Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση δημιουργούν συνθηκες αθέμιτου ανταγωνισμού καθώς από την υποχρεωτική είσοδο με rapid test εξαιρούνται τα σούπερ μάρκετ τονίζει σε ανακοίνωσή του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας.
Είναι προφανές όμως πως τα νέα περιοριστικά μέτρα στην προσέλευση του αγοραστικού κοινού θα προκαλέσουν νέες απώλειες στα έσοδα όλων ανεξαιρέτως των εμπορικών ΜΜΕ συμπληρώνει ο κ. Καρανικας.
Ολόκληρη η ανακοίνωση
Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο ο εμπορικός κόσμος καταβάλλει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν προκειμένου να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Υπέμεινε επί μακρόν τα επώδυνα lockdown με τον μηδενικό τζίρο, προσδοκώντας την επιστροφή στην «κανονικότητα», που συνεχώς αναβάλλεται. Αυτονοήτως, η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της ασφάλειας των καταναλωτών παραμένει και σήμερα η πρώτη προτεραιότητα των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων.
Είναι προφανές όμως πως τα νέα περιοριστικά μέτρα στην προσέλευση του αγοραστικού κοινού θα προκαλέσουν νέες απώλειες στα έσοδα όλων ανεξαιρέτως των εμπορικών ΜμΕ. Η υποχρέωση επίδειξης rapid test για την είσοδο στο κατάστημα συνιστά ανασταλτικό παράγοντα που οπωσδήποτε θα μειώσει την αγοραστική κίνηση και μάλιστα σε μία περίοδο που οι πληθωριστικές πιέσεις και το ενεργειακό κόστος πλήττουν ήδη όλα ανεξαιρέτως τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων και οι εργαζόμενοι σε αυτά μετατρέπονται σε ελεγκτές των πιστοποιητικών και των rapid test, καθήκον στο οποίο, ακόμη και αν οι ίδιοι καταφέρουν να ανταπεξέλθουν, είναι σίγουρο πως θα αλλοιώσει την αγοραστική εμπειρία για τους πολίτες, μειώνοντας τις επισκέψεις τους στην αγορά.
Στον αντίποδα, η χωρίς κανένα έλεγχο και περιορισμό προσέλευση όλων εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων πολιτών στα σουπερμάρκετ και τις λαικές αγορές δημιουργεί ευθέως ζήτημα αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος των εμπορικών επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα προκαλεί εύλογα ερωτήματα ως προς την αποτελεσματικότητα στην ανάσχεση της πανδημίας που θα έχει το επιλεγμένο από την κυβέρνηση μείγμα μέτρων. Με αυτά τα δεδομένα, το λιανεμπόριο εισέρχεται και πάλι σε «αχαρτογράφητα νερά» και μάλιστα ενόψει της εορταστικής περιόδου, την οποία ανέμενε με προσδοκίες ανάκαμψης του τζίρου και της ψυχολογίας.