μόνοι που δεν υπέστησαν ζημιές ήταν οι έλληνες πλούσιοι, τόνισε ο κ. Τσίπρας.
Ο Πρωθυπουργός σημείωσε επίσης ότι η εντολή της κυβέρνησής του είναι η αλλαγή της πολιτικής του μνημονίου. «Αυτή την εντολή εκτελούμε, και αυτή την αντίληψη φέρνουμε στο επίκεντρο στην Ευρώπη» δήλωσε. «Νομοθετούμε και διαπραγματευόμαστε στο όνομα της μεγάλης πλειοψηφίας αλλά και στο όνομα της δικαιοσύνης, στο όνομα μεγάλων αξιών και οραμάτων», τόνισε ο κ. Τσίπρας και επιτέθηκε στην προηγούμενη κυβέρνηση για όσα παρέδωσε στην επόμενη.
Χαρακτήρισε «μετριοπάθεια» τα περί παραλαβής «καμένης γης» στην περίπτωση της τωρινής κυβέρνησης λέγοντας κάνοντας λόγο για διαπιστωμένη αδυναμία πληρωμής καταβολής μισθών και συντάξεων ένα μήνα μετά τις εκλογές.
Αναφέρθηκε στις τέσσερις προϋποθέσεις για την επίτευξη συμφωνίας:
1) Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα ως στόχους, για φέτος και το 2016, για να ανακτήσουμε τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο.
2) Καμία νέα περικοπή σε μισθούς και συντάξεις, σε μέτρα δηλαδή που θα εντείνουν την ανισότητα.
3) Την αναγκαία αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους ώστε να μπει τέλος στον φαύλο κύκλο της τελευταίας 5ετίας όπου η χώρα αναγκάζεται να παίρνει νέα δάνεια για να ξεπληρώνει τα παλιά.
4) Ένα ισχυρό πακέτο-πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, συντονισμένη χρηματοδότηση επενδύσεων.
Καυτηρίασε το γεγονός ότι κάποιοι στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης εμμένουν να θέτουν ζητήματα όπως οι αλλαγές στα εργασιακά τις οποίες δεν συζητά η κυβέρνηση ή να μιλούν για τη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού. Παρόλα αυτά δήλωσε αισιόδοξος ότι έχει υπάρχει συμφωνία σε πολλά σημεία και ότι μπορεί να υπάρξει κοινό έδαφος και για τα υπόλοιπα ζητήματα. Τόνισε όμως ότι η απαίτηση για ισοδύναμα μέτρα μνημονιακής λογικής δεν βοηθούν τη διαπραγμάτευση.
Κάποιοι στους θεσμούς -είπε- επιμένουν για αλλαγές στην αγορά εργασίας. Οι αλλαγές αυτές δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές, όπως δήλωσε, ούτε υπάρχει δυνατότητα και πιθανότητα η ελληνική κυβέρνηση να υποχωρήσει στο θέμα των μισθών και των συντάξεων.
Το διαπραγματευτικό μας σχέδιο, όπως «ομολόγησε» ο Πρωθυπουργός, δεν είναι ούτε ριζοσπαστικό, ούτε επιθετικό. «Είναι απλώς ρεαλιστικό και βιώσιμο» είπε και ζήτησε από την άλλη πλευρά, μετά από πέντε χρόνια αποτυχημένων προσπαθειών, να προσχωρήσει και εκείνη στον ρεαλισμό, ενώ κάλεσε για μια ακόμα φορά σε συστράτευση και στο εσωτερικό της χώρας.