Οι πρώτες 100 ημέρες του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία έχουν παρέλθει και η νέα κυβέρνηση συνεχίζει να βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί ταλαντευόμενη ανάμεσα στο συμβιβασμό με την Ευρωζώνη και στο να κατηγορηθεί ότι παραδόθηκε στην Γερμανίδα Καγκελάριο υποστηρίζει σε ανταπόκρισή της από την Ελλάδα η Έλενα Σμιθ της βρετανικής εφημερίδας Guardian.
Το άρθρο κάνει λόγο για «βόλτα με το τρενάκι του τρόμου» και για «επική προσπάθεια της χώρας να παραμείνει βιώσιμη» αλλά και για την ελπίδα που πολλοί είχαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ερχόμενος στην εξουσία, θα παρείχε έστω κάποια παρηγοριά. «Αλλά πέντε χρόνια μετά από τη διάσωση της χώρας από ΕΕ και ΔΝΤ –με τη χώρα να έχει λάβει το μεγαλύτερο πακέτο διάσωσης στην παγκόσμια χρηματοοικονομική ιστορία- οι Έλληνες δεν είναι σίγουροι τι να σκεφτούν. Αυτό που ξέρουν είναι ότι μετά από πέντε χρόνια που χορεύουν στους ρυθμούς της λιτότητας –κάνοντας τις απαραίτητες θυσίες για να κρατήσουν μακριά την χρεοκοπία- για άλλη μία φορά κοιτάνε την άβυσσο».
Υποστηρίζει χαρακτηριστικά ότι το μεγάλο κύμα ελπίδας που είχε φέρει τους ριζοσπαστικούς αριστερούς στην εξουσία –με την υπόσχεση για ακύρωση της λιτότητας- έχει χτυπήσει στα βράχια της ανανεωμένης αβεβαιότητας για το εάν η χώρα μπορεί να διατηρήσει την πορεία της ως μέλος της Ευρωζώνης. «Περισσότερο από ποτέ, η Ελλάδα φαίνεται ότι κατευθύνεται προς την πόρτα εξόδου».
Η Έλενα Σμιθ φιλοξενεί δηλώσεις της Αλίκης Μουρίκη, από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Έρευνας, η οποία δηλώνει ότι «είναι πολύ δύσκολο να δώσει κανείς εύσημα στον ΣΥΡΙΖΑ για οτιδήποτε άλλο εκτός από καλές προθέσεις. Το ενδιαφέρον τους μπορεί να είναι να βάζουν τους ανθρώπους πρώτα, πριν από τις τράπεζες, αλλά ο χειρισμός τους στις διαπραγματεύσεις ήταν ένα χάος και η θητεία τους πολύ απογοητευτική». Η κ. Μουρίκη εκτιμά επίσης ότι «δεν είμαστε ακόμη στο σημείο του πανικού, αλλά οι άνθρωποι είναι ανήσυχοι. Οι καταθέτες και οι επιχειρήσεις, πάντως, βγάζουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες».
Το άρθρο φιλοξενεί επώνυμες δηλώσεις και απλών ανθρώπων οι οποίοι εμφανίζονται πεπεισμένοι όπως πχ η Παναγιώτα Μουρτίδου ότι στη χώρα έχει «χαθεί ήδη μια γενιά». «Έχω αποδεχθεί πως η γενιά της κόρης μου είναι μια χαμένη γενιά. Στα 30 τους δεν θα έχουν καμία από τις βεβαιότητες που είχαμε εμείς. Η ελπίδα μου είναι ότι τα εγγόνια μου θα δουν καλύτερες ημέρες». Περιγράφει, επίσης, τον θερμό τρόπο με τον οποίο έγινε δεκτός ο Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης από συμμετέχοντες στη διαδήλωση της Πρωτομαγιάς. «Το ύφος του είναι λίγο περίεργο, αλλά είναι ένας καλός οικονομολόγος. Είναι απαράδεκτο ότι τον προσέβαλλαν στο Eurogroup», εμφανίζεται να τονίζει ο γιατρός Σταμάτης Βασίλαρος. «Αυτό που κατέστη σαφές είναι ότι οι δεξιές κυβερνήσεις τη Ευρώπης δεν θέλουν να πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν τα καταφέρει θα είναι η αρχή του τέλους αυτών των κυριών που έχουν ξεχάσει τι σημαίνει δημοκρατία και τις αρχές που στηρίχθηκε η Ευρώπη» συμπληρώνει.
Η Ε. Σμιθ εκτιμά στο άρθρο ότι στην Ελλάδα επικρατεί μια ατμόσφαιρα φόβου, καθώς έπειτα από τρεις μήνες διακυβέρνησης δεν υπάρχει συμφωνία με τους δανειστές και τα οικονομικά του κράτους βρίσκονται στο χειρότερο σημείο που έχουν βρεθεί ποτέ. Κάθε προθεσμία που δίδεται στην Ελλάδα αυξάνει αναλογικά την κλίμακα του δράματος και της έντασης. «Την περασμένη εβδομάδα, ως μια γεύση από το μέλλον, οι συνταξιούχοι πήραν τη σύνταξή τους τελευταία στιγμή, ενώ είχαν στήσει ουρές έξω από τα ΑΤΜ των τραπεζών» σημειώνει.
Προσθέτει επίσης ότι ο θυμός από τις κακουχίες της λιτότητας παραμένει στους Έλληνες, ειδικά όσο οι δείκτες της ανεργίας παραμένουν ψηλά. «Ο χαρισματικός Τσίπρας αντιμετωπίζει αυξανόμενη ανυπομονησία από το εξωτερικό, αλλά στο εσωτερικό μπορεί να αντλήσει από τη δυσαρέσκεια που προκλήθηκε από τις προηγούμενες πολιτικές που δεν απέδωσαν. Κάθε μέρα που περνάει η κατάσταση γίνεται χειρότερη». Αυτό που πιστοποιεί την διαρκή πίστη των Ελλήνων στην ελπίδα, κατά την κ. Σμιθ, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να προηγείται στις δημοσκοπήσεις παρά το ότι η υποστήριξη για τη διαπραγματευτική τακτική του έχει μειωθεί δραματικά και κάποιοι αμετανόητοι μιλούν για τις συντριπτικές παραχωρήσεις που έγιναν.
Το άρθρο της Guardian υποστηρίζει ότι ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκεται ενώπιον πολύ δύσκολων επιλογών εκ των οποίων όλες θα μπορούσαν να έχουν εκρηκτικές συνέπειες. «Μέχρι σήμερα ο πολιτικός –από τους πιο έξυπνους παράγοντες της Ελλάδας- έχει καταφέρει να διατηρήσει το ποσοστό δημοτικότητας κοντά στο 70% παρά το ότι έχει υπαναχωρήσει σχεδόν σε κάθε υπόσχεση που έχει δώσει. Η Ανγκελα Μέρκελ, η Γερμανίδα Καγκελάριος και αρχιτέκτονας της λιτότητας την οποία έχει υποσχεθεί να νικήσει, έχει γίνει τακτικός συνομιλητής», αναφέρει.
Τώρα, τονίζεται, θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα εξευμενίσει τους ξένους πιστωτές συμφωνώντας στους όρους άλλου ενός προγράμματος διάσωσης ή να «πετάξει» τους σκληροπυρηνικούς μέσα στο ίδιο του το κόμμα. «Οι αντάρτες, με αρχηγό τον υπουργό Ενέργειας, Π. Λαφαζάνη, δηλώνουν ότι κάθε ρήξη με την Ευρώπη θα είναι καλύτερα από το να υπογράψουν μια συμφωνία που θα διασχίζει τις εκατοντάδες κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ. Δυσοίωνα, το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής και η τρίτη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, έχουν κατηγορήσει τον Τσίπρα ότι παραδίδεται στην Merkel» αναφέρει η Ε. Σμιθ η οποία περιλαμβάνει στο ρεπορτάζ της και δηλώσεις της κ. Α. Μ. Ασημακοπούλου, την οποία παρουσιάζει ως σκιώδη υπουργό Οικονομικών της ΝΔ. Η κ. Ασημακοπούλου προειδοποιεί ότι οι αποφάσεις που καλείται να λάβει ο Α. Τσίπρας επηρεάζουν καθοριστικά τη χώρα. «Εάν ληφθεί η λάθος επιλογή, θα αλλάξει την πορεία της ιστορίας για την Ελλάδα και για αρκετές γενιές οι Έλληνες μπορεί να ζήσουν μια διαφορετική πραγματικότητα από αυτή που γνωρίζουν. Ο Αλ. Τσίπρας θα πρέπει να κοιτάξει τον καθρέφτη και να αποφασίσει ποιος είναι. Είτε αφήνει πίσω του ολόκληρη την αριστερά, τους υπέρ της δραχμής ανθρώπους, είτε εγκαταλείπουμε το ευρώ», καταλήγει η κ. Ασημακοπούλου.