Στα “υπ΄όψιν” μπήκε το ζήτημα για την επαναφορά του waiver στις ελληνικές τράπεζες, καθώς, αν και τέθηκε στο “τραπέζι” των συνομιλιών κατά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δε ελήφθη κάποια απόφαση.
Ωστόσο, όπως δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι έπειτα από την ολοκλήρωση των συνομιλιών, αναγνωρίστηκε η σημαντική πρόοδος που έχει σημειώσει η Ελλάδα στην υλοποίηση του προγράμματος.
«Έγινε μια παρουσίαση, αλλά δεν λήφθηκε απόφαση για την επαναφορά του waiver», είπε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, συμπληρώνοντας ότι αυτό θα γίνει σε επόμενη συνεδρίαση του ΔΣ, όταν πια εφαρμοστούν τα προαπαιτούμενα.
Αναφορικά με τα επιτόκια, ο Ντράγκι τόνισε ότι θα παραμείνουν στα σημερινά χαμηλά ή σε χαμηλότερα επίπεδα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, αρκετά μετά το τέλος των αγορών στοιχείων ενεργητικού οι οποίες, όπως είπε, θα συνεχιστούν ως το Μάρτιο του 2017 ή και αργότερα αν αυτό είναι απαραίτητο.
Συνεχίζοντας, επεσήμανε πως είναι κρίσιμο να διασφαλιστεί ότι το περιβάλλον πολύ χαμηλού πληθωρισμού δεν θα εδραιωθεί στην οικονομία της ευρωζώνης, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να επιτύχει τον στόχο για τον πληθωρισμό, με την προϋπόθεση αυτό να είναι αναγκαίο.
Όσον αφορά την κατάσταση της οικονομίας της ευρωζώνης, ο επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε πως η ανάπτυξη θα συνεχιστεί το δεύτερο τρίμηνο, αλλά με χαμηλότερο ρυθμό από το πρώτο τρίμηνο.
Όπως τόνισε, η ανάπτυξη επηρεάζεται αρνητικά από τις αδύναμες εξαγωγές και στηρίζεται από την εγχώρια ζήτηση.
Μειώθηκε η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον ELA
Μειωμένο κατά 1 δισεκατομμύριο ευρώ εμφανίζεται το ανώτατο όριο δανεισμού των ελληνικών τραπεζών μέσω του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας (ELA), με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί στα 68,1 δισ. ευρώ.
Κατά τη σημερινή συνεδρίαση της ΕΚΤ, δεν διατυπώθηκε αντίρρηση για το ανώτατο όριο έως και την Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016, έπειτα από αίτημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η μείωση του ανώτατου ορίου κατά 1 δισ. ευρώ, σημαίνει ότι η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών έχει βελτιωθεί στο πλαίσιο της υποχώρησης της αβεβαιότητας και της σταθεροποίησης των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα.