Τις επιπτώσεις ενός ενδεχόμενου Grexit, όχι στην Ελλάδα αλλά στους Θεσμούς και ιδιαίτερα στους Ευρωπαίους, επισημαίνει σε άρθρο του με τίτλο «Grexit and the morning after» (Το Grexit και η επόμενη ημέρα), στην αμερικανική εφημερίδα New York Times, ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν. Ο διακεκριμένος οικονομολόγος αναλύει τι θα μπορούσε να ακολουθήσει ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, ενισχύοντας τα επιχειρήματά του με τον «πολιτικό σεισμό», όπως αναφέρει, που προκάλεσαν τα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών στην Ισπανία, με την επικράτηση των «Podemos σε Βαρκελώνη και Μαδρίτη».
Αναλυτικά το άρθρο του Π. Κρούγκμαν, έχει ως εξής: «Μόλις σημειώθηκε ένας ακόμη εκλογικός σεισμός στην Ευρωζώνη: Οι υποψήφιοι που υποστηρίχθηκαν από το Podemos κέρδισαν τις τοπικές εκλογές σε Μαδρίτη και Βαρκελώνη και ελπίζω ότι οι IFKAT – οι θεσμοί, πρώην γνωστοί ως τρόικα (όπως ο ίδιος τους αποκαλεί) – θα δώσουν τη δέουσα προσοχή. «Κι αν η επόμενη μέρα του Grexit στεφθεί με επιτυχία για την Ελλάδα;»
Η ουσία της κατάστασης της Ελλάδας είναι ότι οι πραγματικές παράμετροι μιας βραχυπρόθεσμης συμφωνίας είναι και σαφείς και αναπόφευκτες: Η Ελλάδα δεν μπορεί να τρέξει ένα πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού, γιατί κανένας δεν θα της δανείσει ξανά χρήματα και δεν θα τρέξει ένα μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα (και βασικά δεν μπορεί), γιατί δεν μπορείτε να την ξεζουμίσετε κι άλλο (ο Κρούγκμαν αναφέρεται πάντα προς τους θεσμούς). Έτσι, κάποιος θα έλεγε ότι μια συμφωνία για την Ελλάδα για μικρό πρωτογενές πλεόνασμα κατά τα επόμενα χρόνια είναι εύκολο να επιτευχθεί. Αυτό είναι που θα συμβεί, οπότε γιατί να μην γίνει επίσημα;
Αλλά τώρα, το ΔΝΤ παίζει τον “κακό μπάτσο” δηλώνοντας ότι δεν μπορεί να απελευθερώσει κεφάλαια έως ότου ο ΣΥΡΙΖΑ καταπατήσει τις κόκκινες γραμμές του για συντάξεις και μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας. Το τελευταίο είναι αμφίβολο από οικονομικής πλευράς. Η ίδια η έρευνα του ΔΝΤ δεν μπορεί να στηρίξει τον ενθουσιασμό για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως στην αγορά εργασίας.
Τα παραπάνω πιθανότατα εμφανίζουν ένα πραγματικό πρόβλημα. Η Ελλάδα πιθανότατα δεν μπορεί να δώσει ότι υποσχέθηκε στους συνταξιούχους της, αλλά γιατί αυτό θα έπρεπε να είναι ζήτημα για το γενικότερο ερώτημα περί πρωτογενών πλεονασμάτων;
Αυτό που συμβουλεύω τους πάντες να κάνουν είναι να αναρωτηθούν τι θα συμβεί εάν η Ελλάδα εξωθηθεί πραγματικά εκτός ευρώ (Ναι Grexit, άσχημη λέξη, αλλά αυτή μας έχει μείνει). Θα είναι σίγουρα άσχημη η κατάσταση στην Ελλάδα, τουλάχιστον στην αρχή. Αυτή τη στιγμή οι χώρες που είναι στον πυρήνα του ευρώ πιστεύουν ότι η υπόλοιπη Ευρωζώνη μπορεί να το αντέξει, κάτι που ίσως και να είναι και αλήθεια. Θα πρέπει να θυμόμαστε, ωστόσο, ότι το υποτιθέμενο δίχτυ προστασίας από τη στήριξη της ΕΚΤ δεν έχει δοκιμαστεί στην πραγματικότητα. Εάν οι αγορές χάσουν την πίστη και τον χρόνο για την ΕΚΤ οι αγορές ομολόγων για Ισπανία και Ιταλία θα αυξηθούν. Τι θα συμβεί στ’ αλήθεια;
Το μεγαλύτερο ερώτημα, ωστόσο, είναι τι θα συμβεί ένα ή δύο χρόνια μετά το Grexit, όταν το πραγματικό ρίσκο για το ευρώ δεν θα είναι η αποτυχία, αλλά η επιτυχία της Ελλάδας. Ας υποθέσουμε ότι μια εξαιρετικά υποτιμημένη δραχμή φέρνει μια… θάλασσα “μπυρόβιων” Βρετανών στο Ιόνιο και η Ελλάδα αρχίσει να ανακάμπτει. Αυτό θα ενθαρρύνει εκείνους που αντιτίθενται στη λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση σε άλλες χώρες.
Σκεφτείτε το. Μόλις πριν μερικές ημέρες οι “Πολύ Σοβαροί Ευρωπαίοι” χαιρέτιζαν την Ισπανία σαν ένα σπουδαίο success story, μια δικαίωση για ολόκληρο το πρόγραμμα. Τελικά ο ισπανικός λαός δεν συμφωνεί. Και εάν οι δυνάμεις ενάντια στο κατεστημένο έχουν καταφέρει να φέρουν ανάκαμψη στην Ελλάδα σε κάποιο βαθμό, η δυσπιστία απέναντι στο κατεστημένο θα επιταχυνθεί.
Πιστεύω ότι ένα από τα συμπεράσματα είναι ότι η Γερμανία θα προσπαθήσει να σαμποτάρει την Ελλάδα μετά το Grexit. Αλλά ελπίζω ότι αυτό θα πρέπει να θεωρείται απαράδεκτο. Λοιπόν σκεφτείτε το IFKATs (αναφερόμενος πάντα στους θεσμούς): Θέλετε πράγματι να ακολουθήσετε αυτό το μονοπάτι;».