Παρέμβαση υπέρ της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης του Ελληνικού Προγράμματος, επιχείρησε η Ουάσιγκτον μέσω του Τζακ Λιού, ο οποίος είχε σημαντικές επαφές για το θέμα με τους ομολόγους του της Γερμανίας και της Ολλανδίας στη Σαγκάη, όπου συνεδρίασαν οι Υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των χωρών-μελών της G20.
Σύμφωνα με το Mega και τον Μιχάλη Ιγνατίου, ο Αμερικανός Υπουργός Οικονομικών συνομίλησε και με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, Αλέξη Τσίπρα, στον οποίο υπογράμμισε την κρισιμότητα της κατάστασης και την ανάγκη να κλείσει το συντομότερο δυνατόν η επιθεώρηση των οικονομικών επιδόσεων της κυβέρνησης του από τους εκπροσώπους των δανειστών.
Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών οι δύο άνδρες μίλησαν και για το προσφυγικό και ο κ. Λιου εξέφρασε την ανησυχία του για την κρίση όπως αυτή εξελίσσεται. Επίσης, ο ίδιος εξέφρασε την ελπίδα να βρεθεί σύντομα μια συνολική ευρωπαϊκή λύση για να αντιμετωπιστεί το θέμα έτσι ώστε να σταματήσουν να χάνονται ζωές. Την ίδια θέση εξέφρασε την Παρασκευή ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του State Department.
Πάντως, εντύπωση προκαλεί η απόφαση του Λευκού Οίκου να επικοινωνήσει με τον Ελληνα πρωθυπουργό ο κ. Λιού, και όχι ο ίδιος ο Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος με αφορμή την προσφυγική κρίση επικοινώνησε με Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι έτσι και αλλιώς δεν έχουν επηρεαστεί σοβαρά από αυτήν. Σύμφωνα με επίσημες ανακοινώσεις ο κ. Ομπάμα συνομίλησε τις προηγούμενες ημέρες με τους ηγέτες της Γερμανίας, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Διπλωματική πηγή εκτιμά ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος έπρεπε να είχε τηλεφωνήσει και τον κ. Τσίπρα, τουλάχιστον για να του εκφράσει την αμερικανική συμπαράσταση. Η πηγή επισήμανε στο MEGA ότι γίνονται ενέργειες σε διπλωματικό επίπεδο, και ότι η Αθήνα ζήτησε επίσημα την αμερικανική υποστήριξη την περασμένη εβδομάδα μέσω διπλωματικών επαφών στην ελληνική πρωτεύουσα και την Ουάσιγκτον.
Οι επικεφαλής των Θεσμών που επισκέφθηκαν στις αρχές του μήνα την Αθήνα φέρονται να επέστρεψαν απογοητευμένοι στις βάσεις τους, στην Ουάσιγκτον, τη Φρανκφούρτη και τις Βρυξέλλες, και έκτοται αναμένεται η επιστροφή τους, η οποία δεν έχει καθοριστεί ακόμη. Εκτιμάται πως μετά την αμερικανική παρέμβαση, οι επικεφαλής θα επιστρέψουν σύντομα, αν και πηγή εκτός του ΔΝΤ μας είπε ότι δεν έχει καθοριστεί η ημέρα της επιστροφής.
Οι Αμερικανοί ανησυχούν για την κατάσταση στην Ευρώπη γενικότερα μετά και την επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης, η οποία επηρέασε όλες τις χώρες, ακόμα και αυτή τη Γερμανία, η οποία δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στο κύμα προσφύγων που κατέκλυσε τη χώρα, ενώ αδυνατεί να υλοποιήσει τις υποσχέσεις της.
Όμως, το μεγαλύτερο και πιο οξύ πρόβλημα αντιμετωπίζει η Ελλάδα, η οποία κινδυνεύει να μετατραπεί σε «αποθήκη ψυχών», όπως είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας. Η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζει να απαιτεί να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων «εταίρων» και δανειστών της, αν και μέχρι τώρα έχει αποτύχει να πείσει τους Γερμανούς, οι οποίοι και ελέγχουν απόλυτα την Ευρώπη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κυβερνητική πηγή, που συμμετείχε στο Φόρουμ των Δελφών ενημέρωσε δημοσιογράφους ότι «το πρόβλημα είναι ότι δεν θέλουμε το ΔΝΤ, κανείς δεν το θέλει, ούτε το ίδιο θέλει, μόνο η Γερμανία το θέλει». Αυτή η διάσταση απόψεων είναι χαρακτηριστική και των προβλημάτων που δημιουργεί ο κ. Σόιμπλε στην Ελλάδα.
«Αναζητούμε λύση, ώστε να παραμείνει τεχνικός σύμβουλος» (το ΔΝΤ), τόνισε η πηγή και πρόσθεσε: «Είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε τους Θεσμούς την Τετάρτη. Περιμένουμε να καθοριστεί στο EuroWorking Group της Δευτέρας».
Στη διάρκεια της ενημέρωσης του State Department την Παρασκευή, καταγράφηκε αγωνιώδης δημοσιογραφική προσπάθεια για να αποδοκιμαστούν οι χώρες, όπως οι Αυστρία και άλλοι δορυφόροι της Γερμανίας, να κρατήσουν ανοικτά τα σύνορα για να αποφορτιστεί η κατάσταση για την Ελλάδα, όπου χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, που πίστεψαν τις υποσχέσεις της κ. Μέρκελ, δεν έχουν τα στοιχειώδη, παρά τις μεγάλες προσπάθειες των Ελλήνων πολιτών και της κυβέρνησης για να τους βοηθήσει.
Πάντως, ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Μάρκ Τόνερ εξέφρασε μεγάλη συμπάθεια για την Ελλάδα, αναφερόμενος στο βαρύ φορτίο που σηκώνει η χώρα μας για να βοηθήσει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Όμως, δεν κατέκρινε, ως όφειλε, την αντιευρωπαϊκή στάση συγκεκριμένων χωρών-μελών της Ε.Ε.
«Έχουμε πει πολλές φορές», τόνισε, «ότι θα θέλαμε να δούμε την ΕΕ να προσεγγίζει την κρίση των προσφύγων κατά ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο τρόπο, διότι όπως σημειώσατε, τώρα οι διαφορετικές χώρες, λαμβάνουν διαφορετικά μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση. Θέλουμε να δούμε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση».
Χαρακτήρισε δε εσωτερικά ζητήματα μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων τις απειλές αποκλεισμού της χώρας μας από τη Συνθήκη Σένγκεν. Απέφυγε να πάρει ξεκάθαρη θέση, αν και τόνισε τα εξής:
«Νομίζω πως ο πρόεδρος Ντόναλντ Τούσκ δήλωσε ότι αποπέμποντας την Ελλάδα από τη ζώνη της Σένγκεν δεν θα έλυνε τη μεταναστευτική κρίση. Αναγνωρίζω πως αυτές είναι δύσκολες καταστάσεις και πως κάθε έθνος έχει το δικαίωμα να ελέγχει το έδαφός του. Όμως, απλά θα ζητήσουμε από όλα τα κράτη, όπως έκανε η Ελλάδα, να συνεχίσουν να επιδεικνύουν γενναιοδωρία χειριζόμενα τους μετανάστες».
Ο κ. Τόνερ, διευκρίνισε και τη δήλωση του ότι «κάθε κράτος έχει κυρίαρχο δικαίωμα να ελέγχει το έδαφός του, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού για όσους επιζητούν είσοδο». Είπε: “Όπως ακριβώς προσπαθούμε να κάνουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι σημαντικό να υπάρχει κάποιο είδος διαδικασίας ελέγχου ή κάποια διαδικασία με την οποία αυτοί που περνούν τα σύνορα θα καταχωρούνται”.