Η κυβέρνηση δεν είναι πρόθυμη να προχωρήσει σε νέες περικοπές συντάξεων, διαμήνυσε ο Υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Όπως εξήγησε ο υπουργός Οικονομικών, το ΔΝΤ ζητεί περαιτέρω μειώσεις στις συντάξεις προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 ωστόσο, όμως διαβεβαίωσε, οτι η Αθήνα δεν προτίθεται να πράξει κάτι ανάλογο.
Ο κ. Τσακαλώτος υπογράμμισε ότι οι θέσεις της κυβέρνησης βρίσκονται πολύ κοντά με τις αντίστοιχες της Κομισιόν και της ΕΚΤ, αφήνοντας σαφείς αιχμές εναντίον του Διεθνές Νομισματικού Ταμείου. «Οι περισσότεροι θέλουν λύση και αυτό σ’ ένα κόσμο λογικό με κάνει αισιόδοξο ότι θα βρεθεί λύση» τόνισε κ. Τσακαλώτος και υπογράμμισε ότι «οι παίκτες που θέλουν λύση είναι περισσότεροι από τους παίκτες που δεν θέλουν λύση. Σε ένα λογικό κόσμο αυτό σημαίνει ότι είμαστε πιο κοντά στη λύση».
Παράλληλα παρατήρησε ότι «δεν ξέρω αν θα ληφθεί απόφαση στο Eurogroup, αλλά ξέρω ότι όλοι μιλούν με όλους. Η γενική κατεύθυνση είναι πως είμαι αισιόδοξος ότι θα δοθεί λύση και μάλιστα πιο συνολική λύση από αυτή που περιμέναμε την περασμένη εβδομάδα. Όλοι καταλαβαίνουν ότι αν δεν υπάρξει αυτό το μήνυμα» και εκτίμησε ότι το αποτέλεσμα θα είναι «να βρεθεί μία λύση που ο κόσμος, και εντός και εκτός της Ελλάδας, θα αισθάνεται ότι η Ελλάδα άλλαξε σελίδα».
Αιχμηρή στάση εναντίον της Ουάσινγκτον κράτησε και χθες, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσουμε τον λόγο για τον οποίο το ΔΝΤ ζητά πολύ περισσότερα μέτρα συγκριτικά με αυτά που είχαν συμφωνηθεί το καλοκαίρι κατά την υπογραφή του μνημονίου, δεδομένου ότι οι οικονομικές συνθήκες έχουν βελτιωθεί αισθητά σε σχέση με τότε», ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος και επανέλαβε ότι «η καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις διακυβεύει την επιτυχή ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος».
Ο Έλληνας Υπουργός Οικονομικών υπεραμύνθηκε της απόφασης της κυβέρνησης να μην υπάρξει νέα περικοπή των συντάξεων ενώ χαρακτήρισε παραπλανητικά τα στοιχεία που επικαλείται ο Πόλ Τόμσεν και τα οποία ανεβάζουν τη δαπάνη του δημοσίου για τις συντάξεις στο 10% του ΑΕΠ.
Καταλήγοντας χαιρέτισε τις πρωτοβουλίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για μεγαλύτερη εμπλοκή του στο ελληνικό πρόγραμμα και υπογράμμισε πως χρειάζεται ένας μεσολαβητής που θα εξετάζει τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο του προγράμματος αλλά και θα παίζει ρόλο στις διαφωνίες μεταξύ των θεσμών και των ελληνικών αρχών.