Σε επίπεδα κάτω των 800 ευρώ έχει μειωθεί ο μισθός στον ιδιωτικό τομέα για πάνω από το 50% των εργαζομένων, όπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, η κατανομή των μηνιαίων αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είναι η εξής: έως 799 ευρώ ποσοστό 51,6% (15,2% μέχρι 499 ευρώ, 23,6% μεταξύ 500-699 ευρώ και 12,8% μεταξύ 700-799 ευρώ), μεταξύ 800 και 999 ευρώ ποσοστό 17,3% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 17,8% (11,1% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 6,7% άνω των 1.300 ευρώ).
Αντίστοιχα, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 11% (3,1% έως 499 ευρώ, 3,5% μεταξύ 500-699 ευρώ και 4,4% μεταξύ 700-799 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 23,6% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 54,4% (38,5% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 15,7% άνω των 1.300 ευρώ).
Ακόμη, όπως τονίζεται, το 2016 οι εθνικές ή τοπικές κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά λίγες σε αριθμό, ενώ για έβδομη χρονιά οι ΣΣΕ σε επίπεδο επιχείρησης υπερτερούν συντριπτικά. Με βάση τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας το 2016 υπογράφτηκαν μόνο 10 κλαδικές -ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις. Αντίθετα ο αριθμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ ανέρχεται σε 318, αντιπροσωπεύοντας το 95,21% του συνόλου των ΣΣΕ.
Στο 29,6% η πραγματική ανεργία
Η έκθεση προσδιορίζει την πραγματική ανεργία στο 29,6%, διαπιστώνοντας πως οι μισθωτοί έχουν φθάσει στα ακραία όριά τους εξαιτίας της ασκούμενης πολιτικής δημοσιονομικής λιτότητας, η οποία πλέον, υπονομεύει όχι μόνο την κοινωνική συνοχή, αλλά και την βιωσιμότητα του χρέους, παράλληλα με την φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, μεταξύ α’ τριμήνου 2014 και β’ τριμήνου 2016 οι Έλληνες αναγκάζονται να «τρώνε από τα έτοιμα», καθώς η κατανάλωση υπερβαίνει το διαθέσιμο εισόδημα κατά 2 δισ. Παράλληλα, φτώχεια, υποαπασχόληση και ανεργία μαστίζουν την ελληνική κοινωνία: το 68,1% των ανέργων βρίσκονται στο κατώφλι της φτώχειας και ακολουθούν σε ποσοστό 47,9% οι μη ενεργοί, 31,3% οι μη μισθωτοί εργαζόμενοι, με 25,1% οι συνταξιούχοι και 17,8% οι μισθωτοί.
Σύμφωνα πάντα με τις εν λόγω εκτιμήσεις το πραγματικό ποσοστό ανεργίας είναι πολύ υψηλότερο, συνοπολογίζοντας τους αποθαρρυμένους ανέργους, το λοιπό εν δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό και τη μη ηθελημένη μερική απασχόληση.
Ακόμη το 2016 οι εθνικές ή τοπικές κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά λίγες σε αριθμό, ενώ για έβδομη χρονιά οι ΣΣΕ σε επίπεδο επιχείρησης υπερτερούν συντριπτικά. Με βάση τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας το 2016 υπογράφτηκαν μόνο 10 κλαδικές / ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις. Αντίθετα ο αριθμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ ανέρχεται σε 318, αντιπροσωπεύοντας το 95,21% του συνόλου των ΣΣΕ.
Αύξηση ανισοτήτων
Ακόμη, όπως αναφέρεται, η θέση των ελληνικών νοικοκυριών, ειδικά των φτωχότερων, επιβαρύνεται δυσανάλογα από την άμεση φορολόγηση, καθώς η αναλογία φόρου εισοδήματος και πλούτου ως προς το ακαθάριστο εισόδημα του 20% των πιο φτωχών νοικοκυριών ήταν υψηλότερη σε σχέση με το 20% των πλουσιοτέρων. Όξυνση της ανισότητας παρατηρείται σε όλες τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες του πληθυσμού, με εξαίρεση τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους. Ιδιαίτερα ανησυχητική ωστόσο κρίνεται η εκρηκτική αύξηση της ανισότητας μεταξύ των ανέργων, η οποία αποδίδεται στη μείωση του αριθμού των δικαιούχων επιδόματος ανεργίας σε συνδυασμό με την εκτόξευση της μακροχρόνιας ανεργίας.