Πως προκύπτει στο ποσοστό αύξησης των συντάξεων - Ποιοι ωφελούνται

Ταχύτερα από το αναμενόμενο προγραμματίζεται να καταβληθεί η αύξηση στις συντάξεις για το 2023, μετά από 12 χρόνια, σύμφωνα με τους στόχους που έχει θέσει η κυβέρνηση.

Προς την κατεύθυνση αυτή, εισήχθη σχετική ρύθμιση στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τον «εξορθολογισμό της ασφαλιστικής νομοθεσίας, την ενίσχυση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και άλλες διατάξεις», που κατατέθηκε στη Βουλή, η οποία ορίζει ότι ο χρόνος καταβολής των ποσών που θα προκύψουν από το «ξεπάγωμα» των συντάξεων την 1η Ιανουαρίου 2023 θα επιταχυνθεί και, στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται να εκδοθεί, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2022, η Κοινή Υπουργική Απόφαση για το ποσοστό αύξησης των συντάξεων. Παράλληλα, στο νομοσχέδιο, οι κύριοι άξονες του οποίου εστιάζουν στην οικονομική στήριξη των ευάλωτων ομάδων, στον εξορθολογισμό ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών διατάξεων, στη ρύθμιση ζητημάτων αγοράς εργασίας, ισότητας και κατάργησης των διακρίσεων στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων και σε προνοιακά ζητήματα, προβλέπεται επίσης ότι η έκτακτη οικονομική ενίσχυση των 250 ευρώ θα καταβληθεί έως τις 20 Δεκεμβρίου 2022. Νωρίτερα και, συγκεκριμένα, έως τις 20 Δεκεμβρίου και όχι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία, θα πραγματοποιηθούν, ειδικά για τον επόμενο μήνα, η τακτική καταβολή των προνοιακών επιδομάτων του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ), καθώς και η καταβολή του επιδόματος γέννησης, του επιδόματος αναδοχής και του επιδόματος ομογενών.

Χατζηδάκης: Υλοποιούμε μεταρρυθμίσεις με έντονο κοινωνικό πρόσημο

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης, δηλώνει ότι, με το νομοσχέδιο, που ξεκίνησε να συζητείται από την Παρασκευή στη Βουλή, υλοποιούνται μεταρρυθμίσεις με έντονο κοινωνικό πρόσημο για τον εξορθολογισμό και εκσυγχρονισμό της ασφαλιστικής νομοθεσίας (που διορθώνουν αδικίες και στρεβλώσεις του παρελθόντος) και για την ενίσχυση των πιο ευάλωτων. Εστιάζοντας στα κύρια σημεία του νομοσχεδίου, ο κ. Χατζηδάκης επισημαίνει: «Μεταξύ άλλων, στηρίζουμε 2,3 εκατομμύρια ευάλωτους συνανθρώπους μας σε μία δύσκολη συγκυρία με την καταβολή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης έως τις 20 Δεκεμβρίου. Καθορίζουμε τις απαραίτητες διαδικασίες για την αναπροσαρμογή των συντάξεων από 1/1/2023, που, σε συνδυασμό με μία σειρά άλλων αυξήσεων, (κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης, έκτακτο επίδομα 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους, 4η δόση αναδρομικών του νόμου Βρούτση), θα έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική ενίσχυση του πραγματικού εισοδήματος της συντριπτικής πλειονότητας (95%) των συνταξιούχων. Ενιαιοποιούμε τους κανόνες αναπηρίας. Μονιμοποιούμε τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες. Επιδοτούμε τη μετατροπή θέσεων μερικής απασχόλησης σε πλήρους. Επεκτείνουμε την άδεια μητρότητας σε εννέα μήνες». «Είναι, δηλαδή, ένα ακόμα νομοσχέδιο που διέπεται από πνεύμα κοινής λογικής και δικαιοσύνης και προάγει την κοινωνική πολιτική στην πράξη, με ρυθμίσεις που βελτιώνουν τη ζωή και την καθημερινότητα των πολιτών» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Πώς θα προκύψει το ποσοστό αύξησης των συντάξεων

Όπως ορίζει η διάταξη, το ποσοστό αύξησης των κύριων συντάξεων από 1/1/2023 θα προκύψει με βάση τα στοιχεία του τιμαρίθμου και του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), όπως αποτυπώνονται στην Εισηγητική Έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού. Ειδικότερα, το ποσοστό αύξησης θα ισούται με το ήμισυ του αθροίσματος του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ και του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτών (δηλαδή του πληθωρισμού) του προηγούμενου έτους. Σημειώνεται ότι, από εδώ και στο εξής, η Κοινή Υπουργική Απόφαση για την αναπροσαρμογή των συντάξεων θα εκδίδεται μέχρι το τέλος του έτους, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα στοιχεία της Εισηγητικής Έκθεσης του κρατικού προϋπολογισμού του έτους που αφορά. Επομένως, με τη νομοθετική ρύθμιση, η αύξηση στις συντάξεις θα δοθεί με βάση τις προβλέψεις του προϋπολογισμού σχετικά με την πορεία του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, στη συνέχεια, τα στοιχεία θα οριστικοποιηθούν από την ΕΛΣΤΑΤ και, στις αρχές του 2024, θα γίνουν οι απαιτούμενες αναπροσαρμογές, εάν χρειάζεται. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το υπουργείο, «επειδή τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δημοσιεύονται κάθε Οκτώβριο, τυχόν διαφορές που μπορεί να προκύψουν, θα καλύπτονται στην απόφαση του αμέσως επόμενου έτους και θα αποδίδονται». Με τη ρύθμιση αυτή, καθιερώνεται μία σταθερή βάση υπολογισμού της αναπροσαρμογής των συντάξεων με επαληθεύσιμα και σταθερά ετήσια στοιχεία. Επιπλέον, στο νομοσχέδιο αποσαφηνίζεται ότι το ποσό της βασικής σύνταξης του τ. ΟΓΑ ορίζεται σε 360 ευρώ και, από 1/1/2023, αυξάνεται με τον τρόπο που προαναφέρθηκε.

Ο τελικός «χάρτης» των αυξήσεων στις συντάξεις – Πόσοι ωφελούνται

Εκτός, όμως, από το «ξεπάγωμα» των τακτικών αυξήσεων στις συντάξεις, η συντριπτική πλειονότητα των συνταξιούχων θα δει και άλλες αυξήσεις που απορρέουν από την κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, από την καταβολή της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης των 250 ευρώ και από την 4η δόση του επανυπολογισμού των συντάξεων με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης. Ενδεικτικά, από την ανάλυση των στοιχείων που ολοκληρώθηκε από τις υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ και που λαμβάνουν υπ’ όψιν όλες τις επικείμενες αυξήσεις στις αποδοχές τους, που πρόκειται να εφαρμοστούν σταδιακά από τα τέλη του 2022, προκύπτουν τα εξής:
  • Συνολικά, το 94,6% των συνταξιούχων θα δουν μία, δύο ή και τρεις αυξήσεις στις αποδοχές τους.
  • Διπλές αυξήσεις θα δουν σχεδόν 1,3 εκατομμύρια συνταξιούχοι.
  • 1 στους 2 συνταξιούχους, με τον συνδυασμό των παραπάνω αυξήσεων, θα λάβει τουλάχιστον μία επιπλέον σύνταξη.
– Το 88% όσων διαθέτουν μεγάλη προσωπική διαφορά θα δουν και αυτοί αυξήσεις, μέσω της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και της καταβολής της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης των 250 ευρώ.

Έκτακτη οικονομική ενίσχυση

Μεταξύ άλλων, στο νομοσχέδιο καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης, ύψους 250 ευρώ. Δικαιούχοι του μέτρου είναι 2,3 εκατομμύρια ευάλωτοι πολίτες. Η έκτακτη οικονομική ενίσχυση θα καταβληθεί έως τις 20 Δεκεμβρίου 2022 σε ευάλωτους συνταξιούχους, για τους οποίους διευρύνονται και τα εισοδηματικά και τα περιουσιακά κριτήρια, σε δικαιούχους αναπηρικού επιδόματος, σε ανασφάλιστους υπερήλικες, σε δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και σε δικαιούχους του επιδόματος παιδιού. Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε δηλώσει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της ΔΕΘ, το μέτρο αφορά και τους μακροχρόνια ανέργους από 12 έως 24 μήνες – στη βάση του μοντέλου που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας – που δεν είναι δικαιούχοι του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, όμως, γι’ αυτούς δεν απαιτείται νομοθετική ρύθμιση, αλλά απόφαση της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ). Ειδικότερα, όπως έχει ήδη ανακοινώσει το υπουργείο Εργασίας, όσον αφορά στους ευάλωτους συνταξιούχους, δυνητικοί δικαιούχοι του βοηθήματος είναι όσοι, κατά τον μήνα Νοέμβριο 2022, λαμβάνουν: α) Οριστική ή προσωρινή κύρια σύνταξη ή προκαταβολή κύριας σύνταξης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου β) Προσυνταξιοδοτική παροχή γ) Αναπηρικά επιδόματα (όσα καταβάλλονται από τον e-ΕΦΚΑ) δ) Καταλαμβάνονται επίσης και οι συνταξιούχοι εκείνοι που λαμβάνουν σύνταξη από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016 (ανάπηροι πολέμου, καλλιτέχνες, κλπ). Προκειμένου να προσδιοριστούν οι τελικοί δικαιούχοι, θα εξεταστεί ότι συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
  • Το ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα για το φορολογικό έτος 2022 δεν υπερβαίνει τις 9.600 ευρώ (από 7.200 προηγουμένως).
  • Το ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημά τους (το άθροισμα των φορολογητέων εισοδημάτων του υπόχρεου και του/της συζύγου/μέρους συμφώνου συμβίωσης) δεν υπερβαίνει τις 16.800 ευρώ (από 14.400 προηγουμένως).
  • Η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του νοικοκυριού που προκύπτει από την πράξη διοικητικού προσδιορισμού ΕΝΦΙΑ έτους 2022 (φορολογικού έτους 2021), δεν υπερβαίνει το ποσό των 300.000 ευρώ (από 200.000 προηγουμένως).
  • Είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και έχουν υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2021.
Διευκρινίζεται ότι το ύψος της ενίσχυσης ανά δικαιούχο είναι 250 ευρώ, ανεξάρτητα του αριθμού εξαρτώμενων μελών αυτού. Σε περίπτωση που και οι δύο σύζυγοι είναι δικαιούχοι της ενίσχυσης, τότε η ενίσχυση καταβάλλεται και στους δύο δικαιούχους. Εάν ο δικαιούχος λαμβάνει σύνταξη και από τον e-ΕΦΚΑ και το ΓΛΚ, η ενίσχυση καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ. Όσον αφορά στη χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης προς τους 174.000 περίπου δικαιούχους αναπηρικού επιδόματος του ΟΠΕΚΑ, προβλέπεται ότι, για τον Δεκέμβριο, οι προνοιακές παροχές σε χρήμα προσαυξάνονται κατά 250 ευρώ. Επίσης, προβλέπεται ότι η μηνιαία σύνταξη ανασφάλιστων υπερηλίκων και το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων χορηγούνται προσαυξημένα κατά 250 ευρώ στους 36.000 περίπου δικαιούχους. Αν ένας χαμηλοσυνταξιούχος του ΕΦΚΑ είναι ταυτόχρονα δικαιούχος αναπηρικού ή άλλου επιδόματος του ΟΠΕΚΑ , θα λάβει μόνο την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων.

Διπλή δόση τον Δεκέμβριο για τους περίπου 225.000 δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος

Διπλή δόση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος θα χορηγηθεί τον Δεκέμβριο στους περίπου 225.000 δικαιούχους του, με στόχο τη στήριξη των ωφελουμένων που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Εφάπαξ οικονομική ενίσχυση για τον Δεκέμβριο σε οικογένειες που λαμβάνουν επίδομα παιδιού

Για τον Δεκέμβριο, προβλέπεται επίσης εφάπαξ οικονομική ενίσχυση σε οικογένειες που λαμβάνουν επίδομα παιδιού, η οποία αντιστοιχεί σε μιάμιση επιπλέον μηνιαία δόση επιδόματος παιδιού. Το ποσό της ενίσχυσης ανέρχεται σε 105 ή 63 ή 42 ευρώ για κάθε παιδί για το πρώτο και δεύτερο παιδί, ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος και σε 210 ή 126 ή 84 ευρώ από το τρίτο και για κάθε επόμενο παιδί. Η έκτακτη δόση καταβάλλεται, μέχρι 20 Δεκεμβρίου, στους δικαιούχους του επιδόματος κατά το πέμπτο δίμηνο του 2022. Αντίστοιχη έκτακτη δόση καταβάλλεται στους λοιπούς νέους δικαιούχους του επιδόματος του 2022, μετά την έγκριση της αίτησής τους.

Οι κυριότερες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου – Τι αλλάζει για τους ασφαλισμένους

Μία βασική ρύθμιση που προωθείται με το νομοσχέδιο, είναι η μείωση σε 10 χρόνια (από 20 σήμερα) του χρόνου που έχει στη διάθεσή του ο e-ΕΦΚΑ, προκειμένου να βεβαιώσει απαιτήσεις από ασφαλιστικές εισφορές που δεν καταβλήθηκαν. Μάλιστα, εάν η απαίτηση του ΕΦΚΑ δεν βεβαιωθεί ή η βεβαιωμένη απαίτηση δεν κοινοποιηθεί στον ασφαλισμένο μέσα σε αυτό το διάστημα, τότε οι οφειλές παραγράφονται. Οφειλές που δημιουργούνται από το 2026 και μετά, θα παραγράφονται στα πέντε χρόνια, ώστε οι χρόνοι παραγραφής των ασφαλιστικών οφειλών να προσεγγίζουν αυτές των φορολογικών.

Όμως, η παραγραφή διακόπτεται, όταν ο ΕΦΚΑ (ή το ΚΕΑΟ) ειδοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο τον ασφαλισμένο για την οφειλή: με δικαστικό επιμελητή/κλητήρα, επιστολή, ηλεκτρονική ειδοποίηση ή λάβει μέτρο διοικητικής εκτέλεσης για την είσπραξή της (κοινοποίηση ατομικής βεβαίωσης, κατάσχεση, πλειστηριασμός, κ.λπ.). Το υπουργείο Εργασίας διευκρινίζει ότι για οφειλές εργοδοτών της περιόδου 2006-2011 που έχουν υποπέσει σε παραγραφή, σύμφωνα με όσα ορίζει η νέα διάταξη, οι εργαζόμενοι δεν χάνουν τα ασφαλιστικά δικαιώματά τους. Βάσει ξεχωριστής διάταξης του νομοσχεδίου, αυξάνονται από 12 σε 24 οι μηνιαίες δόσεις των υπό ρύθμιση ασφαλιστικών οφειλών, με ελάχιστο μηνιαίο ποσό τα 50 ευρώ και η ποινική δίωξη των οφειλετών ρυθμισμένων ασφαλιστικών οφειλών παύει υφ’ όρον για όσο διάστημα εξυπηρετείται η ρύθμιση, ενώ, μέχρι τώρα, αναστελλόταν. Την ίδια στιγμή, καταργούνται όλες οι επιμέρους συνταξιοδοτικές διατάξεις των φορέων που έχουν ενταχθεί στον ΕΦΚΑ για τη χορήγηση αναπηρικής σύνταξης από κοινή νόσο και δημιουργείται ένα ενιαίο πλαίσιο για όλα τα Άτομα με Αναπηρία, με άρση της διάκρισης σε «παλαιούς» και «νέους» ασφαλισμένους, που προβλεπόταν, μέχρι τώρα και επέρχεται μείωση του ποσοστού αναπηρίας από 67% σε 50% για συγκεκριμένες ομάδες ασφαλισμένων, ως προϋπόθεση λήψης παροχών αναπηρίας, ώστε να υπάρξει εναρμόνιση με όσα ισχύουν για τους ασφαλισμένους των υπόλοιπων πρώην Ταμείων, ενώ, από την 1η Ιανουαρίου 2025, ο τ. ΟΓΑ θα υπαχθεί και εκείνος πλήρως στο ενιαίο αυτό πλαίσιο ως προς την αναπηρία. Μεταξύ άλλων, θεσπίζονται κίνητρα για την ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης, με κρατική επιδότηση 40% των ασφαλιστικών εισφορών για μετατροπή συμβάσεων μερικής απασχόλησης εργαζομένων σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα σε συμβάσεις πλήρους απασχόλησης.

Επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα

Συγκεκριμένα, θεσπίζεται πρόγραμμα επιδότησης ασφαλιστικών εισφορών σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα οι οποίες, από την 1η Ιανουαρίου 2023 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023, μετατρέπουν συμβάσεις μισθωτών εργαζομένων με μερική απασχόληση σε συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Το πρόγραμμα, οι λεπτομέρειες του οποίου αναλύονται στη σχετική διάταξη, αφορά επιχειρήσεις που στις 9 Σεπτεμβρίου 2022 απασχολούσαν εργαζόμενους με σύμβαση μερικής απασχόλησης σε ποσοστό άνω του 50%. Επιλέξιμες για μετατροπή είναι οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης που έχουν συναφθεί μέχρι και τις 9 Σεπτεμβρίου 2022. Προϋπόθεση για την επιδότηση είναι η σύμβαση εργασίας να έχει διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους και να μην καταγγελθεί από τον εργοδότη, πριν από την πάροδο ενός έτους από τη μετατροπή. Κατά τη διάρκεια του ίδιου χρονικού διαστήματος, δεν επιτρέπεται η μεταβολή των όρων των από μετατροπή συμβάσεων, εκτός εάν γίνουν ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους, ενώ η ωφελούμενη επιχείρηση πρέπει να είναι, κατά την έναρξη στο πρόγραμμα και καθ’ όλη τη διάρκειά του, φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερη ή να έχει ρυθμίσει τυχόν οφειλές της προς Δημόσιο και ΕΦΚΑ και η ρύθμιση να τηρείται και να διατηρήσει κατά μέσο όρο τον ίδιο αριθμό εργαζομένων για την περίοδο της επιδότησης. Ωστόσο, σε περίπτωση που από τις διασταυρώσεις προκύψει ότι η επιχείρηση δεν πληροί τις προϋποθέσεις, χάνει την επιδότηση και της καταλογίζονται, με απόφαση του διοικητή του ΕΦΚΑ, οι ασφαλιστικές εισφορές που καλύφθηκαν από τον κρατικό προϋπολογισμό, προσαυξημένες κατά 100%.

Δέσμη ευνοϊκών ρυθμίσεων για τους ασφαλισμένους

Παράλληλα το νομοσχέδιο, όπως επισημαίνει το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, περιλαμβάνει μία δέσμη ευνοϊκών ρυθμίσεων για τους ασφαλισμένους, όπως είναι η μονιμοποίηση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, η κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% των ασφαλισμένων του πρώην Ταμείου Πρόνοιας των Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), καθώς και για τις λοιπές κατηγορίες ασφαλισμένων που δεν είναι ασφαλισμένοι στο ΤΠΔΥ, η επέκταση σε όλους τους ένστολους του δικαιώματος της «μάχιμης πενταετίας», δηλαδή της αναγνώρισης έως και πέντε επιπλέον ετών ασφάλισης, με την καταβολή των αντίστοιχων εισφορών και η επέκταση της άδειας μητρότητας για εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα σε 9 μήνες (από 6). Αυξάνεται, δηλαδή, η περίοδος της ειδικής άδειας προστασίας μητρότητας από έξι σε εννέα μήνες για μητέρες που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα ως μισθωτές με σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Την ειδική παροχή προστασίας μητρότητας δικαιούνται και οι γυναίκες που αποκτούν παιδιά με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας, καθώς και οι εργαζόμενες που υιοθετούν, από τη ένταξη του παιδιού στην οικογένεια και έως την ηλικία των 8 ετών. Η μητέρα δικαιούται να μεταβιβάσει έως επτά μήνες από την ειδική άδεια προστασίας μητρότητας προς τον πατέρα, εάν αυτός εργάζεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Με άλλη διάταξη, προβλέπεται ότι για όσους δημοσίους υπαλλήλους είχαν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα τα έτη 2010, 2011 και 2012, (άρα είχαν ήδη 25 χρόνια συμπληρωμένης υπηρεσίας, μέχρι τότε), το δικαίωμα για λήψη μειωμένης σύνταξης κρίνεται με βάση τα όρια ηλικίας που ίσχυαν μέχρι τον ν. 4336/2015, εφόσον αυτά συμπληρωθούν έως και την 31η Δεκεμβρίου 2022. Αν, όμως, τα όρια ηλικίας που ίσχυαν μέχρι τον ν. 4336/2015 δεν συμπληρώνονται εντός του 2022, οι δημόσιοι υπάλληλοι που είχαν συμπληρώσει 25 έτη υπηρεσίας τα έτη 2010, 2011 και 2012, δεν δικαιούνται μειωμένη σύνταξη το 2022, αλλά μόλις συμπληρώσουν το 62ο έτος της ηλικίας τους. Με το νομοσχέδιο, εισάγεται επίσης ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία διευκολύνεται η απονομή σύνταξης σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης, καθώς θεσπίζεται η απευθείας εξέταση της αίτησης συνταξιοδότησης από τον τελευταίο φορέα διαδοχικής ασφάλισης, εφόσον σε αυτόν έχουν διανυθεί 1.000 ημέρες ασφάλισης, με 300 την τελευταία πενταετία (προηγουμένως 1.500 και 500 αντίστοιχα). Επιπλέον, καθορίζεται ανώτατο όριο για το συνολικό ακαθάριστο ποσό της μηνιαίας επικουρικής σύνταξης, που ανέρχεται στο 6/20 του πλαφόν κύριας σύνταξης (1.382,40 ευρώ/μήνα). Το πλαφόν στις επικουρικές συντάξεις καταλαμβάνει όλες τις συντάξεις που θα καταβληθούν από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα της έναρξης ισχύος της προτεινόμενης ρύθμισης. Τέλος, θεσπίζεται το πρόγραμμα της Πρώιμης Παρέμβασης για παιδιά 0-6 ετών που έχουν διαγνωστεί με αναπηρίες ή αναπτυξιακές δυσκολίες.
αυξήσειςΕΛΛΑΔΑοικονομίαΣυντάξεις