Ριζικές αλλαγές στον ενεργειακό χάρτη, μεταξύ άλλων και στο πετρέλαιο θέρμανσης, φέρνει ο νέος Κλιματικός Νόμος.
Ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος κατατέθηκε χθες στη Βουλή και θέτει συγκεκριμένους στόχους για τη σταδιακή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Βασικός άξονας του Κλιματικού Νόμου είναι να επιτευχθούν οι εθνικοί κλιματικοί στόχοι για το 2030 και η μετάβαση σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Ίσως το πλέον μεγάλο «στοίχημα» που εισάγει ο Κλιματικός Νόμος είναι η διακοπή λειτουργίας όλων των λιγνιτικών μονάδων το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2028 με ρήτρα επανεξέτασης το 2023, με προϋπόθεση τη διασφάλιση της επάρκειας ισχύος και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Να σημειωθεί ότι ο νέος Κλιματικός Νόμος φέρνει και μια «βίβλο» 5+1 σημείων για την ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης.
«Αντίο» στους νέους καυστήρες πετρελαίου
Ο νέος Κλιματικός Νόμος φέρνει ένα ιδιαίτερα αυστηρό πλαίσιο για το πετρέλαιο θέρμανσης. Στις διατάξεις του ορίζει ότι από το 2025 θα απαγορευτεί η πώληση και η εγκατάσταση νέων καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης σε κτίρια.
Επιπλέον, για όσους έχουν ήδη καυστήρα πετρελαίου, από το 2030 γίνεται υποχρεωτική η χρήση πετρελαίου θέρμανσης το οποίο θα είναι αναμεμειγμένο με βιοκαύσιμα σε ποσοστό 30%.
Ο Κλιματικός Νόμος φέρνει εξίσου σημαντικές αλλαγές για κτίρια ειδικού τύπου, όπως οι βιομηχανίες, οι αποθήκες, τα εμπορικά κτίρια κ.ά.
Συγκεκριμένα, προβλέπει ότι στα κτίρια με κάλυψη μεγαλύτερη των 500 τ.μ., για τα οποία υποβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2023 οικοδομικές άδειες ανέγερσης νέων κτιρίων ή προσθηκών σε υφιστάμενα κτίρια, εξαιρουμένων των τουριστικών καταλυμάτων και των ναών, καθίσταται υποχρεωτική η τοποθέτηση συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά ή θερμικά ηλιακά συστήματα σε ποσοστό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 30% της κάλυψης.
Προβλέπεται η δυνατότητα εξαιρέσεων σε μεμονωμένα κτίρια για λόγους μορφολογικούς ή αισθητικούς ή σε περιοχές με θεσμοθετημένο καθεστώς προστασίας (παραδοσιακοί οικισμοί και διατηρητέα κτίρια).
Να σημειωθεί για τις επιχειρήσεις ότι από την 1η Ιανουαρίου 2024 οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για όλα τα έργα και τις δραστηριότητες θα πρέπει να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά ποσοτική καταγραφή μειώσεων/αυξήσεων εκπομπών CO2, που θα προκύψουν από τη λειτουργία του έργου/δραστηριότητας και οδικό χάρτη για την επίτευξη των στόχων της απανθρακοποίησης.