Η Ελλάδα θα αποπληρώσει έως τα τέλη Μαρτίου τις τελευταίες δόσεις των δανείων διάσωσης που οφείλει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ήτοι δύο χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα, δήλωσε σήμερα στο Reuters ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Η Ελλάδα, η οποία κατά τη διάρκεια της δεκαετούς χρηματοπιστωτικής της κρίσης έλαβε περισσότερα από 260 δισ. ευρώ σε δάνεια διάσωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ, έχει βασιστεί αποκλειστικά στις αγορές ομολόγων για τις χρηματοδοτικές της ανάγκες από την έξοδο από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης το 2018.
Έκτοτε, έχει προβεί επίσης σε πολλές πρόωρες αποπληρωμές προς το ΔΝΤ και σήμερα οφείλει 1,9 δισ. ευρώ, από τα συνολικά 28 δισ. ευρώ που είχε δανειστεί από το Ταμείο μεταξύ 2010 και 2014.
«Η Ελλάδα υπέβαλε επίσημα αίτημα για την πλήρη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων της προς το ΔΝΤ. Η σχετική διαδικασία έχει δρομολογηθεί και αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη Μαρτίου», ανέφερε σε συνέντευξή του ο Σταϊκούρας.
Η Ελλάδα παραμένει το πιο υπερχρεωμένο έθνος της ευρωζώνης, με το δημόσιο χρέος να ανέρχεται στο 189,6% του ΑΕΠ το 2022. Η κίνηση αναμένεται να μειώσει το χρέος κατά 1% και να εξοικονομήσει περίπου 50 εκατ. ευρώ σε πληρωμές επιτοκίων.
Ο κ. Σταϊκούρας είπε ότι παρά την αύξηση των δαπανών για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, η Ελλάδα θα επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα από το 2023 και μετά, χάρη στην ισχυρότερη ανάπτυξη και τα υψηλότερα δημοσιονομικά έσοδα.
Όπως σχολιάζει το Reuters αυτό θα ήταν ένα σημαντικό βήμα, καθώς η χώρα επιδιώκει να επιστρέψει στην κατάσταση επενδυτικής βαθμίδας έως το 2023.
Το πρακτορείο σχολιάζει πως η επιθετική στροφή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας οδήγησε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων στα υψηλότερα επίπεδά τους από τον Απρίλιο του 2020, με τα δεκαετή ομόλογα να αποδίδουν τώρα περίπου 2,5% έναντι 0,9% τον Σεπτέμβριο του 2021.
«Η Ελλάδα εφαρμόζει μια συνετή και υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική και μια διορατική στρατηγική έκδοσης χρέους, προκειμένου να περιορίσει τις συνέπειες του γεγονότος ότι, παρά τις διαδοχικές αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας τα τελευταία δύο χρόνια, η χώρα δεν έχει ακόμη επιτύχει το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας. Όσον αφορά το 2023 και μετά, θα στραφούμε προς την επίτευξη ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων», δήλωσε στο πρακτορείο ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.