Μπορεί ο βασικός μισθός να κόπηκε το 2012 εν μια νυκτί αλλά για να αυξηθεί πρέπει να χυθεί πολύς ιδρώτας σε διαβουλεύσεις και συνεννοήσεις. Πρόκειται για χρονοβόρα διαδικασία που κάθε άλλο παρά εύκολη είναι.
Ωστόσο, εάν ευοδωθούν οι διαβουλεύσεις, χιλιάδες εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα μπορούν να ελπίζουν ότι μέσα στο 2019 θα δουν αυξήσεις στο βασικό μισθό τους από 12 έως και 30 ευρώ.
Οι διαβουλεύσεις θα ξεκινήσουν μεν εντός του 2018 παρ’ όλα αυτά η αύξηση αναμένεται να αποφασιστεί του καλοκαίρι του 2019 και θα συντελεστεί σε δύο δόσεις κατά τα πρότυπα της Πορτογαλίας. Υπενθυμίζουμε ότι η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού αποτελούν τις… σημαίες της κυβέρνησης για την επαναφορά της αγοράς εργασίας σε μια σχετική –έστω- κανονικότητα!
Από την πλευρά τους οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη διαμηνύσει ότι δεν θα εγκρίνουν αύξηση που θα ξεπερνά το 2%-5%. Αυτό σημαίνει ότι ο βασικός μισθός που μειώθηκε δραματικά εν μια νυκτί από τα 751 στα 586 ευρώ (510 για τους νέους) με Πράξη Yπουργικού Συμβουλίου το 2012, θα αυξηθεί από 12 έως 30 ευρώ. Η Πορτογαλία έχει αυξήσει σε τρεις φάσεις τους μισθούς από τα 530 στα 580 ευρώ με στόχο να φτάσουν τα 600 ευρώ το 2019. Πάντως η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου σήμερα εκτιμά ότι «η διαδικασία της αύξησης του κατώτατου μισθού θα ξεκινήσει άμεσα και θα διαρκέσει περίπου τέσσερις μήνες».
Στρατηγική επαναξέτασης
Στρατηγική της κυβέρνησης είναι η επανεξέταση του επιπέδου του κατώτατου μισθού, καθώς η συρρίκνωσή του κατά 22% (32% για τους κάτω των 25 ετών) προκάλεσε σημαντική οπισθοδρόμηση και φτωχοποίηση των εργαζόμενων. Το θέμα του κατώτατου μισθού δεν έχει μόνο συμβολική σημασία, αφού με αυτόν αμείβονται σήμερα πολύ περισσότεροι εργαζόμενοι απ’ ό,τι στο παρελθόν. Οπως προκύπτει από τους σχετικούς πίνακες του Τμήματος Στατιστικής Ανάλυσης του ΕΦΚΑ, ένας στους τέσσερις Ελληνες εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα παίρνει μισθό έως 500 ευρώ μεικτά.
Η κυβέρνηση εξετάζει παράλληλα και κάποιου είδους παρέμβαση στον λεγόμενο υποκατώτατο μισθό για τους νέους εργαζόμενους κάτω των 25 ετών, γιατί αν αυξηθεί μόνο ο βασικός μισθών των 586 ευρώ, θα μεγαλώσει η ψαλίδα και θα βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας.
O βασικός μισθός καθορίζεται από το κράτος με συγκεκριμένη διαδικασία και χρονοδιάγραμμα που αρχίζει από τον Φεβρουάριο κάθε έτους και καταλήγει στη διατύπωση εισηγήσεων για το ύψος του μισθού το καλοκαίρι κάθε έτους -εν προκειμένω του 2019. Συνεπώς, η αύξηση θα καταβληθεί το φθινόπωρο του 2019 ή τον Ιανουάριο του 2020. Αν θέλει η κυβέρνηση να επισπεύσει τη διαδικασία, όπως διατείνεται, θα πρέπει να αλλάξει τον ισχύοντα νόμο.
Αντέχει όμως η αγορά σ’ αυτή τη φάση της οικονομίας έστω και μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού; Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης είχε τονίσει για το θέμα: «Αντέξαμε τα επιδόματα και τα δώρα. Θα αντέξουμε και μια μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού που θα ενισχύσει την κατανάλωση, θα αυξήσει τον τζίρο των επιχειρήσεων και θα επιταχύνει την αύξηση της απασχόλησης, η οποία είναι και το ζητούμενο σήμερα».
Στο μεταξύ, η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου ξεκαθαρίζει σήμερα ότι «ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός θα ισχύει χωρίς ηλικιακές διακρίσεις»,
Σε συνέντευξή της στην «ΑΥΓΗ της Κυριακής», σημειώνει ότι «ο ηλικιακός ρατσισμός στην αμοιβή των νέων εργαζομένων θα σταματήσει. Ο υποκατώτατος μισθός των 511 ευρώ μεικτά συνιστά μία δυσμενή ηλικιακή διάκριση σε βάρος των νέων έως 25 ετών, η οποία θεσπίστηκε το 2012, με πρόσχημα τη δήθεν ευκολότερη πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας».
Τι λένε οι κοινωνικοί εταίροι
Ωστόσο, οι κοινωνικοί εταίροι δεν έχουν ενιαίο μέτωπο σε σχέση με τον κατώτατο μισθό. Ο ΣΕΒ διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις σε σχέση με την αύξησή του και διαφωνεί με το ενδεχόμενο η αρμοδιότητα για τον καθορισμό του να επιστρέψει στους κοινωνικούς εταίρους. Επιπλέον, τάσσεται υπέρ των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών, τονίζοντας ότι έτσι εξασφαλίζεται η επιβίωση πολλών επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας.
Αντίθετα η ΕΣΕΕ και η ΓΣΕΒΕΕ τάσσονται υπέρ του καθορισμού του κατώτατου μισθού μέσω των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με τη ΓΣΕΕ. Η ΕΣΕΕ έχει προτείνει τη σταδιακή αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού σε δύο χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, με στόχο ο βασικός μισθός να ανέλθει στα 680,59 ευρώ και στη συνέχεια να επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα (751,39 ευρώ). Πάγια θέση της ΓΣΕΕ είναι η επαναφορά των διαπραγματεύσεων με τους εργοδότες και η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
Τι προβλέπεται
■ Ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού προβλέπει διαδικασία διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και τεκμηριωμένη συνεκτίμηση των πραγματικών δεδομένων της οικονομίας και της απασχόλησης. Υπόψη λαμβάνονται οι προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, αλλά και το επίπεδο της αγοραστικής δύναμης. ■ Εως την 31η Μαΐου κάθε έτους υποβάλλονται προτάσεις και υπομνήματα, καθώς και το Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης της ειδικής επιτροπής σχετικά με τις δυνατότητες προσαρμογής του νομοθετημένου κατώτατου μισθού. ■ Εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του Ιουνίου, ο υπουργός Εργασίας πρέπει να εισηγηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο τον κατώτατο μισθό υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, λαμβάνοντας υπόψη το Πόρισμα Διαβούλευσης.
Συλλογικές συμβάσεις και «αγκάθια»
Η δεύτερη «σημαία» που σηκώνει πανηγυρικά η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου είναι η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων μετά το τέλος του προγράμματος προσαρμογής. Οι βασικές αρχές επαναφοράς των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης έχουν ήδη ψηφιστεί και αναμένεται να δοθεί το πράσινο φως για την επέκταση των 25 συλλογικών συμβάσεων που βρίσκονται εν ενεργεία. Υπενθυμίζουμε ότι το μνημόνιο απαγόρευε την υποχρεωτική εφαρμογή των όρων της κλαδικής σύμβασης που είχε υπογραφεί σε όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου, με αποτέλεσμα το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας να μειωθεί από το 80% στο 30%.
Αν αυτή η απαγόρευση αρθεί, περίπου 200.000 εργαζόμενοι ενδεχομένως να δουν άμεσα αύξηση στον μισθό τους. Είναι όμως τόσο εύκολο να επανέλθει η επεκτασιμότητα των συμβάσεων; Οχι, γιατί οι δανειστές έχουν θέσει έναν απαράβατο όρο. Για να μπορούν οι όροι των συμβάσεων (π.χ. το ύψος του μισθού) να επεκτείνονται στο σύνολο των επιχειρήσεων ενός κλάδου θα πρέπει το υπουργείο Εργασίας να μπορεί να αποδείξει ότι η ισχύουσα σύμβαση έχει υπογραφεί από επιχειρήσεις στις οποίες δουλεύουν πάνω από τους μισούς εργαζόμενους του κλάδου. Απαραίτητη προϋπόθεση για να αποδειχθεί η αντιπροσωπευτικότητα του 51% είναι οι εργοδοτικοί φορείς να υποβάλλουν τα στοιχεία με το μητρώο των μελών τους.
Προστασία προσωπικών δεδομένων
Η υποβολή των μητρώων αποτελεί «αγκάθι» για τη διαδικασία καθώς οι περισσότερες εργοδοτικές οργανώσεις, ακόμη κι αν δεν το λένε ευθέως, θέλουν να αποφύγουν να εκθέσουν τα μέλη τους υποβάλλοντας τα μητρώα και επικαλούνται την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Κάποιοι από τους εργοδοτικούς φορείς υποστηρίζουν ότι είναι πρακτικά δύσκολο να καταθέσουν τα μητρώα τους καθώς τα μέλη τους είναι ομοσπονδίες και σύλλογοι που έχουν μέλη φυσικά πρόσωπα και όχι εταιρείες. Στην ουσία ανησυχούν ότι ο έλεγχος θα δείξει ότι δεν συγκεντρώνουν το 51% με αποτέλεσμα η ισχύς τους να αποδυναμωθεί. Επιπλέον φοβούνται ότι τα μέλη τους θα αρχίσουν να φυλλορροούν για να μην υποχρεωθούν να εφαρμόσουν τους όρους των συμβάσεων, οι οποίοι ενδεχομένως περιλαμβάνουν και αυξήσεις μισθών. Στην πράξη, αν οι εργοδοτικοί φορείς δεν καταθέσουν τα μητρώα τους, η σχετική εγκύκλιος ορίζει κατηγορηματικά ότι δεν είναι δυνατή η επέκταση των συμβάσεων.
Επίσης οι εργοδότες ζητούν οι επεκτάσεις να αφορούν συμβάσεις που θα υπογραφούν από δω και πέρα, ενώ επιμένουν να εξαιρεθούν από τη διαδικασία επέκτασης οι διαιτητικές αποφάσεις. Οι σημαντικότερες διαιτητικές αποφάσεις που αναμένονται αφορούν τις συμβάσεις στον επισιτισμό και τη βιομηχανία ζαχαρωδών.
Το υπουργείο Εργασίας θα ασκήσει πιέσεις σε φιλικές οργανώσεις να μπουν εμπροσθοφυλακή για μην αποδειχθεί… πουκάμισο αδειανό η «σημαία» της επαναφοράς των συμβάσεων. Η ηγεσία του υπουργείου θα θεωρήσει ικανοποιητική εξέλιξη την κατάθεση των μητρώων έστω από το 1/3 των εργοδοτικών οργανώσεων. Στο πίσω μέρος του μυαλού τους τόσο οι εργοδοτικές οργανώσεις όσο και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου ελπίζουν ότι ο σκόπελος θα ξεπεραστεί αν οι συμβάσεις υπογράφονται από τις τριτοβάθμιες εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ) των οποίων δεν αμφισβητείται η αντιπροσωπευτικότητα. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να τροποποιηθεί η σχετική εγκύκλιος, κάτι δύσκολο υπό το άγρυπνο μάτι των δανειστών.
Το υπουργείο πάντως εκτιμά ότι μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου οι πρώτες κλαδικές συμβάσεις θα κηρυχθούν υποχρεωτικές στο σύνολο του κλάδου. Οι κλάδοι που θα ωφεληθούν θα είναι τα ξενοδοχεία, ορισμένες ξένες τράπεζες, τα γραφεία ταξιδίων και τουρισμού, οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις, τα ναυτικά πρακτορεία, τα ποντοπόρα πλοία και τα μεταλλεία. Οι εν λόγω συνολικά 25 κλάδοι έχουν εν ενεργεία συμβάσεις εργασίας και καλύπτουν περίπου 200.000 εργαζόμενους.
Από το economico.gr