Με εσωτερική διαχείριση θα «αντιμετωπίσουν» οι τράπεζες τα έξι στα δέκα «κόκκινα» δάνεια, ενώ τα δύο στα δέκα εκτιμάται ότι θα οδηγηθούν σε ρευστοποίηση εξασφαλίσεων. Η στρατηγική των τραπεζικών ομίλων, σύμφωνα με την εφημερίδα “Ναυτεμπορική”, στηρίζεται κυρίως στη διαχείριση με ίδια μέσα των προβληματικών δανείων, ώστε εν τέλει μόνο για τα δύο στα δέκα θα εξεταστεί η λύση της πώλησης σε εξειδικευμένα funds.
Την αποτελεσματική αντιμετώπιση των άνω των 100 δισ. ευρώ προβληματικών χορηγήσεων θα επιτρέψουν τόσο η οριστικοποίηση του πλαισίου διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετά την αξιολόγηση όσο και η συμπλήρωση του νομοθετικού πλαισίου.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, οι τράπεζες θα υποχρεωθούν σε μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά 50% με 60% σε ορίζοντα τριετίας και η έμφαση θα δοθεί στη διαχείριση με εσωτερικές μονάδες και από εταιρείες διαχείρισης, ενώ θα κινητοποιηθούν οι διαδικασίες πλειστηριασμού και ρευστοποίησης για δάνεια που κρίνονται μη βιώσιμα μέσω αναδιαρθρώσεων.
Το αργότερο έως το τέλος του έτους θα πρέπει να έχουν τεθεί σε πλήρη εφαρμογή οι σχετικοί μηχανισμοί και να λειτουργεί πλήρως η αγορά. Η καθυστέρηση στην αξιολόγηση και τα δεκάδες εμπόδια θεσμικού χαρακτήρα που καταγράφονται για την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν φρενάρει την πρόοδο που θα έπρεπε ήδη να έχει γίνει, ενώ στην ίδια κατεύθυνση, μνημονιακές υποχρεώσεις, όπως η στοχοδοσία στις τράπεζες για την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μετατίθενται τουλάχιστον για τον Σεπτέμβριο.
Της διαμόρφωσης των στόχων μείωσης των «κόκκινων» δανείων θα προηγηθεί η απεικόνιση της διάρθρωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και στο πλαίσιο αυτό θα καταρτιστεί ενιαία φόρμας αναφοράς, την οποία θα υποβάλλουν, ανά τρίμηνο, οι τράπεζες για τα NPEs.
Πάντως, η άνοδος και η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων συνδέονται άμεσα με την ύφεση και την ανεργία, όπως επιβεβαιώνει μελέτη της Eurobank.
Συνολικά, τα αποτελέσματα της μελέτης αναδεικνύουν την αναγκαιότητα άμεσης βελτίωσης του εγχώριου οικονομικού κλίματος που θα συνέβαλε αφενός στη σταθεροποίηση του λόγου προβληματικών δανείων προς σύνολο δανείων κοντά στα τρέχοντα επίπεδα και αφετέρου στη μετέπειτα αποκλιμάκωσή του. Απαραίτητη προϋπόθεση για μια τέτοια εξέλιξη είναι η ταχεία ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους του επίσημου τομέα στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης του νέου προγράμματος προσαρμογής. Πιο μεσοπρόθεσμα, η περαιτέρω βελτίωση του θεσμικού, νομικού και εποπτικού πλαισίου για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων αποτελεί κρίσιμο προαπαιτούμενο για την απελευθέρωση πόρων που παραμένουν παγιδευμένοι σε μη παραγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας και την ταχύτερη επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής των πιστώσεων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.