Περικοπές συντάξεων και μείωση του αφορολόγητου για την Ελλάδα, είναι τα δύο θέματα για τα οποία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν κάνει ούτε ένα βήμα πίσω, όπως φαίνεται από τις διευκρινήσεις που δίνει στο blog του Πολ Τόμσεν και του Μορίς Ομπστφελντ. Εκτός από αυτά, το Ταμείο κάνει λόγο επίσης και για χαμηλή εισπραξιμότητα φόρων.
Σχετικά με το θέμα του αφορολόγητου, το ΔΝΤ πηγαίνει κόντρα στο επιχείρημα της Αθήνας, τονίζοντας ότι ακριβώς επειδή είναι πολύ χαμηλό, το αποτέλεσμα είναι οι πολύ υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και ασφαλιστικές εισφορές, προκειμένου να καλυφθεί το κενό.
Η γνώμη του Ταμείου για τις συντάξεις είναι ότι παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, υποστηρίζοντας ότι γι’ αυτό τον λόγο δεν μπορούν να δοθούν καλά στοχευμένες κοινωνικές παροχές, ιδιαίτερα στις πιο ευάλωτες ομάδες και τους Έλληνες που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την οικονομική κρίση.
Ακόμη, το Ταμείο απαντά και στο θέμα της φορολογικής μεταρρύθμισης, επισημαίνοντας ότι δεν διευρύνθηκε η φορολογική βάση.
Αφορολόγητο
Όπως αναφέρει το ΔΝΤ, στοιχεία από τις ελληνικές αρχές και την Eurostat δείχνουν ότι πάνω από τους μισούς μισθωτούς εξαιρούνται από την καταβολή οποιουδήποτε φόρου εισοδήματος στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 8% στην Ευρωζώνη. Συνεχίζοντας, υποστηρίζει ότι το αποτέλεσμα είναι οι πολύ υψηλοί φορολογικοί συντελεστές (ΦΠΑ κτλ).
Η κατάσταση αυτή -που κάνει ζημιά στις θέσεις εργασίας και την ανάπτυξη- είναι που θέλει να καταπολεμήσει το Ταμείο, σημειώνοντας ότι το πρόγραμμα του ESM επιδεινώνει το πρόβλημα με αύξηση στους συντελεστές φορολόγησης και ασφαλιστικών εισφορών.
“Το επιχείρημα ότι το επίπεδο της εξαίρεσης φορολόγησης εισοδήματος είναι κατάλληλο επειδή είναι περίπου το ίδιο ποσό σε ευρώ όπως αλλού στην ευρωζώνη αποτελεί κατά την άποψή μας μία ακατάλληλη σύγκριση, γιατί αγνοεί το γεγονός ότι τα επίπεδα εισοδήματος στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλά”, σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Συντάξεις
Αναφορικά με το θέμα των συντάξεων, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δίνει ένα παράδειγμα λέγοντας ότι με εισφορές 45 ετών, οι συντάξεις είναι σχεδόν ίδιες σε ονομαστικούς όρους (1.287 ευρώ στη Γερμανία και 1.152 ευρώ στην Ελλάδα). Αναγνωρίζοντας ότι οι κοινωνικές παροχές είναι υψηλότερες σε πολλές χώρες της Ευρώπης συγκριτικά με τη χώρα μας, το Ταμείο τονίζει ότι ” η Ελλάδα χρειάζεται απελπισμένα να μεταρρυθμίσει τα δημόσια οικονομικά της, ώστε να είναι ικανή να ενισχύσει τέτοιες δαπάνες”. Όπως σημειώνει, οι πολύ υψηλές συντάξεις αλλά και οι φορολογικές εξαιρέσεις είναι αυτές που “γονατίζουν” τον προϋπολογισμό και εμποδίζουν την εισαγωγή καλά στοχευμένων κοινωνικών παροχών, ιδιαίτερα για τις ομάδες που είναι πιο ευάλωτες και έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την οικονομική κρίση.
“Το να υποδηλώνεις ότι οι υψηλές συνταξιοδοτικές παροχές στην Ελλάδα είναι κατά κάποιο τρόπο δικαιολογημένες γιατί οι στοχευμένες κοινωνικές παροχές είναι τόσο χαμηλές, χάνει εντελώς το νόημα: οι στοχευμένες παροχές είναι ανεπαρκείς ακριβώς επειδή οι συνταξιοδοτικές παροχές διατηρούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα”, υπογραμμίζει το Ταμείο.
Τέλος, στο επιχείρημα ότι στους πρώτους εννέα μήνες του 2016, ο συντελεστής εισπραξιμότητας για τους τέσσερις βασικούς φόρους αυξήθηκε σε 81%, από 77% που ήταν το 2015, το ΔΝΤ τονίζει ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι λανθασμένος. Όπως εξηγεί, “αυτός βασίζεται σε έναν στενό ορισμό και σε δεδομένα για μερικούς μόνο φόρους. Ο συντελεστής εισπραξιμότητας βασισμένος σε έναν ευρύτερο ορισμό είναι 37% για τους εννέα πρώτους μήνες του χρόνου (δεν έχει αλλάξει από το 2015). Ο αριθμός που περιλαμβάνεται στην ερώτηση αναφέρεται μόνο στους τέσσερις βασικούς φόρους και εξαιρεί τα πρόστιμα, που είναι πολύ υψηλά στην περίπτωση της Ελλάδας”, αναφέρει.