Με συντελεστή 24% θα φορολογηθούν τα κέρδη των επιχειρήσεων το 2019, με παράλληλη μείωση του φόρου μερισμάτων από το 10% στο 5%.
Οι φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις που ήθελε να περάσει η κυβέρνηση έχουν τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών, αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές στα «ΝΕΑ», για εμπροσθοβαρή εφαρμογή τους ήδη από τα φετινά κέρδη, τα οποία θα αποτυπωθούν στις φορολογικές δηλώσεις του επόμενου έτους.
Το πακέτο μειώσεων φόρων για τα φυσικά πρόσωπα παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα, όπως και η τύχη του αφορολογήτου.
Οι ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις μέσω των οποίων η κυβέρνηση φιλοδοξεί να δώσει βαθιά ανάσα στον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κοστολογούνται, σύμφωνα με πληροφορίες, στα 500 εκατ. ευρώ. Ενδεχομένως, αυτό το πακέτο μέτρων να «στοιχίσει» τελικά λιγότερα, εάν επιβεβαιωθούν οι προσδοκίες ουσιαστικών δευτερογενών επιπτώσεων στο ΑΕΠ.
Με τα σημερινά δεδομένα, η διπλή παρέμβαση στις φορολογικές επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων είναι το μοναδικό «κλειδωμένο» μέτρο με συμφωνία κυβέρνησης και θεσμών αλλά δεν είναι το μοναδικό το οποίο επιθυμεί το οικονομικό επιτελείο να προωθήσει άμεσα.
Αφορολόγητο, μείωση του εισαγωγικού συντελεστή φορολογίας φυσικών προσώπων στο 9%, με παράλληλη μείωση του ανώτατου συντελεστή τουλάχιστον στο 40% (από 45%), σταδιακή κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος, όπως και περαιτέρω μείωση στον ΕΝΦΙΑ, σε συνδυασμό με εκπτώσεις φόρου 40% στις δαπάνες ενεργειακής, αισθητικής και λειτουργικής αναβάθμισης των ακινήτων, βρίσκονταν στην προεκλογική ατζέντα με ορίζοντα τετραετίας και τώρα πλέον τελούν υπό επεξεργασία από ειδικές ομάδες εργασίας στο υπουργείο Οικονομικών.
Το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους δεν προσδιορίζεται, προς το παρόν, από το υπουργείο.
«Όλα είναι ανοιχτά», δηλώνει στα «ΝΕΑ» αρμόδιο υψηλόβαθμο στέλεχος.
Και αυτό διότι δεν είναι ξεκάθαρο ακόμη πώς θα κλείσει ο προϋπολογισμός του 2019, τι δημοσιονομικά περιθώρια θα συμφωνηθεί με τους θεσμούς ότι υπάρχουν το 2020 και κυρίως τι θα γίνει στο μέτωπο της διαπραγμάτευσης, αναφορικά με το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων.