Το ευρώ, το κοινό νόμισμα που υποτίθεται ότι θα ενίσχυε την Ε.Ε., θα έφερνε θέσεις εργασίας και υψηλό βιοτικό επίπεδο σε όλους, βρίσκεται στο μεγεθυντικό φακό οικονομολόγων και σχολιαστών του γερμανικού τύπου. Αφορμή, η παρατεινόμενη κρίση του ευρώ, αλλά και οι πιέσεις που δέχεται από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, με ορατό τον κίνδυνο διάλυσης της ευρωζώνης.
Σε άρθρο του ο Μπερτ Ρίρουπ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Έρευνας της εφημερίδας Handelsblatt, υποστηρίζει ότι η Ε.Ε., πολιτικά και οικονομικά, θα πρέπει να συσπειρωθεί και να αποτελέσει αντίβαρο στον αμερικανικό εθνικισμό και τονίζει ότι «βέβαια, το ευρώ δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες, ωστόσο αποτελεί βασικό πυλώνα του αντίβαρου, είναι τόσο πολύτιμο στην Ευρώπη όσο ποτέ άλλοτε. Για αυτό θα πρέπει να ενισχυθεί και να καθιερωθεί ως ένα παγκόσμιο νόμισμα. Εάν δεν γίνει, τότε η Ευρώπη απειλείται να πέσει σε πολιτική και οικονομική ασημαντότητα».
Από την πλευρά της η Frankfurter Allgemeine Zeitung υπενθυμίζει τους 60 οικονομολόγους που εξέφρασαν τους ενδοιασμούς τους τον Ιούνιο του 1992, λίγους μήνες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Μάαστριχτ, υπό μορφή μανιφέστου με τον τίτλο «Οι πολιτικές και νομισματικές αποφάσεις του Μάαστριχτ: ένα κίνδυνος για την Ευρώπη».
Στο άρθρο γίνεται αναδρομή των θέσεων που υποστήριζαν τότε σε αναφορά με τη σημερινή πραγματικότητα 25 χρόνια μετά. Τι αποδείχθηκε σωστό, και τι όχι; Ο οικονομολόγος Νόρμπερτ Μπέρτχολντ, που ανήκει στους ευρωσκεπτικιστές του μανιφέστου, σήμερα πιστεύει ότι «παρά τις εντάσεις η νομισματική ένωση θα διατηρηθεί, γιατί είναι καταρχήν ένα πολιτικό πρότζεκτ. Η περαίτερω εξέλιξη της ευρωζώνης σε μια ένωση μεταφοράς κεφαλαίων είναι τόσο βέβαιη, όσο το αμήν στην εκκλησία».
Πηγή: DW