Μόνο δύο ώρες κράτησε η συνάντηση της υπουργού Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου με τους εκπροσώπους των πιστωτών η οποία ολοκληρώθηκε λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της Κυριακής.
Το χάσμα παραμένει αγεφύρωτο μεταξύ των θεσμών και του υπουργείου Εργασίας καθώς το Ταμείο τηρεί σκληρή στάση στο θέμα των ομαδικών απολύσεων ενώ αρνείται να αποδεχθεί τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές για την επιστροφή των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Σύμφωνα με υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές, το ΔΝΤ δεν αποδέχεται τις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» που έχουν υιοθετηθεί σε αυτούς τους τομείς με αποτέλεσμα η συζήτηση να οδηγηθεί σε αδιέξοδο.
Οι εκπρόσωποι της Κομισιόν στους οποίος πόνταρε η ελληνική πλευρά, κρατούν ουδέτερη στάση αλλά δε διαχωρίζουν τη θέση τους από το ΔΝΤ.
Από την προηγούμενη επίσκεψή τους στην Αθήνα, οι δανειστές είχαν κάνει ξεκάθαρο ότι δεν δέχονται την επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο ρύθμισης και της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, που θέτει το υπουργείο Εργασίας. Επίσης αξιώνουν αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου απολύσεων από 5% σε 10%, αλλά και την κατάργηση της διοικητικής προέγκρισης των ομαδικών απολύσεων που διατηρεί ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας.
Σε ενιαίο μέτωπο, οι θεσμοί ζητούσαν από την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας να ευθυγραμμίσει τα κατώτατα όρια απολύσεων με την υπάρχουσα κοινοτική οδηγία (98/59/ΕΚ). Παράλληλα, και παρά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ζητούν από την ελληνική πλευρά να αντικαταστήσει το σημερινό σύστημα της εκ των προτέρων έγκρισης των ομαδικών απολύσεων από τον υπουργό Εργασίας, με ένα διοικητικό σύστημα κοινοποίησης του πλάνου ομαδικών απολύσεων, μέσω του οποίου θα εξασφαλίζεται η συμμόρφωση της επιχείρησης με τα όσα προβλέπει ο νόμος για πληροφόρηση και διαβούλευση με τους εργαζομένους.