Σε εκτιμήσεις για την πορεία που αναμένεται να καταγράψει η εγχώρια αγορά ακινήτων το 2023 προχωρά σε νέα έκθεσή το Πανελλαδικό Κτηματομεσιτικό Δίκτυο E Real Estates.
Σύμφωνα μ’ αυτές η κτηματαγορά θα συνεχίσει να βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο επενδυτικό ενδιαφέρον, ενώ το ποσοστό των αγοραστών που επιθυμούν να καλύψουν τη στεγαστική τους ανάγκη θα συρρικνωθεί περαιτέρω τη νέα χρονιά.
Όπως συμπεραίνεται, η εγχώρια κτηματαγορά καταγράφει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για αυτοτελή κτίρια ιδιαίτερα στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και σε περιοχές των νοτίων προαστίων. Η «ευκαιρία» που αναζητούν στο σύνολο τους οι επενδυτές, τόσοι εγχώριοι όσο και αλλοδαποί, αποτελεί όνειρο απατηλό και μεταφράζεται στην ανεύρεση του ακινήτου, ιδιαίτερα αν πρόκειται για αυτοτελές κτίριο, και όχι στη ζητούμενη τιμή πώλησης, λόγω μικρής διαθεσιμότητας στις περιοχές έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος.
«Όσο οι ζητούμενες τιμές πώλησης θα κινούνται σε λογικά πλαίσια για την εποχή, το επενδυτικό ενδιαφέρον θα παραμένει αμείωτο. Σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας, αλλά και όμορες αυτού, οι απαιτήσεις των ιδιοκτητών τείνουν πολλές φορές να «εκτοπίσουν» το επενδυτικό ενδιαφέρον σε νέες αναδυόμενες περιοχές του ευρύτερου κέντρου», αναφέρει ο πρόεδρος του E- Real Estates, Θεμιστοκλής Μπάκας.
Μειούμενη βαίνει η αγορά κατοικίας με στόχο την ιδιοκατοίκηση
Σε ότι αφορά στον κλάδο της αγοράς κατοικίας με στόχο την ιδιοκατοίκηση, τα δεδομένα δεν είναι ενθαρρυντικά, σύμφωνα πάντα με την έκθεση. Η δυναμική των αγοραστών συρρικνώνεται μέρα με την ημέρα, γεγονός που καταγράφεται σε μια σειρά ερευνών και επιβεβαιώνεται από τη μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης τα τελευταία 2-3 χρόνια (2019-2021) κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες, που αντιστοιχεί σε 83.000 περίπου κατοικίες.
Όπως εξηγεί ο κ. Μπάκας, «σίγουρα, στο άμεσο μέλλον, θα καταγραφεί εξορθολογισμός των ζητούμενων τιμών πώλησης, ιδιαίτερα στις περιοχές που κατέγραψαν ραγδαία αύξηση και βασίστηκαν αποκλειστικά στη γενικότερη θετική ψυχολογία της αγοράς. Στις περιοχές αυτές ενδεχομένως να καταγραφεί και ο μεγαλύτερος εξορθολογισμός των ζητούμενων τιμών».
Όσον αφορά τις ζητούμενες τιμές πώλησης νεόδμητων διαμερισμάτων θα συνεχιστεί η θετική πορεία αλλά με μικρότερο ρυθμό. Η περαιτέρω αύξηση των τιμών, σε μεγάλο ποσοστό πλέον, δεν θα οφείλεται στην αύξηση της ζήτησης, αλλά στην αύξηση του κόστους κατασκευής που μετακαλείται στην τιμή πώλησης.
Η θετική πορεία της κτηματαγοράς μπορεί να επηρεαστεί έμμεσα από το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον στην παγκόσμια κοινότητα, τους πιθανούς φόβους ή και την ενδεχόμενη στάση αναμονής που μπορεί να κρατήσουν οι αλλοδαποί επενδυτές. Οι άμεσοι παράγοντες δεν είναι άλλοι από τον πληθωρισμό που οξύνει το επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά ταυτόχρονα συρρικνώνει και προβληματίζει τους αγοραστές που στοχεύουν στη κάλυψη της στεγαστικής τους ανάγκης.
Αντίβαρο το πρόγραμμα της golden visa
Σύμφωνα με την έκθεση, αντίβαρο μπορεί να αποτελέσει το πρόγραμμα «golden visa». «Η μη καθολική αύξηση του ορίου επένδυσης στις 500.000€ μπορεί να λειτουργήσει θετικά σε πόλεις της περιφέρειας που θα διατηρηθεί το όριο των 250.000€. Θεωρούμε ότι θα δημιουργηθεί ένα νέο «κύμα» επενδυτών τρίτων χωρών που θα ωθήσουν ανοδικά την κτηματαγορά σε περιφέρειες που κατέγραψαν οριακές ανοδικές τάσεις στις τιμές πώλησης», αναφέρεται.
Παράλληλα, βασικό παράγοντα αποτελεί η αύξηση των στεγαστικών επιτοκίων που σύμφωνα με τους αναλυτές το μέσο στεγαστικό επιτόκιο θα αγγίξει το 6% τους πρώτους μήνες του 2023, το κόστος διαβίωσης που συνεχώς αυξάνεται, το κόστος ενέργειας, οι πολιτικές εξελίξεις τόσο οι εγχώριές όσο και με τους γείτονες, το αίσθημα ασφάλειας των εισοδημάτων, καθώς και η στάση των τραπεζικών ιδρυμάτων στο νέο κύμα «κόκκινων» δανείων που είναι προ των πυλών.
Επιπλέον, σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης της εικόνας στην κτηματαγορά θα αποτελέσει ο ρυθμός, το είδος των ακινήτων που θα εκ πλειστηριαστούν, αλλά και το ποιοι θα είναι οι αγοραστές των άνωθεν ακινήτων. Θα είναι ιδιώτες με στόχο την ιδιοκατοίκηση; Επενδυτές εγχώριοι ή μη με στόχο την εκμετάλλευση ή funds «συνεργασίας»; «Η απάντηση στο ποιος ή ποιοι θα αποτελέσουν τους νέους ιδιοκτήτες σε ένα εν δυνάμει χαρτοφυλάκιο 200.000 – 250.000 ακινήτων από το σύνολο των 700.000, αποτελεί πολύ σημαντικό παράγοντα», καταλήγει ο κ. Μπάκας.