Η απόφαση για το ελληνικό χρέος που βγήκε από το χθεσινό Eurogroup είναι πρώτο θέμα στα ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ. Τα γερμανικά ΜΜΕ, που επικεντρώνονται και αναλύουν την απόφαση, εκφράζουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των μέτρων για το ελληνικό χρέος και υπογραμμίζουν ότι δεν αναμένεται νέα εκταμίευση για την Αθήνα χωρίς να αποσαφηνιστεί η στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ.
Επιπλέον, τονίζουν ότι το Βερολίνο γνωρίζει ότι η λήψη νέων μέτρων θα έφερνε κατάρρευση της κυβέρνησης Τσίπρα και εκτιμούν ότι η λύση που δόθηκε ήταν ένας μηχανισμός αυτόματης αναπροσαρμογής (κόφτης) για μετά το 2018, ώστε να μην χρειαστεί η νομοθέτηση μέτρων.
Οι αναφορές των γερμανικών μέσων ενημέρωσης στις αποφάσεις του χθεσινού Eurogroup είναι εκτενείς και επικεντρώνονται- όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της Deutsche Welle- σε δύο σημεία: στη συμφωνία για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα και στη μη συμφωνία για τον ρόλο του ΔΝΤ.
Όσον αφορά την απόφαση για τη λήψη των βραχυπρόθεσμων μέτρων έχει ενδιαφέρον ότι όλα ανεξαιρέτως τα δημοσιεύματα κάνουν λόγο για «ελάφρυνση του χρέους» για την Ελλάδα ή για «βελτιώσεις στο πεδίο της διαχείρισης του χρέους», εξηγώντας στη συνέχεια ότι πρόκειται για μια σειρά τεχνικών μέτρων που οδηγούν σε αδιευκρίνιστη μείωση του ύψους του χρέους το 2060.
Ενδεικτικό είναι το τηλεγράφημα του γερμανικού πρακτορείου ειδήσεων dpa, το οποίο αναπαράγεται στο μεταξύ από πολλά ηλεκτρονικά μέσα και το οποίο υπό τον τίτλο «Οι υπουργοί Οικονομικών αποφασίζουν μέτρα ελάφρυνσης του χρέους για την Ελλάδα» σημειώνει μεταξύ άλλων: «(…) Σύμφωνα με υπολογισμούς του ESM όλα τα δρομολογηθέντα μέτρα μπορούν να μειώσουν το χρέος (…) μέχρι το 2060 κατά 20 περίπου ποσοστιαίες μονάδες. Τέτοιοι μακροπρόθεσμοι υπολογισμοί ωστόσο συνοδεύονται από αβεβαιότητες».
Για τη συμμετοχή του ΔΝΤ
Το δεύτερο σημείο στο οποίο εστιάζουν σήμερα οι γερμανοί αναλυτές αφορά στο ζήτημα της συμμετοχής του ΔΝΤ, μια φαινομενικά απαράβατη κόκκινη γραμμή του Βερολίνου καθώς ήταν ένας από τους βασικούς όρους που είχαν θέσει το καλοκαίρι του 2015 οι γερμανοί βουλευτές για να εγκρίνουν το τρίτο μνημόνιο.
Δεδομένου ότι ενάμιση σχεδόν χρόνο μετά η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα συνεχίζει να εκκρεμεί, θα έχει ενδιαφέρον πώς θα το δικαιολογήσουν αυτό σήμερα και αύριο οι κκ. Μέρκελ και Σόιμπλε στο συνέδριο του κόμματός τους στο Έσσεν, όπου η καγκελάριος διεκδικεί για ένατη φορά την επανεκλογή την στην προεδρία της CDU. Το ελληνικό ζήτημα δεν αναμένεται να απασχολήσει τους συνέδρους, εντούτοις είναι πολύ πιθανό να τεθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, πόσο μάλλον που το συνέδριο ξεκινά την επομένη του Eurogoup.
Βέβαιο πάντως είναι ότι όσο εκκρεμεί η απόφαση του Ταμείου δεν πρόκειται να εγκριθεί η εκταμίευση άλλης δόσης προς την Ελλάδα από τη γερμανική Βουλή. Αυτό τουλάχιστον έχουν υποστηρίξει επανειλημμένως ηγετικά στελέχη της CDU και το επανέλαβε προ ημερών και βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών που μίλησε στη Deutsche Welle. Σύμφωνα με αναλυτές, αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εξής, σχεδόν ασφαλή, εκτίμηση: όσο πλησιάζει η ημερομηνία εκταμίευσης της επόμενης δόσης, τόσο πιο κοντά θα είμαστε και στην απόφαση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Προς νέο «κόφτη»;
Κομβικής σημασίας είναι βέβαια το ερώτημα εάν αυτή η συμμετοχή θα συνοδεύεται από τη λήψη νέων μέτρων προκειμένου να διατηρηθεί ο στόχος του 3,5% για τα πρωτογενή πλεονάσματα και πέραν του 2018, όπως διαφαίνεται. Στο Βερολίνο ασφαλώς και γνωρίζουν ότι η λήψη νέων μέτρων θα περνούσε πολύ δύσκολα από την παρούσα Βουλή στην Αθήνα και ενδεχομένως να ισοδυναμούσε με την κατάρρευση της κυβέρνησης Τσίπρα και πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα.
Όλα αυτά τη χρονιά που στήνονται κάλπες σε Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία είναι μάλλον ένα σενάριο το οποίο απεύχονται οι πολιτικοί πρωταγωνιστές στην Ευρώπη. Γερμανοί αναλυτές εικάζουν σήμερα ότι ενδεχομένως η συμβιβαστική λύση να ήταν ένας νέος μηχανισμός αυτόματης προσαρμογής για μετά το 2018, έτσι ώστε η νυν κυβέρνηση να μην πρέπει να νομοθετήσει νέα μέτρα στην παρούσα φάση.
Το περίγραμμα του νέου αυτού «κόφτη» θα μπορούσε μεν να συμφωνηθεί τώρα -προκειμένου να ικανοποιηθεί το ΔΝΤ και να μπει στο πρόγραμμα- αλλά να εξειδικευτεί το 2018, σε αντάλλαγμα για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αναμένεται να αποφασιστούν τότε.
Πηγή: DW