της Αγγελικής Σπανού
Δανία, Γαλλία και Πολωνία έχουν ανακοινώσει ότι όσες εταιρείες έχουν την έδρα τους, ή διατηρούν θυγατρικές, σε φορολογικούς παραδείσους δεν θα δικαιούνται στήριξης με κοινοτικά “πακέτα κορωνοϊού”. Η Κομισιόν έχει δώσει τη δυνατότητα τέτοιων αποκλεισμών στα κράτη-μέλη, ενώ η κυβέρνηση της Ιταλίας ζητά καθολική ευρωπαϊκή απαγόρευση ώστε να μην επωμίζεται το βάρος κάθε κυβέρνηση χωριστά.
Στη χώρα μας η σχετική συζήτηση άνοιξε με πρωτοβουλία του πρώην ΥΠΟΙΚ του ΠΑΣΟΚ Φ. Σαχινίδη και, για την ώρα, δεν έχει συνέχεια. Οι “ειδικοί” λένε ότι αν καταμετρηθούν οι επιχειρήσεις που είναι συνδεδεμένες με off shore θα βρεθούμε μπροστά σε μια οδυνηρή έκπληξη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις που έχει μεταδώσει το Reuters, τα κράτη μέλη της ΕΕ χάνουν κάθε χρόνο 170 δισ. ευρώ εξαιτίας της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής. Τα 60 δισ.είναι κέρδη πολυεθνικών που τα μεταφέρουν σε χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, 46 δισ. είναι χρήματα που μεταφέρουν πλούσιοι στο εξωτερικό και άλλα 64 δισ. έχουν να κάνουν με διασυνοριακές απάτες σχετικά με τον ΦΠΑ.
Τις περισσότερες απώλειες εξαιτίας της φοροδιαφυγής – φοροαποφυγής έχουν η Γερμανία (18 δισ. ευρώ), η Βρετανία (14 δισ. ευρώ) και η Γαλλία (11 δισ. ευρώ). Σε βάθος επταετίας οι απώλειες της ΕΕ ανέρχονταν σε 1,19 τρισ. ευρώ, όταν στο ίδιο διάστημα (2014-2020) ο προϋπολογισμός της ήταν 960 δισ. ευρώ.
Η μαύρη λίστα των φορολογικών παραδείσων την οποία έχει συντάξει η Κομισιόν περιλαμβάνει πλέον 15 χώρες. Από αυτές, οι πέντε δεν έχουν αναλάβει καμία δέσμευση μετά τη θέσπιση της πρώτης μαύρης λίστας το 2017: Αμερικανική Σαμόα, Γκουάμ, Σαμόα, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Αμερικανικές Παρθένοι Νήσοι. Άλλες τρεις χώρες ανέλαβαν δεσμεύσεις τις οποίες όμως δεν τήρησαν: Μπαρμπάντος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Νήσοι Μάρσαλ. Αλλες επτά χώρες μεταφέρθηκαν στη μαύρη λίστα για τον ίδιο λόγο: Αρούμπα, Μπελίζε, Βερμούδες, Φίτζι, Ομάν, Βανουάτου και Ντομίνικα. Τέλος, 34 χώρες βρίσκονται σε καθεστώς επιτήρησης (γκρίζα λίστα), ενώ 25 χώρες από την αρχική διαδικασία ελέγχου έχουν πλέον συμμορφωθεί.
Το συμπέρασμα είναι ότι στις Βρυξέλλες γνωρίζουν πολύ καλά ποιο είναι το πρόβλημα στη βάση των τεράστιων οικονομικών ανισοτήτων που δυναμιτίζουν την κοινωνική συνοχή. Το περιγράφουν, το “μετρούν”, το οριοθετούν αλλά δυσκολεύονται να το αντιμετωπίσουν επί της ουσίας. Η πανδημία κάνει το δίλημμα ακόμη πιο σκληρό. Γιατί αν και αυτή τη φορά οι πλούσιοι γίνουν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, η επόμενη κρίση μπορεί να βρει την μετά Brexit ΕΕ ακόμη πιο μικρή.