Ότι η επόμενη φάση της ελληνικής κρίσης έχει αρχίσει, αναφέρεται σε κύριο άρθρο στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδίας Γερμανικών Συνδικάτων (DGB).
Το ίδιο άρθρο σημειώνει ότι οι δανειστές βρίσκονται ενώπιον των ερειπίων της δικής τους πολιτικής, διότι η επιβληθείσες από τους θεσμούς περικοπές μισθών και δημόσιων δαπανών δεν συνέβαλαν ούτε κατ΄ελάχιστον στη επίλυση της ελληνικής κρίσης.
Το αντίθετο, η πολιτική αυτή οδήγησε από το 2010 στο να έχουν μικρότερη αγοραστική δύναμη οι συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι, στο να έχουν μικρότερο τζίρο οι επιχειρήσεις και το κράτος να εισπράττει λιγότερους φόρους.
Ανάλογη ήταν η μείωση του ΑΕΠ, η ανεργία εκτινάχτηκε στα ύψη και το χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ αυξήθηκε. Αυτό το δημόσιο χρέος θα μπορούσε να φτάσει σύντομα στο 200% του ΑΕΠ. Εν τω μεταξύ το χρέος προκαλεί ασφυξία.
Αυτό που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί στην αρχή της κρίσης καθίσταται τώρα υποχρεωτικό εξαιτίας της λανθασμένης πολιτικής του υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε και των εταίρων του της τρόικας: πρόκειται για την ελάφρυνση του χρέους.
Αυτό προσπαθεί κυρίως το ΔΝΤ. Θέλει κούρεμα του χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, διότι διαφορετικά δεν θα δώσει άλλα δάνεια και θα φύγει. Κομβικό σημείο της κριτικής του είναι πως σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους πιστεύει ότι οι περικοπές συντάξεων, οι αυξήσεις φόρων και τα άλλα μέτρα που συμφωνήθηκαν το καλοκαίρι του 2015, δεν οδηγούν στην επίτευξη του στόχου να επιτευχθεί πλεόνασμα 3,5% προ αποπληρωμής τόκων.
Το ΔΝΤ θεωρεί αυτό τον στόχο μη επιτεύξιμο και το ελληνικό χρέος μη βιώσιμο.
«Ο Σόιμπλε παραδέχθηκε τουλάχιστον εν τω μεταξύ δημόσια, ότι θα γίνει συζήτηση για ελαφρύνσεις του ελληνικού χρέους. Η διαμάχη μεταξύ ΔΝΤ και Σόιμπλε συνεχίζεται. Και όταν δύο δανειστές μαλώνουν το θύμα θα μπορούσε να είναι στο τέλος ο οφειλέτης. Για να παραμείνει το ΔΝΤ, η γερμανική κυβέρνηση προτείνει προληπτικά μέτρα για την Ελλάδα.
Αν δεν επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% θα πρέπει να προστεθούν επιπλέον μέτρα 3,5 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι αν υπάρξουν οικονομικά προβλήματα η Ελλάδα θα πρέπει να προσθέσει ακόμα περισσότερα χρήματα και να επιδεινώσει τα προβλήματα. Είναι παράλογο».
Τα χρήματα που υποσχέθηκαν στην Ελλάδα πριν από ένα χρόνο πρέπει να δοθούν τώρα, τονίζει ακόμη το άρθρο. «Οι τόκοι και η εξόφληση δανείων θα πρέπει να ανασταλούν έως ότου η οικονομία πάει καλύτερα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μπορεί να αγοράσει ελληνικούς τίτλους όπως γίνεται και στη περίπτωση άλλων χωρών που περνάνε κρίση. Και κυρίως η Ελλάδα χρειάζεται γρήγορα ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα, επενδύσεις αντί περικοπών και συμπίεσης μισθών», καταλήγει το δημοσίευμα.