Γενναίο κούρεμα του ελληνικού χρέους προτείνει ο καθηγητής Μακροοικονομίας και Δημοσιονομικών στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου Μαρσέλ Φράτσερ με τον όρο τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και καλεί τη γερμανική κυβέρνηση να είναι ανοιχτή σε διάλογο με τη νέα που θα προκύψει όπως αναφέρει στη DEUTSCHE WELLE.
Σύμφωνα με τον κ. Φράτσερ αυτό σημαίνει ότι από τα 240 δις ευρώ θα μπορούσαν να διαγραφούν ακόμη και τα μισά για να μπορέσει η χώρα να πάρει ανάσα υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα συνεχιστεί η πολιτική των μεταρρυθμίσεων. “Καταρχήν, συνειδητοποιήσαμε ότι το ελληνικό χρέος συνεχίζει να είναι πολύ υψηλό και καθόλου βιώσιμο» δήλωσε στη DW. «Και το ερώτημα που τίθεται είναι πώς μπορούμε να το επαναφέρουμε σε ένα βιώσιμο επίπεδο. Εδώ συνειδητοποιήσαμε ότι με μια ακόμη επιμήκυνση αποπληρωμής με χαμηλότερα επιτόκια δεν θα καταφέρουμε πολλά. Γι´ αυτό θα πρέπει να αναλογιστούμε με ποιον τρόπο θα εξασφαλίσουμε βιωσιμότητα για να μπορέσει το ελληνικό κράτος να λειτουργήσει και πάλι, να κινηθεί. Παράλληλα σημαντική για τους ευρωπαίους εταίρους είναι η τήρηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Ελλάδα και μελλοντικά. Η πρόκληση συνίσταται στην εύρεση ισορροπίας ανάμεσα στα δύο» σημειώνει .
Ο Μαρσέλ Φράτσερ γνωρίζει ότι με τη θέση αυτή θα εκφράσουν αντιρρήσεις τόσο η γερμανική κυβέρνηση, όσο και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, των οποίων οι φορολογούμενοι θα πληγούν από το κούρεμα του ελληνικού χρέους. Πάντως θεωρεί ότι τουλάχιστον η Γερμανία θα μπορέσει να σηκώσει το βάρος από το κούρεμα, αλλά θα πρέπει να δοθεί και αντάλλαγμα, με την τήρηση των υποχρεώσεων από την Ελλάδα, και σε αυτό, όπως λέει, διαφωνεί με τον κ. Τσίπρα. Στην περίπτωση που δεν συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, όπως προβλέπει, τότε σε πέντε χρόνια η χώρα θα βρεθεί στην ίδια θέση με σήμερα, με το δημόσιο χρέος να μην είναι βιώσιμο, ακόμη κι αν έχει γίνει αναδιάρθρωσή του.
“Κούρεμα και μεταρρυθμίσεις είναι οι δύο πτυχές του ίδιου νομίσματος”, υπογραμμίζει ο γερμανός οικονομολόγος και προσθέτει ότι «μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί ανάπτυξη, απασχόληση για τους ανθρώπους, ικανοποιητικό εισόδημα, αυτή είναι η συνταγή για την μείωση του χρέους».
Ερωτώμενος για το ενδεχόμενο η νέα κυβέρνηση να προβεί σε άλλες ενέργειες τόνισε ότι «δεν μπορώ να φανταστώ, ότι θα γίνει κάτι τέτοιο, γιατί η Ελλάδα, αλλά κυρίως η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να συνειδητοποιήσει, ότι οι τράπεζες εξαρτώνται από τον χρηματοδοτικό ορό της Ευρώπης, είναι εξαρτημένες και δεν πρόκειται να επιζήσουν χωρίς ενίσχυση από την ΕΚΤ. Για την ώρα επιβιώνουν γιατί η ΕΚΤ συνεχίζει να δέχεται ελληνικά ομόλογα και εγγυήσεις. Εάν δεν συνεχιστεί η μεταρρυθμιστική πολιτική, τότε η ελληνική κυβέρνηση ακόμη και υπό τον Αλέξη Τσίπρα δεν πρόκειται να βρεθεί σε ισχυρή διαπραγματευτική θέση. Εάν λοιπόν πραγματικά επιθυμεί να προστατεύσει τους ανθρώπους του, πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, εδώ δεν βλέπω άλλη εναλλακτική».
Ο Γερμανός οικονομολόγος περιμένει από τη γερμανική και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με το νέο πρωθυπουργό, ακόμη και αν είναι ο κ. Τσίπρας, ώστε να επισημανθούν οι κοινοί στόχοι που είναι -η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση- και να υλοποιηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. «Περιμένω από τη γερμανική κυβέρνηση να είναι ανοιχτή σε διάλογο με τη νέα ελληνική κυβέρνηση και την εποικοδομητική στάση όλων των Ευρωπαίων και των Γερμανών» κατέληξε με νόημα.