Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι συντάκτες της τελευταίας έκθεσης του γραφείου του Προϋπολογισμού της Βουλής οι οποίοι επισημαίνουν ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης θα έχει πολύ μεγάλο κόστος και θα φέρει ακόμη πιο κοντά το 4ο Μνημόνιο.
Στην έκθεση τονίζεται ότι «το οικονομικό κόστος των καθυστερήσεων και αναβολών στις διαδικασίες αξιολόγησης, δηλαδή μιας τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα προσαρμογής, μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερο για την Ελλάδα από το πιθανό όφελος, το οποίο επιπλέον θα αποδειχθεί προσωρινό» και επισημαίνει ότι «ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης θα είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τον πολιτικό χρόνο των δύο προηγούμενων αξιολογήσεων».
Επιπλέον οι συντάκτες της έκθεσης κατακρίνουν την απόφαση της κυβέρνησης να χορηγήσει το έκτακτο βοήθημα στους συνταξιούχους και υπογραμμίζουν ότι περισσότερο ανάγκη είχαν το επίδομα οι μακροχρόνια άνεργοι. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ανεργίας η έκθεση επισημαίνει ότι «η μείωση του ποσοστού σε ετήσια βάση συνοδεύεται με τη σημαντική εξάπλωση των λεγόμενων «ελαστικών» μορφών απασχόλησης» ενώ θέτουν σε αμφισβήτηση τους στόχους του τρέχοντος προϋπολογισμού και αναφέρουν ότι η πρόβλεψη για επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2017 και το 2018, είναι αβέβαιη και εξαρτάται από διάφορους συγκυριακούς και εξωτερικούς παράγοντες.
Όσον αφορά τη φορολογία, επισημαίνει ότι «το επίπεδο της φορολογικής επιβάρυνσης είναι υψηλό, όχι καθ’ αυτό, αλλά σε συνδυασμό με τις λοιπές διαρθρωτικές υστερήσεις», τονίζοντας βέβαια πως «οι συνεχείς μεταβολές στη φορολογία πρέπει να σταματήσουν» και προειδοποιούν ότι «η ελληνική οικονομία θα δοκιμαστεί στα όρια της αντοχής της με μια ακόμα απότομη οικονομική διαταραχή («σοκ») που θα μπορούσε να προέλθει από την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους (ΕΜΣ και ΕΚΤ) ή από μια ανοιχτή πλέον σύγκρουση ΕΕ και ΔΝΤ με αποτέλεσμα την αποχώρηση του τελευταίου χωρίς εναλλακτικό σχέδιο συνέχισης του προγράμματος».
Καταλήγοντας η έκθεση του Γραφείου συμμερίζεται την υπόθεση πολλών βουλευτών από την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση ότι δεν έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια για στοχευμένες εξοικονομήσεις δαπανών, όπως π.χ. στις δημόσιες προμήθειες, τα δημόσια έργα και τις καταναλωτικές δαπάνες του κράτους.