Ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων παραπέμπονται με βούλευμα οι οκτώ κατηγορούμενοι για την υπόθεση της παράνομης, σύμφωνα με τη δικογραφία, χρηματοδότησης της ΜΚΟ IMI, «Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης». Μεταξύ αυτών και ο Αλεξ Ρόντος, πρώην συνεργάτης του Γιώργου Παπανδρέου και στέλεχος του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και Πρέσβεις και υπάλληλοι του Υπουργείου Εξωτερικών.
Ο Άλεξ Ρόντος, ο οποίος έχει μεταπηδήσει πλέον στη θέση του απεσταλμένου της ΕΕ στο Κέρας της Αφρικής για ζητήματα ανθρωπιστικής κρίσης, παραπέμπεται να δικαστεί για τη χρηματοδότηση της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης», η οποία φέρεται να είχε εισπράξει παράνομα περισσότερα από εννέα εκατομμύρια ευρώ από το 2000 έως το 2004. Ο κ. Ρόντος κατηγορείται ότι είναι ο άνθρωπος που χρηματοδότησε την ΜΚΟ με περίπου δύο εκατομμύρια ευρώ, από την θέση του επικεφαλής της Υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας του υπουργείου Εξωτερικών στην οποία υπηρέτησε από τον Ιούλιο του 2002 μέχρι τον Ιούλιο του 2003 επί της θητείας του Γ. Παπανδρέου.
Στο εδώλιο καλούνται να κάτσουν και οι τότε πρέσβεις Νικόλαος Τσαμαδός και Νικόλαος Μπάζας και οι νυν συνταξιούχοι υπάλληλοι του ΥΠΕΞ Ευάγγελος Ρηγάκος, Αφροδίτη Κωστογιάννη-Κόκκορη και Γεωργία Λυμπέρη, οι οποίοι καλούνται να λογοδοτήσουν για το αδίκημα της απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με σκοπό να προσποριστούν παράνομο περιουσιακό όφελος, προκαλώντας ζημιά σε βάρος του Δημοσίου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.
Οι έξι κατηγορούμενοι, πλην του Κ. Τζεβελέκου και της συζύγου του Μαρίας Μακρυνιώτη, είναι επίσης αντιμέτωποι με τις κατηγορίες της ψευδούς βεβαίωσης από κοινού και κατά μόνας κατ’ εξακολούθηση καθώς και της απιστίας στην υπηρεσία.
Ο ιδρυτής και πρόεδρος της ΜΚΟ, δημοσιογράφος, Κωνσταντίνος Τζεβελέκος αντιμετωπίζει κατηγορία για άμεση συνέργεια στις παραπάνω δύο πράξεις ενώ βαρύνεται και με τις κατηγορίες της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα όπως και η σύζυγος του, αλλά και της οπλοκατοχής.
Τέλος ο πρέσβης Νικόλαος Μπάζας κατηγορείται επιπλέον και για πλαστογραφία μετά χρήσης και κατ’ εξακολούθηση.
Ο Άλεξ Ρόντος ο οποίος τον Φεβρουάριο του 2014 είχε σπεύσει να εμφανιστεί αυτοβούλως στο ανακριτικό γραφείο μαζί με τον δικηγόρο του, κατηγορείται για τη χρηματοδότηση της ΜΚΟ, χωρίς να τηρηθεί καμία από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον νόμο αλλά και χωρίς ουσιαστική δική της οικονομικής συμμετοχής στο έργο που ευαγγελιζόταν ότι κάνει κάτι που είναι παράνομο καθώς 100% κάλυψη του κόστους δράσης μιας οργάνωσης αφορούν μόνο σε οργανώσεις που χορηγούν ανθρωπιστική βοήθεια.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τα κονδύλια για τη χρηματοδότηση της συγκεκριμένης ΜΚΟ φέρονται να διατέθηκαν για άλλους σκοπούς από αυτούς που προορίζονταν, ενώ δεν είχαν ληφθεί ούτε οι εγκρίσεις των οικείων πρεσβειών ούτε βέβαια οι σχετικές εκθέσεις προόδου του έργου.
Η απολογία του Άλεξ Ρόντος
Στην απολογία του πάντως, ο Α. Ρόντος είχε στρέψει τα «βέλη» του στην τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών -δηλαδή τους Γιώργο Παπανδρέου και Ανδρέα Λοβέρδο- υποστηρίζοντας ότι οι αποφάσεις για τη λειτουργία και το νομικό πλαίσιο των ΜΚΟ είχαν ληφθεί σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, διότι συνδέονταν με την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος ακολούθησε απλώς πιστά τη διαδικασία που προέβλεπε το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο πρααδέχτηκε ότι είναι ελλιπές και προβληματικό. Αμέσως μετά την απολογία του, είχε αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση 50.000 ευρώ.
O Άλεξ Ρόντος αμφισβητεί επίσης μέρος του υλικού για το οποίο ελέγχεται., ισχυριζόμενος πως έχει πλαστογραφηθεί η υπογραφή του και ότι μόνο δύο από τις υπό διερεύνηση βεβαιώσεις έγκρισης κονδυλίων χρηματοδότησης είναι υπογεγραμμένες από τον ίδιο, ενώ οι υπόλοιπες που φέρουν την υπογραφή του, δεν είναι δικές του.
Το δικαστικό συμβούλιο, με το βούλευμά του, διατηρεί τους περιοριστικούς όρους που έχουν επιβληθεί στους κατηγορουμένους ενώ απορρίπτει την αίτηση αποφυλάκισης του Κων. Τζεβελέκου, παρατείνοντας την προφυλάκισή του για έξι ακόμα μήνες.
Για ορισμένες, πάντως, επιμέρους πράξεις που φέρονται να τελέστηκαν τη χρονική περίοδο από το 2002 έως το 2004, απαλλάσσονται οι κατηγορούμενοι.