Το νέο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας βρίσκεται ήδη εκτός χρονοδιαγράμματος, την ώρα που οι διεθνείς πιστωτές επισκέπτονται την Αθήνα για διαπραγματεύσεις επί των σκληρών και αμφιλεγόμενων μέτρων λιτότητας. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Wall Street Journal, όπως επιτάσσει το πρόγραμμα μαμούθ των 86 δισ. που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο, δεκάδες μέτρα λιτότητας θα έπρεπε να είχαν προχωρήσει έως τα μέσα Οκτωβρίου, προκειμένου να ξεκλειδώσει η πρώτη δόση του δανείου.
Ωστόσο, οι συζητήσεις μεταξύ των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα αναμένεται να καταδείξουν τις διαφορές που υπάρχουν στις δύο πλευρές σε θέματα όπως η φορολογία στα ιδιωτικά σχολεία, η φορολόγηση των αγροτών, οι περικοπές στις συντάξεις και την πρώτη κατοικία. Τώρα, η ελληνική πλευρά ζητάει άλλες δύο εβδομάδες για να περάσει όλα τα μέτρα και στο ενδιάμεσο να λάβει τα δύο δισεκατομμύρια της υπο-δόσης.
Η νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε υποσχεθεί πως θα αναπτύξει γοργά τις δράσεις της έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η πρώτη φάση του προγράμματος διάσωσης και να περάσει στη συνέχεια στο σημαντικό θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους. Από την άλλη, όμως, είχε υποσχεθεί σε συνταξιούχους, αγρότες και ιδιοκτήτες ακινήτων ότι θα τους προστατεύσει από νέα σκληρά μέτρα.
Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές, αναφέρει το άρθρο, δείχνουν ότι η αβεβαιότητα γύρω από το μέλλον της Ελλάδας παραμένουν. Η μέτρια οικονομική ανάπτυξή της, σε σχέση με τις άλλες χώρες, είναι ένα θέμα προβληματισμού. Η Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται από τη χρηματοδοτική ενίσχυση της Γερμανίας και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης, τη στιγμή που η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν καταφέρει να «απογαλακτιστούν» και να αφαιρέσουν τη θηλιά από τους λαιμούς τους.
Το δίλημμα της Αθήνας είναι αν θα πρέπει να συνεχίσει τη λιτότητα κάτι που πιθανόν θα οδηγήσει τη χώρα σε δύο ακόμη χρόνια ύφεσης και με δεδομένη την κατάσταση της οικονομίας, αυτό θα είναι πολλαπλασιαστικά επιζήμιο. Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να πείσει τους δανειστές ότι μπορεί να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους δίχως να επιβάλει περισσότερη λιτότητα. Ειδικότερα, η Αθήνα θέλει να αποφύγει τη βαριά φορολόγηση στους αγρότες και να μην βάλει τον ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση. Παράλληλα, έχει να αντιμετωπίσει ένα υπερφορτωμένο συνταξιοδοτικό σύστημα που πολιτικά, όποια απόφαση και αν πάρει, θα είναι επώδυνη. Αμφότερα τα μέρη της διαπραγμάτευσης συμφωνούν πως χρειάζεται νέος σχεδιασμός στο συνταξιοδοτικό σύστημα, καθώς οι μέχρι τώρα προσπάθειες έχουν αποτύχει.
Επί του παρόντος, η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να μην υιοθετεί τις προτάσεις της επιτροπής Σοφών που προκάλεσαν πολλές αντιδράσεις, αλλά οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σημειώνουν με επίταση ότι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι αναπόσπαστο τμήμα του σχεδίου διάσωσης και προϋπόθεση για οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους. Επίσης, Ελλάδα και δανειστές αναμένεται να κάνουν «παζάρι» και στο μείζον θέμα των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών.
Η ελληνική πλευρά υποστηρίζει πως θέλει να προστατεύσει την α’ κατοικία από τους πλειστηριασμούς με όριο τις 300.000 ευρώ και για ετήσια εισοδήματα έως και 35.000 ευρώ. Η τρόικα από την άλλη θέλει αυτό το όριο στις 120.000 ευρώ για οικογένειες με ετήσια εισοδήματα στα όρια της φτώχειας. Τρόικα και τράπεζες, καταλήγει η WSJ, υποστηρίζουν ότι η υπερβολική προστασία της κυβέρνησης προς τους ιδιοκτήτες ακινήτων ουσιαστικά ενθαρρύνει τη μη πληρωμή των χρεών των ενυπόθηκων δανείων και πληγώνει το ήδη παράλυτο τραπεζικό σύστημα.