Τα τελευταία χρόνια η κορύφωση της τουριστικής περιόδου συνοδεύεται από την ένταση των ελέγχων για την ανασφάλιστη εργασία. Η μαύρη εργασία «οργιάζει» στους τουριστικούς προορισμούς, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα τελευταία χρόνια τα έσοδα από τον τουρισμό αυξάνονται τουλάχιστον κατά 20% κάθε χρόνο, ενώ αυτή την αύξηση δεν την εισπράττουν ταυτόχρονα τα ασφαλιστικά ταμεία.
Το Υπουργείο Εργασίας συγκρότησε πρόσφατα ειδικά τοπικά κλιμάκια του ΙΚΑ, προκειμένου να ενισχύσουν τις προσπάθειες των ελεγκτικών μηχανισμών, του ΣΕΠΕ και της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχων Ασφάλισης του ΙΚΑ, που επιχειρούν αυτές τις μέρες, κυρίως σε περιοχές «με ένταση απασχόλησης στα τουριστικά και επισιτιστικά επαγγέλματα».
Γεγονός είναι, ότι τα ποσοστά της αδήλωτης εργασίας στα ξενοδοχεία είναι συγκριτικά χαμηλά, ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις υπηρεσίες εστίασης, που η αδήλωτη εργασία είναι υψηλότερη από το μέσο όρο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του επιχειρησιακού σχεδίου «Άρτεμις» του υπουργείου Εργασίας, από τις 15 Σεπτεμβρίου του 2013 έως τις 31 Ιανουαρίου του 2014, τα ποσοστά αδήλωτης εργασίας που εντόπισαν οι έλεγχοι, ήταν 2,16%. Στον Τουρισμό και συγκεκριμένα στα καταλύματα υψηλών κατηγοριών η παραβατικότητα ήταν 1,19% και στα μικρά καταλύματα 2,54%. Αντίστοιχα στην εστίαση έφθασαν το 3,34%.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται μετά από συνομιλία που είχαν με τον αντιπρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), και πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (Π.Ο.Ξ.) Γιάννη Ρέτσο, τον πρόεδρο της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και συναφών Επαγγελμάτων Γιώργο Καββαθά και τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατών Επισιτισμού και Υπαλλήλων Τουριστικών Επαγγελμάτων Παναγιώτη Προύτζο.
Η ευθύνη
Οι φορείς των εργοδοτών και των εργαζομένων στον κλάδο, συμφωνούν ότι το πρόβλημα της αδήλωτης εργασίας είναι μεγάλο και πλήττει οδυνηρά τους εργαζόμενους, τα ασφαλιστικά ταμεία και τον ανταγωνισμό. Καταθέτουν όμως διαφορετικές απόψεις σε ότι αφορά τις αιτίες του φαινομένου και τον τρόπο αντιμετώπισης.
«Ο ξενοδοχειακός κλάδος απουσιάζει από τις πρώτες θέσεις των κλάδων που κατά κανόνα παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά αδήλωτης εργασίας» υποστηρίζει ο αντιπρόεδρος τους ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος, επικαλούμενος τα επίσημα στοιχεία και αντιτείνει ότι «ο τουριστικός τομέας με ναυαρχίδα τον ξενοδοχειακό κλάδο αδιαμφισβήτητα συμβάλλει καθοριστικά στην απασχόληση της χώρας».
«Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΚΑ», λέει, «το 2014, υπήρξε αύξηση κατά 23% του όγκου απασχόλησης (ημέρες εργασίας) στον κλάδο του Τουρισμού. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το στοιχείο ότι κατά τη διάρκεια του Ιουλίου 2014 κατεγράφησαν 137.000 θέσεις (+36%) μισθωτής εργασίας επιπλέον, σε σχέση με τον Ιούλιο του 2013, και ξεπέρασαν τις 500.000, αριθμός που αποτελεί το 1/3 της συνολικής απασχόλησης των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.
»Από κει και πέρα είναι ζήτημα των ελεγκτικών μηχανισμών να καταβάλλουν, και το πράττουν, προσπάθειες εντοπισμού όσων παρανομούν, αποστερώντας πόρους από τους ασφαλιστικούς φορείς και νοθεύοντας τον ανταγωνισμό».
«Στα 2 δις ευρώ ετησίως» εκτιμά το κόστος της αδήλωτης εργασίας για τα ταμεία ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, ενώ σημειώνει ότι «τροφοδοτεί τον αθέμιτο ανταγωνισμό».
Ο Σύμφωνα με τον Γιώργο Καββαθά, η εικόνα που υπάρχει για τα μεγάλα ποσοστά παραβατικότητας στον κλάδο της εστίασης, δεν αποδίδει την πραγματικότητα.
«Οι έλεγχοι δεν γίνονται σταθμισμένα», λέει, «ούτε μπορούν να λειτουργήσουν προληπτικά. Ο λόγος που οι περισσότεροι έλεγχοι γίνονται στον κλάδο του επισιτισμού οφείλονται στο γεγονός ότι αυτές οι επιχειρήσεις είναι εύκολα προσβάσιμες στους ελεγκτές και όχι επειδή εκεί έχει εντοπιστεί το μεγαλύτερο ποσοστό παραβατικότητας».
Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν, καταλήγει ο Γ.Καββαθάς, ότι τα υψηλά ποσοστά αδήλωτης εργασίας που καταγράφονται, δεν αφορούν το σύνολο του κλάδου της εστίασης, αλλά ορισμένες δραστηριότητες, όπως τα νυκτερινά κέντρα και οι καντίνες.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετική με το πώς αντιμετωπίζει η ΓΣΕΒΕΕ το πρόβλημα αυτό, ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας σημειώνει ότι για το σκοπό αυτό έχει συσταθεί από το Υπουργείο Εργασίας ειδική επιτροπή στην οποία συμμετέχουν όλοι οι κοινωνικοί εταίροι και συντονίζεται από τον Ειδικό Γραμματέα του ΣΕΠΕ.
«Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο αυτό ολιστικά και όχι αποσπασματικά» τονίζει.
Εκμετάλλευση και “μαύρα” κέρδη
«Τα ποσοστά της αδήλωτης εργασίας στον κλάδο, είναι πολύ μεγαλύτερα από τα επίσημα στοιχεία» υποστηρίζει από την άλλη πλευρά, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατών Επισιτισμού και Υπαλλήλων Τουριστικών Επαγγελμάτων, Παναγιώτης Προύτζος και αναφέρει σαν παράδειγμα τα αποτελέσματα των ελέγχων του περασμένου καλοκαιριού στην Πάργα όπου, όπως υποστηρίζει, «από τους 2000 εργαζομένους που απασχολούνταν στον κλάδο κατά την τουριστική περίοδο, μόνον οι 700 βρέθηκαν ασφαλισμένοι».
Η αδήλωτη εργασία δεν είναι, σύμφωνα με τον κ. Πάντζο, το μοναδικό πρόβλημα του κλάδου: «Η Ομοσπονδία δέχεται πολλές καταγγελίες για απλήρωτες αποδοχές, ακόμη και για περιπτώσεις εξαναγκασμού σε υπογραφή εκκαθαριστικών μισθοδοσίας χωρίς να έχουν εξοφληθεί και αυτό παρά τις οικονομικές επιδόσεις του κλάδου, ιδιαίτερα την περυσινή χρονιά».
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας υποστηρίζει επίσης ότι πολλοί εργοδότες, προκειμένου να αποφύγουν την επιβολή των υψηλών προστίμων για την αδήλωτη εργασία, δηλώνουν πλασματικές συμβάσεις και πλασματικές αποδοχές, ενώ καταβάλλουν τη διαφορά σε «μαύρα» χρήματα.
Ο πρόεδρος των ξενοδόχων παραδέχεται από την πλευρά του ότι υπάρχει πρόβλημα απλήρωτων αποδοχών. Το αποδίδει όμως στα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ξενοδοχειακές μονάδες.
Προβλήματα που οφείλονται στην υπερφορολόγηση, την αθέτηση των υποχρεώσεων του δημοσίου, στους μειωμένους τζίρους, στα αυξανόμενα λειτουργικά κόστη στα ξενοδοχεία, στη δραματική μείωση των προκαταβολών των tour operators.
«Επιπρόσθετα», υποστηρίζει ο κ.Ρέτσος, «η στρόφιγγα παροχής ρευστότητας των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις παραμένει ερμητικά κλειστή ενώ και στις λίγες περιπτώσεις που δίνονται χορηγήσεις, το κόστος χρήματος είναι εξαιρετικά υψηλό. Όλα αυτά έχουν καταλυτικά συντελέσει, ώστε επιχειρήσεις από όλο το φάσμα του επιχειρείν, να μην μπορούν να ανταποκριθούν εγκαίρως στις υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους. Θλιβερές καταστάσεις με αντιληπτές αρνητικές κοινωνικές συνέπειες. Δυστυχώς!».
Πολλές ώρες εργασίες με κακές αμοιβές
Σε ότι αφορά το ύψος των αμοιβών στον ξενοδοχειακό κλάδο, ο κ. Ρέτσος τονίζει ότι, Η κλαδική Συλλογική Σύμβαση Συλλογική Σύμβαση Εργασίας της Π.Ο.Ξ. για τους όρους αμοιβής των ξενοδοχοϋπαλλήλων και οι αντίστοιχες τοπικές κλαδικές της Κρήτης και της Ρόδου είναι η μόνες μεγάλες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε ισχύ μεταξύ όλων των κλάδων του επιχειρείν.
«Οι εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που βάζουν κάθε μέρα το τσουκάλι στη φωτιά από την απασχόλησή τους στα ξενοδοχεία της χώρας γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα αν αποτέλεσε ασπίδα η εν λόγω εθνική κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας», σχολίασε ο κ. Ρέτσος.
Αντίθετη είναι η άποψη την οποία εκφράζει ο πρόεδρος της ΠΟΕΕ-ΥΤΕ. Ο κ. Προύτζος, αν και δέχεται ότι η κλαδική συλλογική σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων, αποτελεί «κίνηση προς τη θετική κατεύθυνση», θεωρεί αμφίβολη την καθολική εφαρμογή της αφού, όπως λέει, «στη μεγάλη πλειοψηφία των εποχικών επιχειρήσεων κατά τη διαδικασία της επαναπρόσληψης, συμφωνούνται “κάτω από το τραπέζι” διαφορετικές πρακτικές».
Υποστηρίζει επίσης, ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε ειδικά μετά το 2012, οπότε «οι προσλήψεις γίνονται «με δυσμενέστερους όρους και με πλήρη ισοπέδωση της διαπραγματευτικής τους δυνατότητας, με πολλές ώρες εργασίας, ενίοτε χωρίς ρεπό και με κακές αμοιβές».
«Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ, το 2014 ο μέσος μισθός στον ξενοδοχειακό κλάδο υπερέβη τα 1000 ευρώ. Από το στοιχείο αυτό και μόνο εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί πως αυτά δεν ισχύουν» αναφέρει ο κ. Ρέτσος. «Αν κάποιες επιχειρήσεις έχουν συνάψει επιχειρησιακή σύμβαση – την οποία σημειωτέον συνυπογράφουν εργοδοσία και εργαζόμενοι – τότε είναι εύκολα αντιληπτό πως αυτό δεν συνιστά μια κολάσιμη πράξη. Αν αντιθέτως, κάποιοι εργοδότες παραβαίνουν την εργατική νομοθεσία, κάτι το οποίο πρώτοι καταδικάζουμε, τότε είναι ζήτημα των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους».
«Κακώς συγχέεται η χρήση ευέλικτων μορφών απασχόλησης με την αδήλωτη εργασία» υποστηρίζει και ο κ. Καββαθάς, ενώ προσθέτει:
«Σε κάθε περίπτωση οι απαράδεκτες συμπεριφορές μιας μειοψηφίας επιχειρηματιών δεν πρέπει να στιγματίζουν έναν ολόκληρο κλάδο, ο οποίος μάλιστα είναι από τους ελάχιστους της ελληνικής οικονομίας που έχει επιδείξει ισχυρές αντιστάσεις στην κρίση και έχει προσφέρει στην ενίσχυση της απασχόλησης».
Οι εκπρόσωποι των συνδικάτων στον κλάδο αντιτείνουν, ότι οι αμοιβές περιορίζονται από το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις απομακρύνουν το εποχικό προσωπικό, πριν από τη λήξη της τουριστικής περιόδου.
Σε αυτό, ο πρόεδρος των ξενοδόχων και αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ απαντά, ότι δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι, οι εποχικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν ιδιομορφίες στον τρόπο λειτουργίας τους, που οφείλονται στις ιδιαιτερότητες των περιοχών που δραστηριοποιούνται. Οι περιοχές αυτές αποτελούν τουριστικό προορισμό για συγκεκριμένη περίοδο κάθε έτους.
«Η προσπάθεια που καταβάλλουμε για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και πέραν των τεσσάρων μηνών, από τα μέσα Μαΐου έως τα μέσα Σεπτεμβρίου, η οποία θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τις τοπικές οικονομίες» αναφέρει ο κ. Ρέτσος.
«Η προσπάθεια αυτή όμως προϋποθέτει, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, να υπάρχει ευελιξία ως προς τον αριθμό των εργαζομένων που θα απασχολούν οι επιχειρήσεις τους φθινοπωρινούς μήνες κατά τους οποίους οι πληρότητες των ξενοδοχείων είναι κατά πολύ μειωμένες. Είναι λογικό να απαιτούμε από μια εποχική ξενοδοχειακή επιχείρηση με πληρότητες της τάξεως του 20% και 30% και σαφώς μειωμένες τιμές εκμίσθωσης των δωματίων της, να διατηρεί το σύνολο του προσωπικού της μέχρι την τελευταία ημέρα που το ξενοδοχείο της παραμένει ανοικτό;» αναρωτιέται.
Ο κ. Ρέτσος προσθέτει, ότι αν μια εποχική επιχείρηση ζημιώνεται από την παράταση της λειτουργίας της τότε θα την διακόψει νωρίτερα, «αποστερώντας ημέρες εργασίας από το σύνολο του προσωπικού και ημέρες “ζωντάνιας” από την οικονομία της περιοχής».
Έλεγχοι και πρόστιμα
Η τουριστική περίοδος συνεχίζεται το ίδιο και οι έλεγχοι για την αδήλωτη εργασία. Τον προηγούμενο χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία του επιχειρησιακού σχεδίου «Άρτεμις», η ανασφάλιστη εργασία ανήλθε, σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, στο 4,56% των εργαζομένων και στο 13,85%, των επιχειρήσεων που ελέγχθηκαν.
Από τον Αύγουστο του 2013, τα πρόστιμα έχουν αυστηροποιηθεί και ανέρχονται στο 18πλάσιο του κατώτατου μισθού, δηλαδή 10.550 ευρώ ανά αδήλωτο εργαζόμενο. Παρόλα αυτά υπάρχει μεγάλος αριθμός εργοδοτών που συνεχίζει να παραβιάζει την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία.