Η ΕΚΤ έχει περιθώρια για περισσότερη ποσοτική χαλάρωση, δήλωσε το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Φίλιπ Λέιν.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επεκτείνει το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων εάν αυτό απαιτείται προκειμένου να αυξηθεί ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%, τόνισε σε συνέντευξή του μέλος του δ.σ. της ΕΚΤ.
Μιλώντας στους Irish Times, ο Φίλιπ Λέιν δηλώνει πως υπάρχουν ενδείξεις ότι το πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης έχει αποτέλεσμα, και έχει βοηθήσει ώστε να αυξηθεί ο τραπεζικός δανεισμός και να μειωθεί το κόστος δανεισμού σε ορισμένες χώρες.
Στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, η ΕΚΤ επέκτεινε το πρόγραμμα κατά έξι μήνες, μέχρι το τέλος του Μαρτίου 2017 αντί του Σεπτεμβρίου 2016. Οι επενδυτές και οι traders ανέμεναν ότι η κεντρική τράπεζα θα έκανε περισσότερα για να τονώσει τον ακόμη χαμηλό πληθωρισμό, συμπεριλαμβανομένης και μιας αύξησης των μηνιαίων αγορών ομολόγων.
Αλλά ο Λέιν, διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ιρλανδίας από τον περασμένο Νοέμβριο, δήλωσε πως οι φορείς χάραξης πολιτικής θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερο εάν παραστεί ανάγκη.
Αλλά είναι σημαντικό να πούμε πως δεν έχει κλείσει καμία πόρτα, δήλωσε, και πρόσθεσε πως εάν τα στοιχεία στους επόμενους μήνες δείξουν πως πρέπει να γίνουν περισσότερα, μπορούν να γίνουν.
Ο Ιρλανδός κεντρικός τραπεζίτης δήλωσε πως η απόφαση της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας να αυξήσει τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια τον Δεκέμβριο ήταν “καλά νέα” διότι δείχνει ότι η οικονομία ΗΠΑ αναπτύσσεται με ισχυρό ρυθμό.
Αλλά πρόσθεσε πως “υπάρχει ασυνήθιστα υψηλή αβεβαιότητα αυτή τη στιγμή”, σχετικά με τις εκτιμήσεις για την παγκόσμια οικονομία, και ιδιαίτερα για τις προοπτικές για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες”.
Αναφορικά με την οικονομία της Κίνας, ο Λέιν δήλωσε πως οι αρχές έχουν επιλογές διαθέσιμες, εάν αποφασίσουν ότι χρειάζεται μια απάντηση.
“Η Κίνα προφανώς προχωρά σε μια μετάβαση από μια οικονομία με βάση τις επενδύσεις –όπου πιθανώς υπήρξε κάποια υπέρμετρη ανοικοδόμηση στο real estate κ.λπ.- και πρέπει να διαχειριστεί την μετάβαση από αυτήν, σε μια οικονομία εστιασμένη στην κατανάλωση και ασφαλώς οι οικονομίες αυτού του μεγέθους, αναμένεται να επιβραδυνθούν”.
Πηγή: ΑΠΕ, reporter.gr