Επιβεβαιώθηκε η επιστροφή των λύκων της Πάρνηθας

Η πρόσφατη φημολογία μεταξύ περιηγητών και παρατηρητών του βουνού της Πάρνηθας περί ύπαρξης λύκων στον ορεινό όγκο επιβεβαιώθηκε, και με την επιστημονική βούλα. Πιο συγκεκριμένα σε έρευνα που διήρκεσε έναν χρόνο, από την περιβαλλοντική ομάδα «Καλλιστώ» σε συνεργασία με το Δασαρχείο Πάρνηθας, καταγράφηκαν τα άγρια ζώα. Οι λύκοι ούρλιαζαν γύρω από την Αττική ως τη δεκαετία του 1950, όμως η ανθρώπινη δραστηριότητα τους εκτόπισε και τους εξαφάνισε.

Η διαδικασία της φυσικής αναγέννησης όμως δεν σταματάει ποτέ. Ο Γιώργος Ηλιόπουλος, βιολόγος της περιβαλλοντικής ομάδας Καλλιστώ, συνεργάστηκε με το Δασαρχείο Πάρνηθας τοποθετώντας θερμικές κάμερες νυχτερινής όρασης σε διάφορα σημεία του βουνού.

Τα αποτελέσματα, όπως αναφέρει, είναι μεν εντυπωσιακά, αλλά και εν πολλοίς, τουλάχιστον για τους επιστήμονες, αναμενόμενα: «Ύστερα από 50 χρόνια έχουμε την επανεμφάνιση των λύκων στη βόρεια Αττική. Αυτό το γεγονός οφείλεται στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, καθώς όσο απομακρύνεται ο άνθρωπος από τη φύση αφήνεται περιθώριο για την ανάπτυξη των συγκεκριμένων πληθυσμών» εξηγεί στο zougla.gr και συμπληρώνει: «Πρόκειται για ένα θετικό γεγονός φυσικής επανάκαμψης».
Αυτό συνέβη πιθανότατα πριν από λίγα χρόνια, όταν μικρές ομάδες λύκων από τα βόρεια της χώρας μετακινήθηκαν διαμέσου των δασών και των ορεινών όγκων σταδιακά προς την Πάρνηθα, όπου συνάντησαν ευνοϊκές ή και «παρθένες» συνθήκες για την επιβίωση και την ανάπτυξη του είδους τους – ελλείψει μάλιστα ανταγωνισμού από άλλα σαρκοβόρα ζώα, αλλά και χάρη στα άφθονα θηράματα, όπως είναι οι μεγάλοι πληθυσμοί ελαφιών.

Η επανάκαμψη αυτή προήλθε πιθανότατα από πολύ μικρό αριθμό ζώων που αναζητούσαν νέο ενδιαίτημα – άλλωστε οι λύκοι μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις. «Στη Σουηδία το είδος του λύκου επανήλθε μετά την ολοκληρωτική σχεδόν εξαφάνισή του χάρη σε ένα μοναδικό ζευγάρι λύκων, που ταξίδεψε 4.000 χιλιόμετρα από τη Φινλανδία. Η επανάκαμψη του είδους δεν γίνεται μόνο στην Ελλάδα, αλλά παρατηρείται και σε όλη την Ευρώπη» αναφέρει ο Γ. Ηλιόπουλος χαρακτηριστικά.

Ο βιολόγος, που μελέτησε διεξοδικά το φαινόμενο, θεωρεί ότι θα πρέπει να αρχίσει σύντομα η λήψη μέτρων όσον αφορά τις κτηνοτροφικές δραστηριότητες των γύρω περιοχών, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν επιθέσεις των λύκων στα κοπάδια. Χρειάζεται ακόμη να μελετηθούν οι επιπτώσεις της άφιξης των λύκων στο συγκεκριμένο οικοσύστημα, κυρίως στα ελάφια. «Εδώ και δεκαετίες οι κτηνοτρόφοι δεν είχαν συνηθίσει να λαμβάνουν σημαντικά μέτρα φύλαξης για την προστασία των κοπαδιών τους, τώρα όμως θα πρέπει να το κάνουν» σημειώνει ο κ. Ηλιόπουλος.
Σχετικά με την «απειλή» που μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι αποτελούν αυτά τα ζώα, ο Γ. Ηλιόπουλος είναι σαφής: «Δεν υπάρχει απολύτως κανένας κίνδυνος, αντιθέτως προσφέρεται η ευκαιρία -που είναι και σπάνια κιόλας- του συναπαντήματος με ένα άγριο ζώο, το οποίο δεν θα επιτεθεί ποτέ στον άνθρωπο, παρά μόνο υπό πολύ συγκεκριμένες και σπάνιες συνθήκες, όπως είναι η λύσσα από την οποία μπορεί να πάσχει, που όμως στη χώρα μας συναντάνται μόνο στην κόκκινη αλεπού. Οι περιηγητές λοιπόν μπορούν να έχουν την τύχη να δουν έναν λύκο από κοντά ή να ακούσουν το ουρλιαχτό του, δεδομένου όμως ότι το 90% της δραστηριότητάς του λαμβάνει χώρα το βράδυ, αυτό είναι πολύ δύσκολο».

Οι χαμένοι λύκοι της Πάρνηθας

Όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, στην Πάρνηθα ζούσαν πολλά από τα μεγάλα θηλαστικά της χώρας, όπως η καφέ αρκούδα (μέχρι περίπου το 1850), ο λύκος, το αγριογούρουνο και το τσακάλι (μέχρι πριν από 50 χρόνια). Σήμερα έχει διαπιστωθεί η παρουσία 42 από τα 116 θηλαστικά που ζουν στην Ελλάδα. Ξεχωρίζει βέβαια το ελάφι, αλλά υπάρχουν επίσης πολλοί λαγοί και αλεπούδες. Σποραδικές εμφανίσεις έχουν ο σκίουρος, το τσακάλι, ο ασβός, η νυφίτσα και το κουνάβι. Από το 1992 ζουν σε ορισμένες θέσεις αγριοκάτσικα και αίγαγροι (κρι-κρι), που δραπέτευσαν από το εκτροφείο θηραμάτων το 1992.
Από όλα τα άγρια ζώα που είχε η Πάρνηθα, οι περισσότερες γραπτές αναφορές αφορούν τους λύκους, των οποίων η παρουσία μέχρι τη δεκαετία του 1950 αποδεικνύεται από πολλές πηγές, και από την ειδησεογραφία της εποχής.

Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ οργάνωνε ολόκληρες επιχειρήσεις κατά των λύκων, στις οποίες καλούσε και τους υπασπιστές του. Οι λύκοι ήταν τόσο πολλοί στην Πάρνηθα, ώστε οι Σαρακατσάνοι βοσκοί, που πήγαιναν τα κοπάδια τους στα ορεινά λιβάδια του βουνού το καλοκαίρι (το χειμώνα τα είχαν στο Λαύριο) οργάνωναν μεγάλες παγάνες για να τους σκοτώσουν. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη περιγραφή από μια εκδρομή το 1922 στην έρημη τότε (και σήμερα καμένη) Αγία Τριάδα, την πιο δημοφιλή περιοχή στις κορφές της Πάρνηθας:

«Όλη η έκτασις αντηχεί από τους πυροβολισμούς. Οι σκηνίται των διαφόρων ποιμενικών εκτάσεων του όρους, εξωπλισμένοι, διηρημένοι εις τμήματα, είχαν εκστρατείαν κατά των λύκων. Παγανιάν έκαμαν και εφόνευσαν αρκετούς. Τους συνηντήσαμεν κατά την εξερεύνησίν μας της δυτικής περιοχής κάτωθεν της Καραμπόλας, η οποία περιοχή παρουσιάζει πλείστας ανωμαλίας βουνών, χαραδρών, λακκών, καταδασωμένων. Οι σκηνίται ήσαν υπερήφανοι διά την θήραν των. Μας επέδειξαν τα φονευθέντα αγρίμια με ικανοποίησιν» (22/08/1922).
Στην Πάρνηθα υπήρχαν κι άλλα σαρκοβόρα, όπως ο λύγκας (Lynx lynx) και ο αγριόγατος (Felix sylvestris), που τρέφονταν με μικρότερα ζώα. Ο τελευταίος γνωστός λύγκας της Πάρνηθας σκοτώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στο Τατόι, ταριχεύθηκε, και το σώμα του βρίσκεται σήμερα στο Ζωολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών.

επιστροφήλύκοιΠάρνηθα