Μέχρι την 1η Μαΐου θέλει να έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση ο Υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος. Σε συνέντευξή του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) σημειώνει ότι «το ζήτημα του χρόνου είναι σημαντικό, αν θέλουμε να φτάσουμε από τον φαύλο στον ενάρετο κύκλο» και προσθέτει ότι «δεν μπορεί κανείς να συζητά αιωνίως για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση και να παραμένει αιώνια ανοικτή μια πληγή».
Ο κ. Τσακαλώτος εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί περισσότερο από 3%, αλλά για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο «θα πρέπει να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων μέχρι την 1η Μαΐου», ώστε η Ελλάδα να λάβει την τρίτη δόση και μετά να γίνει διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους και επισημαίνει ότι «αυτό που χρειαζόμαστε μέχρι το ορθόδοξο Πάσχα, την 1η Μαΐου, είναι η κρίση των διεθνών ΜΜΕ, ότι αυτή τη φορά οι Ευρωπαίοι κατέληξαν σε μια συμφωνία, ότι δεν έγινε αναβολή και ότι η Ελλάδα ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο».
Ο Υπουργός Οικονομικών στρέφεται κατά του ΔΝΤ, λέγοντας πως αποτελεί εμπόδιο για την επίτευξη συμφωνίας «διότι ζητά ξανά από τους Έλληνες σημαντικές περικοπές των συντάξεων και των παροχών» ενώ απορρίπτει τις επιπλέον περικοπές συντάξεων, διότι όπως αναφέρει «το ΔΝΤ θέλει αφενός γενικές περικοπές και αφετέρου μια διόρθωση της ανισορροπίας των κοινωνικών παροχών της Ελλάδας με μεγάλη επιβάρυνση των συνταξιούχων και μικρότερη για άλλους που έχουν ανάγκη».
Παράλληλα ξεκαθαρίζει ότι «οι συντάξεις αποτελούν μέρος του κοινωνικού δικτύου ασφάλειας, διότι αυτή τη στιγμή παππούδες και γιαγιάδες πρέπει συχνά να υποστηρίξουν οικογένειες με παιδιά. Εάν το ΔΝΤ με τους τρεις ευρωπαϊκούς θεσμούς έχει κατά τις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα κάποιο πρόβλημα, τότε θα πρέπει να το λύσει με τους Ευρωπαίους» και τονίζει ότι «εδώ υπάρχουν δύο ελέφαντες και μεις είμαστε μεταξύ τους η αντιλόπη η οποία προσπαθεί να μην την πατήσουν».
Ο Υπουργός Οικονομικών καταλήγει στην συνέντευξή του λέγοντας ότι «την τελευταία χρονιά αναμέναμε ύφεση 2%, στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, το ΑΕΠ μειώθηκε μόνο κατά 0,2%. Επιπλέον αυξήθηκαν τα φορολογικά έσοδα, διευκολύνθηκε η συγκέντρωση ΦΠΑ μέσω του περιορισμού των αναλήψεων μετρητών και της αύξησης της χρήσης πιστωτικών καρτών. Στα θέματα αυτά αναμένεται με βεβαιότητα ότι θα χρειαστούν λιγότερες διορθώσεις».