Κοινή επιστολή προς τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας κ. Αλέξη Τσίπρα απέστειλαν τηνν Τετάρτη οι επικεφαλής των επιχειρηματικών φορέων της χώρας, κ.κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ), Θεόδωρος Φέσσας, Πρόεδρος ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών, Βασίλειος Κορκίδης, Πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), Ανδρέας Ανδρεάδης, Πρόεδρος Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και Αθανάσιος Σαββάκης, Πρόεδρος Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ).
Με την επιστολή τους αυτή οι πέντε επικεφαλής μεταφέρουν τον προβληματισμό και την έντονη ανησυχία τους για την πορεία των διαπραγματεύσεων και δηλώνουν ότι στηρίζουν τις διαρθρωτικές αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα.
Ειδικότερα, η επιστολή αναφέρει τα εξής:
«Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,
Οι χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα που μοχθούν καθημερινά και δημιουργούν τον πλούτο στην ελληνική οικονομία, σας μεταφέρουμε την έντονη ανησυχία μας για την πορεία των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους μας και το ενδεχόμενο αδιέξοδο σε αυτές.
Οι σχέσεις της Ελλάδας με τους εταίρους μας δοκιμάζονται, με ευθύνη και των δύο μερών. Το μείζον όμως είναι να μην θυσιαστεί η σπουδαία εθνική κατάκτηση της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και να τερματιστεί αυτή η «ισορροπία τρόμου» που έχει παγώσει την οικονομία και υπονομεύει κάθε προοπτική ανάπτυξης.
Η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα στηρίζει τις διαρθρωτικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος και, ιδίως, κάθε προσπάθεια για την εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου και δίκαιου φορολογικού πλαισίου, την πάταξη της φοροδιαφυγής, την αξιοποίηση της Δημόσιας περιουσίας καθώς και τη βελτίωση της παραγωγικότητας στη δημόσια διοίκηση της χώρας, ώστε να υπερβούμε τα σημερινά αδιέξοδα της διαπραγμάτευσης. Μόνον έτσι, θα αποφευχθούν η υπερφορολόγηση, οι έκτακτες εισφορές και άλλες αντιπαραγωγικές πρακτικές που πληγώνουν τις επιχειρήσεις, την απασχόληση και εν τέλει την οικονομία.
Η Κυβέρνηση οφείλει έμπρακτα να αποδεχθεί, ότι η ευημερία των Ελλήνων, η βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης και των αμοιβών της εργασίας, προϋποθέτουν αύξηση της παραγωγικότητας, της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας. Προϋποθέτει δηλαδή σημαντικές μεταρρυθμίσεις κι αύξηση των επενδύσεων. Οι επενδύσεις με τη σειρά τους είναι εφικτές μόνο σε ένα σταθερό και προβλέψιμο θεσμικό και οικονομικό περιβάλλον, με ανοιχτή την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Χωρίς συμφωνία και συνεπώς χωρίς επενδύσεις, οι άνεργοι δεν πρόκειται να βρουν δουλειά, οι νέοι δεν πρόκειται να μείνουν στη χώρα, οι επιχειρήσεις δεν πρόκειται να αναπτυχθούν και το κράτος, χάνοντας συνεχώς έσοδα, μπορεί να θα βρεθεί σε αδυναμία να διατηρήσει τα σημερινά επίπεδα μισθών και συντάξεων.
Όσο και αν την επικαλούμαστε, η ανάπτυξη δεν εκβιάζεται, ούτε έρχεται με κάποιο μαγικό τρόπο. Είναι δε σχεδόν ανέφικτη, όταν προτείνονται περισσότερες και μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις, όταν το κόστος άντλησης κεφαλαίων και ρευστότητας είναι μη ανταγωνιστικό και η πρόσβαση στις αγορές αδύνατη.
Είμαστε βέβαιοι ότι προσωπικά θα κάνετε τα αδύνατα δυνατά –σύμφωνα με τις προεκλογικές αλλά και μετεκλογικές σας δεσμεύσεις– για να αποφύγει η χώρα τη ρήξη με τους εταίρους και την έξοδο από την Ευρωζώνη.
Η ώρα της ευθύνης έχει φτάσει. Η Ελλάδα της εργασίας, της δημιουργίας και της εξωστρέφειας, θέλει περισσότερη Ευρώπη για να προχωρήσει μπροστά. Σε αυτήν την προσπάθεια, είμαστε και θα είμαστε δίπλα σας.»