Το ΔΝΤ θα επιδιώξει να συζητήσει με την όποια κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου δήλωσε η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, όταν ρωτήθηκε για την Ελλάδα μετά το πέρας ομιλίας της για την παγκόσμια οικονομία στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων στην Ουάσινγκτον. Και σημείωσε ότι οι δομικές μεταρρυθμίσεις που θα συμβάλλουν στην προσέλκυση επενδύσεων πρέπει να συνεχιστούν και στην Ελλάδα και σε σειρά άλλων χωρών.
Η κ. Λαγκάρντ χαρακτήρισε σημαντική την ύπαρξη του Χρηματοπιστωτικού Μηχανισμού Σταθερότητας, εκτιμώντας ότι συμβάλλει καθοριστικά στην αποφυγή της μετάδοσης της κρίσης στους κόλπους της ΕΕ. Επίσης εκφράστηκε θετικά για την δουλειά που γίνεται τώρα ως προς την ερμηνεία του Συμφώνου Σταθερότητας, που θα επιτρέψει σε σειρά από χώρες ν’ ακολουθήσουν δημοσιονομική προσαρμογή αλλά «με τρόπο λογικό», όπως είπε, με βάση τις δεδομένες οικονομικές συνθήκες.
Σε ερώτηση για το αν το ΔΝΤ λαμβάνει υπ’ όψιν του το ανθρώπινο κόστος της εφαρμογής του προγράμματός του στην Ελλάδα, η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι το θέμα απασχολεί «πολύ» το ΔΝΤ. Συμπλήρωσε, όμως, ότι το ΔΝΤ δεν πάει μόνο του σε μια χώρα, αλλά προσκαλείται όταν η χώρα έχει διαμορφώσει τέτοιες καταστάσεις που δεν μπορεί να χειρισθεί την οικονομική της κατάσταση, και δεν μπορεί ν’ ακολουθήσει πολιτικές σταθεροποίησης της οικονομίας.
Ζήτησε να μην συνδέεται το ΔΝΤ με τις τεράστιες προσπάθειες που έχουν γίνει και ότι εύχεται να μην είχε χρειαστεί το ΔΝΤ να πάει στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, στην Ισλανδία, στην Κύπρο, τονίζοντας ότι αν δεν συνέβαινε αυτό, θα σήμαινε ότι οι πολιτικές που ακολουθούνταν μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν στην κατεύθυνση της σταθερότητας.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, μάλιστα, υποστήριξε ότι το ΔΝΤ όταν σχεδιάζει τις μεταρρυθμίσεις που κρίνει ότι είναι απαραίτητες, λαμβάνει υπ’ όψιν τις επιπτώσεις στα πιο αδύναμα τμήματα της εκάστοτε κοινωνίας προκειμένου, όπως είπε, να έχουν «ένα δίχτυ ασφαλείας».
Ως παράδειγμα ανέφερε το ότι ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι ίδιος με αυτόν στην Γερμανία, και όχι αυτός που θεωρητικώς θα μπορούσε να είναι σε σχέση με το ΑΕΠ ή το κόστος ζωής. Επίσης, είπε ότι, όταν το ΔΝΤ πρότεινε την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, διευκρίνισε στους συνομιλητές του ότι δεν μπορεί να υπάρξουν περικοπές κάτω από ένα όριο για να μην βρεθούν άνθρωποι σε υπερβολικά δύσκολη θέση. Κατέληξε ότι σε αρκετές χώρες, το ΔΝΤ έχει δώσει μεγαλύτερη προσοχή στο συγκεκριμένο θέμα, σε σχέση με παλιότερα, επιμένοντας ότι πρέπει να υπάρχει δίκτυ ασφαλείας στις μεταρρυθμίσεις.