του Αχιλλέα Χεκίμογλου
Στο Ελεγκτικό Συνέδριο βρίσκεται ακόμη η τροποποίηση της Σύμβασης Παραχώρησης του αυτοκινητόδρομου Κόρινθος – Τρίπολη – Καλαμάτα /Λεύκτρο – Σπάρτη και, σε περίπτωση που διαλυθεί η Βουλή, λόγω μη εκλογής Πρόεδρου της Δημοκρατίας, είναι πολύ πιθανόν τον φάκελο του έργου να διαχειριστεί η νέα κυβέρνηση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες του «Βήματος», το σχέδιο τροποποίησης της Σύμβασης Παραχώρησης του «Μορέα» φαίνεται να έχει εμπλακεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο, η έγκριση του οποίου είναι απαραίτητη προκειμένου να διαβιβαστεί η σύμβαση στη Βουλή, προκειμένου να κυρωθεί με νόμο.
Πληροφορίες θέλουν στο υπουργείο Υποδομών να καταγράφεται αναστάτωση, καθώς η έγκριση από τους δικαστές δεν έχει έρθει ακόμη και, όπως φαίνεται, στην περίπτωση κατά την οποία στην ψηφοφορία της 29ης Δεκεμβρίου δεν εκλεγεί ο κ. Σταύρος Δήμας και η Βουλή οδηγηθεί σε διάλυση, η τύχη της σύμβασης παραχώρησης θα απασχολήσει την επόμενη κυβέρνηση, εάν και όταν αυτή συγκροτηθεί.
Αναπόφευκτα, η συγκεκριμένη εξέλιξη δημιουργεί ανησυχία στους μετόχους του παραχωρησιούχου και στον κατασκευαστικό κόσμο εν γένει, καθώς προδιαγράφεται ένα «ριμέικ» του 2012, όταν οι εκλογές πήγαν πίσω την επανέναρξη των υπόλοιπων τεσσάρων αυτοκινητόδρομων, που εκτελούνται με σύμβαση παραχώρησης, επιβεβαιώνοντας την «προφητεία» του τότε Επιτρόπου Περιφερειακής Ανάπτυξης, κ. Γιοχάνες Χαν.
Παρεμπιπτόντως, το φυσικό αντικείμενο του Μορέα έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, με την πρόοδο των εργασιών να φτάνει το 95%.
Η λύση του Μορέα
Το υπουργείο Υποδομών, το οποίο έναν χρόνο πριν μετέδιδε ότι η λύση για την χρηματοοικονομική ισορροπία του «Μορέα» είχε επιτευχθεί, έχει κοινοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μία δέσμη μέτρων για την επανέναρξη της δανειοδότησης από πλευράς τραπεζών για την ολοκλήρωση του αυτοκινητόδρομου.
Η πρόταση του υπουργείου Υποδομών, η οποία πήρε το «πράσινο φως» του πρώην Επιτρόπου Ανταγωνισμού, κ. Χοακίν Αλμούνια, προβλέπει τα εξής:
Στο σκεπτικό της η Κομισιόν σημειώνει ότι η καταβολή αποζημιώσεων για αξιώσεις του παραχωρησιούχου δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, σε αντίθεση με την επιδότηση λειτουργίας, η οποία αποτελεί «επιλεκτικό πλεονέκτημα».
Ωστόσο, η Επιτροπή αναγνωρίζοντας τον ρόλο της κρίσης στην ανατροπή των δεδομένων της οικονομίας, και άρα, του έργου, την αμφισβήτηση της βιωσιμότητας του έργου από τις δανείστριες τράπεζες και τον ρόλο που θα διαδραματίσει ο αυτοκινητόδρομος για το δημόσιο συμφέρον και την αποτελεσματικότητα στην συνοχή των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών, ενέκρινε την κρατική ενίσχυση, ως συμβατή με το δίκαιο του Ανταγωνισμού.
Βλέπουν «τρύπα» 200 εκατ. ευρώ
Το πρόβλημα του έργου ξεκίνησε το Φθινόπωρο του 2012, όταν οι 16 δανείστριες τράπεζες του έργου (10 ελληνικές και έξι ξένες που συνεισφέρουν με δάνεια 356 εκατ. ευρώ και 318 εκατ. ευρώ αντίστοιχα), ανέστειλαν την δανειοδότηση, καθώς αμφισβητούσαν τις προβολές κίνησης και φόρτου του αυτοκινητόδρομου.
Μάλιστα, η ΕΤΕπ, η οποία διαθέτει τη «μερίδα του λέοντος» στον δανεισμό του έργου, ζήτησε αναπροσαρμογή του χρηματοοικονομικού μοντέλου προς τα κάτω, ανοίγοντας «τρύπα», ύψους 200 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με το υπουργείο Υποδομών, η κρατική ενίσχυση των 330 εκατ. ευρώ αποτελεί ανώτατο ονομαστικό ποσό πρόσθετης επιδότησης λειτουργίας, που αφορά αποκλειστικά και μόνο την κάλυψη των υποχρεώσεων του έργου προς τις δανείστριες τράπεζες, στην περίπτωση που τα μελλοντικά έσοδα των διοδίων – αφού ολοκληρωθεί η κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου – δεν επαρκούν για την εξόφληση των δόσεων.
Σε τρέχουσες τιμές, μάλιστα, όπως αναφέρει, η αξία του ποσού είναι της τάξης των 80 εκατ. ευρώ. Το υπουργείο εκτιμά ότι η αύξηση του ΑΕΠ, θα φέρει και αύξηση των εσόδων από διόδια, και, άρα, μικρότερη πιθανότητα καταβολής μεγαλύτερης επιδότησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν προβλέπεται καμία αύξηση των διοδίων.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ