Σε φάση μετασχηματισμού έχει εισέλθει το ελληνικό εμπόριο υπό την έννοια κυρίως της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων και της σταδιακής μείωσης των πολύ μικρών, φαινόμενο στο οποίο συντέλεσε κατά βάση η δεκαετής οικονομική κρίση και αναμένεται να το επιταχύνουν οι αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες που επέφερε η πανδημία, όπως είναι για παράδειγμα η «έκρηξη» του ηλεκτρονικού εμπορίου και πιθανόν και η επανεμφάνιση, με βίαιο μάλιστα τρόπο, του πληθωρισμού.
Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνεται σε πολύ σημαντικό βαθμό στα διαχρονικά στοιχεία για την απασχόληση στον κλάδο του εμπορίου, τον κλάδο που έτσι κι αλλιώς διατηρεί τον χαρακτήρα του μεγαλύτερου εργοδότη στην ελληνική οικονομία απασχολώντας το 17,9% του συνόλου των εργαζομένων. Στοιχεία τα οποία δείχνουν μείωση των αυτοαπασχολουμένων, οι οποίοι στην πραγματικότητα διατηρούν πολύ μικρές εμπορικές επιχειρήσεις χωρίς να απασχολούν προσωπικό, και αύξηση των εργοδοτών. Την ίδια ώρα καταγράφεται μείωση του συνολικού αριθμού των μισθωτών υπαλλήλων, αυξάνεται όμως ο μέσος όρος εργαζομένων ανά εμπορική εταιρεία, κάτι που σημαίνει μείωση μεν του αριθμού των επιχειρήσεων του κλάδου, αλλά αύξηση του μεγέθους όσων διατηρούνται «ζωντανές».
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία από την έρευνα εργατικού δυναμικού που διενεργεί η Ελληνική Στατιστική Αρχή (β΄ τρίμηνο), ο αριθμός των εργοδοτών στον κλάδο του εμπορίου (χονδρικό, λιανικό και επισκευή αυτοκινήτων) διαμορφώθηκε σε 93.375 άτομα το 2021 από 80.230 άτομα το 2020 και 78.633 άτομα το 2019. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό εργοδοτών που εμφανίζεται από το 2009, στην αρχή δηλαδή της κρίσης. Σημειώνεται ότι το 2008 και το 2009 ο αριθμός των εργοδοτών στο εμπόριο είχε ξεπεράσει τις 100.000, για να υποχωρήσει σημαντικά στη συνέχεια και να μειωθεί δραματικά την τετραετία 2012-2015, στα χρόνια δηλαδή της μεγάλης ύφεσης, που χαρακτηρίστηκαν από πολλά «λουκέτα» σε μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις. Την περίοδο εκείνη ο αριθμός των εργοδοτών κυμαινόταν μεταξύ 60.000 και 70.000. Από το 2016 καταγράφεται αύξηση, με τον αριθμό τους να βρίσκεται κοντά στις 80.000, ενώ το 2021 ο αριθμός τους ξεπέρασε τις 90.000.
Ενδεικτικό της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων είναι ότι αυξάνεται ο μέσος όρος εργαζομένων ανά εμπορική εταιρεία.
Ο σταδιακός μετασχηματισμός που συντελείται στο εμπόριο αποτυπώνεται ακόμη καλύτερα στα στοιχεία για τους αυτοαπασχολούμενους, καθώς ο αριθμός τους μειώνεται συνεχώς από το 2005 κι έπειτα. Ετσι, από 225.660 που ήταν ο αριθμός των αυτοαπασχολουμένων στον κλάδο του εμπορίου το 2005, υποχώρησε κάτω από τις 200.000 το 2010 και πλέον το 2021 έφτασαν να είναι 141.395.
Ο αριθμός των μισθωτών από την άλλη, ο οποίος είχε υποχωρήσει κάτω από τις 400.000 το 2011, απόρροια των «λουκέτων» στο εμπόριο στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, άρχισε να αυξάνεται από το 2017 κι έπειτα, φτάνοντας μάλιστα στο υψηλότερο σημείο το 2020, 450.765 από 436.737 το 2019. Τούτο οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις προσλήψεις στις οποίες προχώρησαν εκτάκτως κυρίως οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον τεράστιο όγκο εργασίας που προκάλεσε η εκδήλωση της πανδημίας την άνοιξη του 2020. Το 2021 ο αριθμός των μισθωτών υποχώρησε σε 432.114, καθώς αρκετές από τις προσλήψεις αυτές ήταν ορισμένου χρόνου, ενώ δεν έλειψαν και τα «λουκέτα», αν και περιορισμένα λόγω των μέτρων στήριξης, ως επίπτωση του πλήγματος που επέφεραν τα lockdowns στους περισσότερους κλάδους του εμπορίου.
Ενδεικτικό της συγκέντρωσης που βρίσκεται σε εξέλιξη στο εμπόριο και της αύξησης του μεγέθους των επιχειρήσεων είναι και το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP CRIF για τις εμπορικές Α.Ε. και ΕΠΕ, η μέση απασχόληση ανά εταιρεία αυξήθηκε σε 44 εργαζομένους/εταιρεία το 2020 από 42,4 εργαζομένους/εταιρεία το 2019. Επιπλέον, η διεύρυνση της απασχόλησης προήλθε κυρίως από επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 250 ατόμων, με την απασχόληση εκεί να αυξάνεται το 2020 σε σύγκριση με το 2019 κατά 5,5%. Οι επιχειρήσεις που απασχολούν 50-249 άτομα και 10-49 άτομα αύξησαν επίσης το προσωπικό τους, αλλά με μικρότερο ρυθμό (1,8% και 2%, αντιστοίχως).